ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΚΥΡΟΒΟΓΚΡΑΝΤ & ΝΙΚΟΛΑΕΦ
ΝΕΣΤΩΡ ΑΝΙΣΙΜΩΦ (1885–1962)
ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΠΟΥ ΕΖΗΣΑ ΚΑΙ ΘΥΜΑΜΑΙ…
Ανεξάλειπτη θα μείνει στην μνήμη μου η συνάντηση, στα χρόνια εκείνα της εφηβείας μου, με τον πασίγνωστο πατέρα Ιωάννη της Κρονστάνδης (1829–1908). Να, πώς έγινε:
Τα καλοκαίρια, στις διακοπές των σπουδών μου, πήγαινα πάντα στο πατρικό μου σπίτι, στην Βιάτκα. Ένα τέτοιο καλοκαίρι ήταν θλιβερά χρωματισμένο από την σοβαρή ασθένεια της μητέρας μου. Σύμφωνα με την γνωμάτευση των γιατρών, ο θάνατος ήταν αναπόφευκτος.
–Εμείς, κάναμε ό,τι μπορούσαμε! Τώρα, την αφήνουμε στα χέρια του Θεού!…, είπε συγκινημένος ο γιατρός, καθώς μας είδε να θρηνούμε.
Η αγαπημένη μας μητέρα, έλιωνε μπροστά στα μάτια μας. Η βαρειά νεφροπάθειά της, την οδήγησε σε κατάσταση κώματος. Δεν μπορούσε πια ούτε να κινηθεί ούτε να μιλήσει. Όλοι περιμέναμε το μοιραίο…
Κι εγώ… Ω, πόσο υπέφερα! Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήρθε η ώρα να στερηθώ την λατρευτή μου μητέρα!...
Ακριβώς εκείνες τις ημέρες κυκλοφόρησε στην Βιάτκα η είδηση ότι έρχεται ο π.Ιωάννης της Κρονστάνδης. Είχα ακούσει τόσα πολλά γι’ αυτόν τον άγιο άνθρωπο, με το θαυμαστό ποιμαντικό έργο και την θαυματουργική δύναμη της προσευχής. Σφηνώθηκε στο μυαλό μου η σκέψη να τον συναντήσω, να τον παρακαλέσω να προσευχηθεί για την σωτηρία της μητέρας μου.
Ολόκληρη η Βιάτκα ήταν αναστατωμένη περιμένοντας τον π.Ιωάννη. Αλλά και από τα περίχωρα, τις κοντινές κωμοπόλεις και τα χωριά, κατέφθαναν συνεχώς πλήθη ανθρώπων, για ν’ αντικρύσουν την αγία μορφή του. Όσο έβλεπα την κοσμοσυρροή, τόσο απογοητευόμουν, γιατί δεν θα είχα την δυνατότητα να τον πλησιάσω. Έπρεπε όμως να βρω μια λύση. Τί, να έκανα;!…
Έτρεξα στον επίσκοπο της Βιάτκα Φιλάρετο και ζήτησα την βοήθειά του. Εκείνος, συναισθάνθηκε τον πόνο μου και μου πρότεινε να μεταφέρω την μητέρα μου στον Ναό του Μοναστηριού, όπου θα πήγαινε κάποια στιγμή ο π.Ιωάννης. Ωστόσο εκείνη ήταν τόσο αδύναμη, που δεν μπορούσε να μετακινηθεί από το κρεβάτι της. Και τούτη η προσπάθειά μου δεν απέφερε καρπούς.
Με μαύρες σκέψεις και βαρειά καρδιά επέστρεψα στο σπίτι, όταν μία άλλη ξαφνική ιδέα με γέμισε ελπίδες. Δεν ήταν πολύς καιρός που είχε έρθει στην πόλη μας ένας νέος Αστυνομικός Διευθυντής, ο Κ.Κορομπίτσιν, με φήμη καλοκάγαθου και πιστού ανθρώπου.
«Δεν απευθύνομαι και σ’ αυτόν;», σκέφθηκα. «Στο κάτω–κάτω, τί έχω να χάσω;». Και κατευθύνθηκα με γρήγορα βήματα στο Διοικητήριο της Αστυνομίας.
