Quantcast
Channel: ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Viewing all 1937 articles
Browse latest View live

Ο ΠΟΝΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ (ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ)

$
0
0
Ο ΠΟΝΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
Αφιέρωμα σε όλους εκείνους που με υπομονή
κι ελπίδα σηκώνουν τον σταυρό τους


Γιατί να πονώ Θεέ μου;

Είναι αλήθεια πως σήμερα υπάρχει άφθονος σω­ματικός και ψυχικός πόνος. Άλλοτε ευθύνεται γι' αυτόν ο άνθρωπος και άλλοτε όχι. Σημασία έχει την ώρα του πόνου κάποιος να τον συνδράμει. Να μη τον αφήσει ν' απογοητευθεί, να πνιγεί στη μοναξιά, να πονέσει ακόμη πιο πολύ.
Με αυτή την προοπτική γράφθηκε και το κείμενο που ακολουθεί, από ένα άνθρωπο που πόνεσε πολύ. Γνωρίζω πως ο πόνος σ' έφερε στο κρεβάτι του πόνου ή σ' έκλεισε στο σπίτι σου. Η επίσκεψη του πόνου στη ζωή σου δεν είναι ασφαλώς κάτι δίχως σημασία και σκοπό. Δεν είναι καθόλου ένα τυχαίο γεγονός. Δεν πιστεύουμε στην τύχη. Το Ευαγγέλιο λέει πως κάτω από τη ματιά του Θεού είναι και το πέσιμο του κάθε φύλλου από το δένδρο. Πόσο μάλλον από τα προβλήματα των παιδιών Του. Ο Θεός δεν παύει ποτέ να ενδιαφέρεται για τα μετάνοια και τη σωτηρία μας και προσφέρει μύριες ευκαιρίες και ανοίγει διάφορους δρόμους.

Αν την υγεία μας, αγαπητοί μου, τη σπαταλήσαμε σε ανώφελα έργα, καλούμεθα τώρα, να μελετήσουμε το παρελθόν, να δούμε βαθύτερα τον όχι και τόσο γνωστό εαυτό μας. Είναι μία μεγάλη ακόμη ευκαιρία που μας δίνει ο Πανάγαθος Θεός, για να σκύψουμε μέσα μας, να μετανοήσουμε ειλικρινά, να προσευχηθούμε θερμά, να γνωρίσουμε την ακένωτη χάρη των ιερών μυστηρίων της αγίας μητέρας μας Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η ασθένεια δεν προέρχεται, αδελφοί μου, από την τιμωρία ενός εκδικητή Θεού. Η αντίληψη αυτή είναι ανορθόδοξη, πέρα για πέρα λαθεμένη. Ο Θεός μας μόνο αγαπά και δεν τιμωρεί τα πλάσματά Του. Ο Θεός είναι μακρόθυμος, πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, πανάγαθος και αληθινός. Τ' όνομα του Θεού είναι αγάπη, λέει ο αγαπημένος του μαθητής Ιωάννης ο Θεολόγος. Παραχωρεί, επιτρέπει παιδαγωγικά προς βοήθεια την ασθένεια, για να μας φρονηματίσει, να μας διορθώσει, να μας προσγειώσει και ταπεινώσει. Ο πόνος έτσι μπορεί να γίνει αφορμή, για μία πιο ουσιαστική και βαθειά γνωριμία μας με τον Θεό, και όχι να τα βάλουμε μαζί του. Ο πόνος μπορεί να μας συνδράμει να γίνουμε πιο ανεκτικοί και συμπονετικοί με τους αδελφούς μας και να γνωρίσουμε τον άγνωστο εαυτό μας. Είπαν ορθά πως όποιος έχει υποφέρει πολύ μοιάζει μ' εκείνον που γνωρίζει πολλές γλώσσες κι έτσι μπορεί να καταλάβει πολλούς και να τον καταλάβουν πολλοί.

Αν εκμεταλλευθούμε την πράγματι σημαντική ευκαιρία, μπορεί ο σωματικός πόνος να γίνει θεραπευτής της αθάνατης ψυχής μας. Ο πόνος τότε θα γίνει ευλογία. Δεν ζητάμε βεβαίως εμείς οι πιστοί τον πόνο νοσηρά στη ζωή μας. Η Εκκλησία μας πάντοτε εύχεται υπέρ υγείας και διαφωτίσεως των τέκνων της. Εάν έλθει όμως ο πόνος να τον υπομείνουμε καρτερικά κι ελπιδοφόρα και θα έχουμε, αλήθεια, μεγάλο κέρδος. Με τον τρόπο αυτό ο σκοπός της δοκιμασίας μας θα έχει επιτευχθεί, αφού θα έχει μαλακώσει η καρδιά μας και θα έχουμε βοηθηθεί στο να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας και τον Θεό μας.

Είναι επίσης αλήθεια, αγαπητοί μου, πως οι πονε­μένοι λειαίνονται, και αυτοί τελικά έχουν κάτι σημαντικό να πουν, ως εμπειρικό και βιωματικό. Πίσω από κάθε ανθρώπινο πόνο κρύβεται το χέρι του Θεού που ευλογεί. Μακάριοι οι πονεμένοι ως πλούσια ευλογημένοι.

Είναι ακόμη αλήθεια πως στα χείλη του κάθε πονεμένου συχνά ανεβαίνει εκείνο το γνωστό και βαθύ «γιατί σ' εμένα Θεέ μου»; Στο ανθρώπινο αυτό «γιατί» δεν νομίζουμε ότι υπάρχει μία εύκολη και γρήγορη απάντηση. Η απάντηση θάλθει πιο αργά από τον ίδιο τον Εσταυρωμένο Θεάνθρωπο. Ο άνθρωπος αξιώνεται να συμμετέχει στον σταυρό του Κυρίου. Μη νομίζετε ότι είναι κάτι μικρό αυτό.

Μέσα από τον πόνο οι προσευχές είναι σίγουρα πιο κατανυκτικές, πιο θερμές, πιο ευπρόσδεκτες. Δίνουν κατ' αρχάς τη γαλήνη της υπομονής στη δοκιμασία, λιγοστεύουν την απαιτητικότητα, ταπεινώνουν αληθινά, χαρίζουν τη χαρά της ελπίδος και την υγεία της ψυχής. Μέσα μας θα βρούμε τον Θεό. Όσο πιο γρήγορα τον συναντήσουμε τόσο πιο γρήγορα θ' απελευθερωθούμε και θα χαρούμε αληθινά.

Είπαν ωραία πως πριν μας στείλει ο Θεός τον σταυρό που σηκώνουμε, τον ζύγισε, τον είδε καλά, τον εξέτασε προσεκτικά με την πανσοφία, την αγάπη και τη δικαιοσύνη Του. Το αγαθό βλέμμα Του τον παρακολούθησε και η μεγάλη Του καρδιά τον θέρμανε, αφού τον ξαναζύγισε με την άπειρη στοργή Του. Νομίζεις πως είναι πιο βαρύς απ' ότι μπορείς να σηκώσεις, ενώ έχεις άγνωστες και ανακάλυπτες δυνάμεις μέσα σου. Μη χάνεις το θάρρος σου, μη τα βάζεις με τον Θεό, γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει. Τον ευλόγησε πριν τον θέσει τον σταυρό στους ώμους σου. Σίγουρα μπορείς να τον σηκώσεις. Μη λησμονάς πως πάντα πριν το Κενό Μνημείο είναι ο Γολγοθάς. Η Ανάσταση έπεται της Σταύρωσης.

Είναι γεγονός πως η ζωή μας είναι ζυμωμένη με δάκρυα που προέρχονται από τον πόνο της ασθένειας, των θλίψεων, των βασάνων, της εγκατάλειψης και της μοναξιάς. Έχουν γίνει αχώριστοι σύντροφοι. Ο λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, μας πληροφορεί πειστικά πως η ασθένεια, ο πόνος, η θλίψη, ο θάνατος δεν υπήρχαν από την αρχή της δημιουργίας. Πρόκειται για μεταπτωτικά φαινόμενα. Η φθαρτότητα, η ασθένεια, ο πόνος είναι αποτέλεσμα της παρακοής των πρωτοπλάστων στον Δημιουργό τους και η υπακοή τους στον δαίμονα. Ο αποχωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό έχει οικτρές συνέπειες. Η απελευθέρωση του πιστού από τα δαιμονικά δεσμά μπορεί να τον κάνει να βρει το πνευματικό περιεχόμενο της δοκιμασίας του και τότε η δοκιμασία να γίνει σημαντική ευκαιρία, όπως είπαμε, βαθύτερης γνώσης του Θεού και συναντήσεώς του με Αυτόν.

Οι ιερείς της Εκκλησίας μας είναι νοσηλευτές και η Εκκλησία μας θεραπευτήριο. Οι ιερείς πλησιάζουν τους ασθενείς για να τους απελευθερώσουν, να τους επαναπροσανατολίσουν, να τους ανορθώσουν δια της μετανοίας. Συμμετέχουν όσο μπορούν στον πόνο για να τους τον απαλύνουν και να κάνουν πιο ελαφρύ τον σταυρό τους. Είναι μεγάλη η παράκληση των πασχόντων όταν κατανοήσουν το νόημα του σταυρού τους. Η προσωπική άρση του σταυρού νοηματιζόμενη συντελεί στην ανόρθωση. Βλέποντας ο ταλαιπωρούμενος και δοκιμαζόμενος άνθρωπος τη δοκιμασία του ως θεία επίσκεψη και θεία παιδαγωγία μεταβάλλει τη στάση του, αντιμετωπίζει το πρόβλημα πολύ διαφορετικά, αν δεν γεμίζει χαρά γεμίζει πάντως ελπίδα. Η θεία Χάρη μπορεί να οδηγήσει σε αυτή την ωριμότητα τον σκληρά δοκιμαζόμενο. Εμείς θα πούμε τον καλό λόγο, αλλά η Χάρη του Θεού θα ολοκληρώσει το έργο αυτό.

Το ευχολόγιο στα χέρια του ιερέως είναι πολύ παρηγορητικό στις δύσκολες αυτές ώρες.Η σύνοψη ή το προσευχητάρι, με την Παράκληση της Παναγίας και τους υπέροχους Χαιρετισμούς, στα χέρια του ασθενούς είναι φτερά ειρήνης. Η Παναγία, η μάνα όλων των πονεμένων, που πόνεσε τόσο πολύ και συμπονά όλους τους πονεμένους, δίνει μια γλυκειά παραμυθία και μεγάλη ενίσχυση σε όλους. Μη φοβόμαστε το ιερατικό πετραχήλι, τον τίμιο σταυρό, το άγιο έλαιο, τα τίμια και χαριτόβρυτα λείψανα, τον αγιασμό, το αντίδωρο, τη θεία Κοινωνία.

Επανερχόμενοι στο δύσκολο ερώτημα γιατί ο Θεός να επιτρέπει να ταλαιπωρείται το πλάσμα του, να βασανίζεται και ν' αγωνιά μέσα στον πολύ πόνο, τα­πεινά θα πούμε πάλι: Ο πόνος μας αφυπνίζει να ενδιαφερθούμε καλύτερα για τη μετάνοια, την ταπείνωση, την αναθέρμανση της πίστης μας και τη συμπόνια του πλησίον μας. Ο πόνος, σωματικός ή ψυχικός, μας επισκέπτεται για κάποιο ιδιαίτερα σοβαρό λόγο. Για να ξαναδούμε την πορεία, τους στόχους και τον σκοπό της εφήμερης ζωής μας. Είπαμε πως μερικές φορές ένας ψυχικός πόνος είναι δριμύτερος του σωματικού και ίσως και πιο δυσκολοθεράπευτος. Ο μεγάλος ψυχίατρος Γιούνγκ πάντως λέει πως το πρόβλημα του ψυχικώς πάσχοντος, κατά ασυγκρίτως ανώτερο λόγο ανήκει στον πνευματικό παρά στον ιατρό!

Άνθρωποι δίχως Θεό και ηθικές αρχές στον πόνο της ασθένειας διαλύονται και καταντούν αξιολύπητοι. Ο Θεός δεν τους αποστρέφεται, αλλά τους επισκέπτεται διαφορότροπα, με διάφορα φάρμακα για να τους θεραπεύσει κι όχι να τους πληγώσει και πικράνει. Ο θείος και ιερός Χρυσόστομος θαυμάσια συμβουλεύει να μη γογγύζουμε εύκολα με τα δυσάρεστα που μας βρίσκουν και μάλιστα να μη βλασφημούμε. Μήπως έτσι, λέει, θα γίνει πιο ελαφρύς ο πόνος μας; Ούτε χρειάζεται να πολυεξετάζουμε τους λόγους και τις αιτίες και τις αφορμές και να ζητάμε πολλές εξηγήσεις για όλα αυτά που μας επιτρέπει η πανσοφία του Θεού. Να μη λησμονάμε ποτέ πως η παρούσα ζωή είναι στάδιο άθλων και αγώνων και η άλλη ζωή είναι επάθλων και αιώνιας ανάπαυσης. Στις δυσκολίες, τις συμφορές και τους πόνους να επικαλούμεθα τη σωστική βοήθεια του Θεού με κάθε εμπιστοσύνη.

Πάντοτε παραμένει επίκαιρο το θέμα της ασθένειας.Πολλοί οι ασθενείς στα σπίτια, στα νοσοκομεία, στους δρόμους. Είμαστε εμείς οι ίδιοι ασθενείς ή δικοί μας άνθρωποι. Σήμερα εμείς, αύριο άλλοι και το αντίθετο. Ο πόνος κτυπά όλες τις πόρτες, όλες τις ώρες αδιάκριτα, πλουσίων, φτωχών, νέων, ηλικιωμένων, μορφωμένων, αμόρφωτων, όλων. Γιατί ν' αρρωσταίνουμε και γιατί να πονάμε; Το ίδιο ερώτημα επανέρχεται με δριμύτητα. Δεν είναι μόνο από τις αμαρτίες οι διάφορες αρρώστειες. Αρρώστειες πολλές και μεγάλες είχαν και οι άγιοι. Οι αρρώστειες μας κάνουν να θυμηθούμε τον λησμονημένο Θεό, να τον επικαλεσθούμε, να συνδεθούμε μαζί του. Η μνήμη του Θεού συντείνει στην ειλικρινή μετάνοια. Οι αρρώστειες είναι, αλήθεια, για να μας φέρουν πιο κοντά στον Θεό και όχι να μας απομακρύνουν από Αυτόν. Την πίστη μας στον Θεό αποδεικνύουμε με την υπομονή στις δοκιμασίες και μάλιστα στον πόνο των ασθενειών.

Αν ο πόνος σ' έκανε συμπονετικό κέρδισες.Αν η ασθένεια σ' έφερε να θυμάσαι πιο πολύ τον ουρανό είσαι ευλογημένος και μακάριος. Αν ο πόνος σου καθάρισε τα μάτια, για να βλέπεις πιο βαθειά τα γεγονότα και τα πράγματα, τότε είσαι πλούσια κερδισμένος. Αν ο άγιος πόνος σ' έκανε, αδελφέ μου, πιο καρτερικό, πιο γενναίο, πιο διαλλακτικό και ανεκτικό να ευχαριστείς εκ βαθέων τον Θεό που αρρώστησες. Γιατί αρρώστησες και κέρδισες τελικά έτσι. Δίχως πόνο έχεις πολλές κατακτήσεις, αλλά όχι αληθινές γνώσεις. Ο πόνος σμιλεύει και τελειοποιεί τον άνθρωπο. Δίχως τον πόνο ο άνθρωπος θα ήταν σκληρός και ακατέργαστος. Ο πόνος γεννά τα δάκρυα και τα δάκρυα την κάθαρση. Τα δάκρυα ποτίζουν τα ευώδη άνθη της κατάνυξης, της συντριβής, της ευλάβειας, της ευσέβειας, της ευλογίας.

Δεν υπάρχει άνθρωπος δίχως πόνο. Πήγε κάποτε ένας να πει τον πόνο του σε κάποιον και δεν πρόλαβε και του είπε πρώτα ο άλλος τον πόνο του κι ήταν τόσο πιο μεγάλος που δεν τόλμησε να πει τον δικό του. Δίχως τον πόνο θα είμασταν πιο πονεμένοι, πιο σκληροί, πιο ανάλγητοι, πιο αδιάφοροι και πιο άγριοι. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο αυτό που να μη δοκιμάζει στη ζωή του πόνο. Αν δεν πονέσει σήμερα, θα πονέσει αύριο κι αν όχι αύριο σίγουρα μεθαύριο. Κύρια πηγή του πόνου η αμαρτία.

Ο πόνος είπαν είναι ο φρουρός της υγείας. Σαν ένα καμπανάκι μας αφυπνίζει. Αν δεν πονούσαμε δεν θα πηγαίναμε ποτέ στον ιατρό. Ο πόνος είναι σαν ένα σήμα κινδύνου, που εκπέμπεται για να μας γλυτώσει από τα χειρότερα. Αυτά ισχύουν και για το σώμα και για την ψυχή. Έτσι ο πόνος καταντά σ' ευλογία και για το σώμα και για την ψυχή. Ο πόνος ακόμη καθίσταται σαν ένα προληπτικό εμβόλιο για να μη υπερηφανευόμεθα. Ο πόνος μπορεί να γίνει μία οδός επιστροφής στον Θεό. Ο πόνος γεννά την ωραία και θεάρεστη συμπόνια. Ο πόνος δοκιμάζει την αγάπη μας στον Θεό. Ο πόνος μας ζυγίζει, μας σμιλεύει, μας καλλιεργεί, μας ωριμάζει, μας ωραιοποιεί.

Το αληθινό νόημα του πόνου στη ζωή μας

Η παρουσία του πόνου στη ζωή μας δεν μπορεί παρά να είναι για όλους ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο.Το αρχαίο ερώτημα, δικαιολογημένο και σαφές, είναι πάντοτε και σήμερα το αυτό. Γιατί να πονάμε; Έχει κάποιο νόημα ο πόνος στη ζωή του καθενός μας; Η απάντηση μη νομίζετε πως είναι τόσο εύκολη. Μόνο ο Θεός μπορεί να βοηθήσει σε αυτή την αρκετά χρήσιμη και ωφέλιμη κατανόηση.

Υπάρχει άφθονος, ποικίλος, σωματικός πόνος προερχόμενος συνήθως από πρόσκαιρες ή ανίατες ασθένειες, που ταλαιπωρούν πολύ τον άνθρωπο. Υπάρχει επίσης πλούσιος ψυχικός πόνος, που μπορεί νάναι και πιο δυνατός του σωματικού. Πόνος που προέρχεται από ξαφνική ορφάνια, χηρεία, ξενιτεμό, προσφυγιά, πένθος, αποτυχία, αδυναμία, μειονεξία, στέρηση, έλλειψη, ανικανότητα, ανεπάρκεια, απόρριψη, απώλεια, φτώχεια, κακουχία, δυστυχία, ειρωνεία, εμπαιγμό, προδοσία, εξαπάτηση, ψέμα, επιορκία, βουλιμία, κατάχρηση, καταδίκη, φυλάκιση, απομόνωση, μοναξιά....

Υπάρχει ο πόνος του προδότη και του προδομένου, του εκμεταλλευτή και του εκμεταλλευόμενου, του εξαπατούντα και του εξαπατώμενου. Πόνος της νοσταλγίας, του έρωτος, του πάθους, του κενού, του ανικανοποίητου και ανολοκλήρωτου του ανθρώπου. Πόνος της χαμένης ολότητος, των ενοχών, του ορθολογισμού, της εξουσιαστικότητος, των ψευδαισθήσεων, των διαψεύσεων, των φαντασιώσεων, των διαπροσωπικών συγκρούσεων, δια κακιών, ζηλοτυπιών, ύβρεων, φθόνων, κατηγοριών, συκοφαντιών κι εχθροτήτων. Δυνατός ο πόνος του φόβου, επικείμενων καταστροφών, αγωνιών, υποκρισιών, απογνώσεων, απελπισιών, απαισιοδοξιών, μελαγχολιών, καταθλίψεων και θανάτων. Πόνος μεγάλος η αντιφατικότητα, η αμφιθυμία, η αμφιβολία, η αναποφασιστικότητα, η αναβλητικότητα. Επίσης η δικαιολόγηση της μετριότητος, της ρηχότητος, της καθημερινότητος, της αυτάρκειας, της υποκρισίας. Ακόμη το ξεγέλασμα του εαυτού μας, η ψυχολογική κατάρρευση, η συνεχής ανταγωνιστικότητα, η βάναυση εξουσιαστικότητα, η παράφορη κτητικότητα, η άκρατη πλεονεξία, ο ευδαιμονισμός, η κραιπάλη, η ασωτεία, η εμπάθεια, η κακότητα...

Πάθος σημαίνει πάθημα, πτώση, υποδούλωση, οδύνη, άλγος.Ο πιο πονεμένος και δυστυχισμένος είναι ο εμπαθής άνθρωπος. Νοσεί, αφού αγαπά τα πάθη, τα λατρεύει, τα προσκυνά, δεν τ' αφήνει παρότι τον ταλαιπωρούν. Πρόκειται για ένα φοβερό και παθογόνο διχασμό. Ενώ του δίνονται ευκαιρίες ν' απεγκλωβισθεί τις απορρίπτει. Οι εμπαθείς επιλογές όμως του ανθρώπου του κοστίζουν. Οι άνθρωποι μαθαίνουν να ζουν μία μέτρια, χλιαρή και χαλαρή, μονότονη, ανιαρή, ανολοκλήρωτη, μίζερη, κακόμοιρη, ρηχή, άχαρη ζωή. Η βίωση της άρνησης και της αποτίναξης αυτού του τρόπου ζωής αποτελεί οδυνηρή εμπειρία. Αφαιρείται από τον ίδιο τον άνθρωπο η δυνατότητα βιώσεως μιας αυθεντικής, καθαρής, ανυπόκριτης, τίμιας και ειλικρινούς ζωής. Είναι λυπηρό να πλανάται και να αιχμαλωτίζεται ο άνθρωπος σε αυτή την ανόητη ζωή. Να σκηνοθετεί μία αμεταμόρφωτη ζωή μέσα στην εμπάθεια. Σίγουρα κύριος υποκινητής είναι ο δαίμονας, αφού κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά όλα τα πάθη είναι δαιμονοκίνητα. Ο άνθρωπος βέβαια επιλέγει μόνος του τον τρόπο αυτό ζωής. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα ν' αντισταθεί, ν' αντικρούσει τα πάθη, ν' απελευθερωθεί. Μα δυστυχώς συχνά δεν το κάνει.

Ο πόνος φαίνεται να έχει μία κυρίαρχη θέση στη ζωή. Έφθασαν οι φιλόσοφοι να πουν πονώ άρα υπάρχω. Ο Κίκεργκωρ λέει: «Δεν είμαι αυτός που σκέφτεται πως δεν πρέπει να πονούμε ποτέ. Περιφρονώ αυτήν την ποταπή σκέψη κι αν μπορώ να επιλέξω προτιμώ να υπομείνω μέχρι τέλους τον πόνο. Είναι καλό να υποφέρουμε και μέσα στα δάκρυα υπάρχει δύναμη, αλλά δεν είναι να υποφέρουμε δίχως ελπίδα». Κρύβεται ένα βαθύ νόημα, αδελφοί μου, στην παρουσία του πόνου στη ζωή μας. Για να το δούμε μαζί.

Ο πόνος αρχίζει στον κήπο της Εδέμ. Η παράλογη υπακοή στον δαίμονα και η υπερήφανη ανυπακοή στον Θεό είναι η αρχή του πόνου στη ζωή των ανθρώπων. Η τραγωδία εισέρχεται στον κόσμο. Συγκρούεται ο άνθρωπος με τον Θεό. Διακόπτεται ο άνετος διάλογος Αδάμ και Θεού. Χάνεται ο παράδεισος. Αρχίζει ο κόπος, η λύπη, ο στεναγμός. Τη γυμνότητά του αισθάνθηκε ο Αδάμ μετά την αμαρτία της παρακοής και τη γεύση του κακού. Η αίσθηση της γυμνότητός του σημαίνει αντίληψη της τρεπτότητος και τρωτότητος, έλλειψη προστασίας, κατανόηση του πόνου της αποδεσμεύσεώς του από τον Θεό. Μπορούσαν να θεραπευθούν οι πρωτόπλαστοι δια της μετανοίας. Δεν το έπραξαν όμως. Γιατί; Θέλησαν να δικαιολογηθούν, ν' ακολουθήσουν δικό τους δρόμο, πιο σύντομο, πιο εύκολο, δίχως Θεό. Παγιδεύτηκαν οικτρά στον δραματικό πόνο της μοναξιάς, της θεώσεως δίχως Θεό, της παράλογης αυτοθεώσεως. Η θεοδώρητη επιθυμία θεώσεως των πρωτοπλάστων εκμεταλλεύθηκε από τον πανούργο δαίμονα, που θέλησε να τους προσφέρει μία δική του ταχύρρυθμη ισοθεΐα κι έτσι τους απάτησε και τους θανάτωσε.

Η νοσταλγία του απολεσθέντος παραδείσου δημιουργεί δάκρυα πικρά, πόνο δυνατό, πόνο που μπορεί όμως να θεραπεύσει τον αμαρτωλό. Και τότε να έχουμε το παράδοξο, αντιφατικό και οξύμωρο: Υγεία στην ασθένεια! Με την κατάφαση του πόνου, όχι μαζοχιστικά, όχι παθητικά, όχι μοιρολατρικά, αλλά με βεβαία πίστη, μ' επίγνωση, με υπομονή, ως θεϊκή δοκιμασία και παιδαγωγία, και όχι ως τιμωρία, που επεξεργάζεται λύτρωση και σωτηρία. Γεννιέται έτσι ένας άλλος πόνος. Αγαπάς και πονάς, ταπεινώνεσαι και πονάς, υποχωρείς και πονάς. Πονάς όμως διαφορετικά, γλυκά, κερδοφόρα. Το ν' αγαπάς αληθινά σημαίνει να θυσιάζεσαι. Αποτελεί μία ιδιαίτερα φιλόπονη εργασία, όπως και να ταπεινώνεσαι. Αγαπώντας ενδυναμώνεσαι και χαίρεσαι. Έχεις μια βαθειά ικανοποίηση. Μιλώντας για «χαρμολύπη» και «χαροποιόν πένθος», κατά τις ωραίες εκφράσεις των νηπτικών κειμένων της Εκκλησίας μας, δεν παραδοξολογούμε. Ο πόνος και η συνειδητή κατάφαση σε αυτόν προσφέρει πολύτιμη γνώση, μεγάλη εμπειρία. Η εγνωσμένη παραδοχή της παθολογίας μας θα μας δώσει την υπέροχη και απαραίτητη για την πνευματική ανάβαση αυτογνωσία. Η γνήσια πνευματική ζωή είναι μία ηθελημένη απόσπαση από τον ψεύτικο εφησυχασμό της καλοπέρασης και η είσοδος σε μία καλή αγωνία και ήρεμη ανησυχία, όπως έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης, από την επανάπαυση και τη νωχέλεια σε μία ζωή όλο ωραίες αλλαγές. Μία πορεία προς συνάντηση του πλησίον, που κι εκείνος αγωνιά, άγχεται, δυσκολεύεται, προβληματίζεται, βασανίζεται και πονά.

Ο πόνος λιχνίζει και τελειοποιεί τον άνθρωπο. Ο πόνος από τους άλλους, δια πικρών λόγων και σκοτεινών έργων, συχνά είναι πιο σκληρός και από της ασθένειας και του πένθους. Πονά πολύ ο αταπείνωτος άνθρωπος όταν τον υποτιμούν, τον παρεξηγούν, τον μειώνουν, τον ειρωνεύονται, τον κουτσομπολεύουν, κατακρίνουν και συκοφαντούν. Οι συνεχώς κρίνοντες και κατακρίνοντες ασύστολα τους πάντες και τα πάντα, δίχως καμιά περίσκεψη κι αιδώ, καταδικάζοντάς τους αναπολόγητα, αμαρτάνουν φοβερά και θέτουν μεγάλο βάρος πάνω τους. Πονούμε τους άλλους, αλλά πονάμε κι εμείς.

Η συνεχής εξουσιαστικότητα στη ζωή δημιουργεί έντονη εχθρότητα, αντιπαλότητα και αντίδραση. Οι εξουσιαστές συνήθως είναι άσπλαχνοι εγωιστές, με υπερβολική εσωτερική ένδεια, που προσπαθούν να την καλύψουν με πράξεις ισχύος. Ο ανόητος άνθρωπος θέλει να γίνει μεγάλος, κάνοντας τους άλλους μικρούς. Ο μεγάλος χριστιανός συγγραφέας Ντοστογιέφσκυ ορθά λέει πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν διαπράξει ποτέ τους έγκλημα και όμως είναι χειρότεροι από εγκληματίες. Μερικοί πεθαίνουν χωρίς να ζήσουν. Λησμονούν ότι είναι άνθρωποι, εικόνες Θεού.

Ο ψυχικός πόνος είναι μια κραυγή της ψυχής για βοήθεια. Μας καλεί να εντείνουμε την πνευματική όραση και ακοή εντός μας. Δεν πρέπει απρόσεκτα να προσπεράσουμε αυτό το κάλεσμα και να παραβλέψουμε το μήνυμα. Όπως ένας πόνος του σώματος μας δη­λώνει ότι κάτι συμβαίνει στον οργανισμό μας και οδηγούμεθα στον ιατρό και τις σχετικές εξετάσεις, έτσι καλούμεθα ν' αποκρυπτογραφήσουμε το σήμα του ψυχικού πόνου με τη συνδρομή μάλιστα της κατάλληλης μελέτης, της προσευχής και της βοήθειας του έμπειρου πνευματικού.

Πολύ συχνά ο άνθρωπος εκτός από τα «γιατί» παραπονείται πως είναι αβάστακτος και ασήκωτος ο πόνος του και πως δεν είναι ικανός να τον αντέξει. Εν τούτοις αυτός ο μεγάλος πόνος τελικά αντέχεται και ανακαλύπτει και αποκαλύπτει πολύ σπουδαία πράγματα, που φανερώνουν την ποιότητα και ακεραιότητα της ζωής μας. Αν δηλαδή πιστεύουμε αληθινά -με μία πίστη δυνατή, ακράδαντη και θερμή- αν υπομένουμε κραταιά κι ελπίζουμε εγκάρδια. Η πίστη στον Κύριο ανοίγει δρόμους, εκεί που ήταν όλοι κλειστοί και αδιέξοδοι. Τότε αισθανόμεθα καλά την ατέλεια, την ανεπάρκεια, τη μικρότητα, την αδυναμία, την παροδικότητα της ζωής μας. Κατανοούμε τότε μετά του θείου και κορυφαίου αποστόλου Παύλου ότι η δύναμή μας στην ασθένεια φανερώνεται και ολοκληρώνεται. Μέσα στην ασθένεια ταλαντεύεται η επίγεια ευδαιμονία μας, πιστεύουμε ότι δεν έχουμε μένουσα πόλη, αλλά τη μέλλουσα επιζητούμε.

Ο πόνος μπορεί να γίνει εφαλτήριο για την εκτίναξή μας από τη στείρα μετριότητα, τη μονότονη στασιμότητα, το κουραστικό πνευματικό σημειωτόν, στη γνωριμία μας με τον πραγματικό εαυτό μας. Να γνωρίσουμε καλά τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τις αντοχές, τα όριά μας, τα τάλαντα που μας έδωσε ο Θεός μας. Να δούμε την κρυμμένη άγνωστη διάστασή μας -ότι δεν υπάρχουμε για να τρώμε και να κοιμόμαστε- και να γίνουμε περισσότερο αληθινοί άνθρωποι και χριστιανοί.

Δεν είναι εύκολο θέμα πράγματι για εξετάσεις ο πόνος.Δεν εξορκίζεται με πρόχειρες συνταγές εύκολης υπομονής, αλλά με ουσιαστική, ζωντανή και θερμή σχέση με τον Λυτρωτή, Σωτήρα, Σταυροαναστηθέντα Χριστό και τις δυνατές πρεσβείες των μεγάλων αγωνιστών του πόνου. μεγαλομαρτύρων, ιερομαρτύρων, οσιομαρτύρων, παρθενομαρτύρων, νεομαρτύρων, δικαίων, οσίων, ομολογητών. Ιδιαίτερα με τις σωστικές πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου, της στοργικής μητέρας πάντων των θλιβομένων, της ελπίδος των απηλπισμένων, της χαράς των χριστιανών, που τόσο πολύ την ακούει ο Υιός της, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.

Η κάθε περίπτωση πόνου είναι προσωπική, ιδιαίτερη, σημαντική για τον ίδιο τον άνθρωπο, πρωτόγνωρη ίσως, ασύγκριτη με όποιο άλλο μικρότερο ή μεγαλύτερο πόνο. Είναι ο καθαρά δικός μου σταυρός, το δικό μου φορτίο, ο δυνατός πειρασμός, η ισχυρή δοκιμασία, όπου κρίνομαι, εξετάζομαι και προβιβάζομαι ή μη. Η καλύτερη παρηγοριά πάντως των πικρών αυτών ωρών είναι η δια της ταπεινής και θερμής προσευχής επικοινωνία με τον πολυεύσπλαχνο, επουράνιο πατέρα, που υπάρχει για ν' ακούει και να προστρέχει στους πόνους των πάντοτε αγαπητών παιδιών του.

Όμως, παρ' όλα αυτά, νομίζω πως ακόμη δεν έχω απαντήσει καίρια στο ποιο ακριβώς είναι το βαθύ νόημα του πόνου στη ζωή μας. Ταπεινά φρονώ πως την καλύτερη απάντηση συνάντησα σ' ένα μεγάλο βυζαντινό θεολόγο, σ' ένα σπουδαίο ασκητή και μάρτυρα και μεγάλο άγιο της Εκκλησίας μας, Μάξιμο τον Ομολογητή, που οι ανόσιοι εικονομάχοι του έκοψαν τη γλώσσα και το χέρι, για να μη μιλά και γράφει. Λέγει περιεκτικά και χαρακτηριστικά ο άγιος: Η παράλογη ηδονή είχε ως φυσικό αποτέλεσμα την οδύνη, τον πόνο. Για ν' απαλλαγούμε από αυτή την οδύνη χρειάζεται μία νέα οδύνη, για να φθάσουμε στην όντως ηδονή! Παράλογη ηδονή, αδελφοί μου, είναι κάθε μορφή μικρής ή μεγάλης αμαρτίας. Η αμαρτία τελικά είναι ένας παραλογισμός. Ο άγιος Μάξιμος επίσης λέγει πως αιτία της πτώσεως των πρωτοπλάστων ήταν η γεύση της ηδονής, που τους μετέδωσε οδύνη. Ο πνευματικός νόμος λειτουργεί πάντοτε άψογα. Η παράνομη, παράλογη, εγωιστική ηδονή καταλήγει σε οδύνη. Η γλυκύτητα δίνει πικρότητα, σαν τα χαρούπια, την τροφή των χοίρων, την τροφή του ασώτου της γνωστής ευαγγελικής παραβολής.

Πώς θα ελευθερωθεί ο άνθρωπος από την οδύνη, την πικρότητα, που τον κουράζει και ταλαιπωρεί;Χρειάζεται να κοπιάσει, να πονέσει, ν' αγωνισθεί, για να ξεπεράσει τον πόνο και να απελευθερωθεί από την οδύνη, που του πρόσφερε η γεύση της παράλογης ηδονής. Πώς θα γίνει όμως αυτό; Είναι εύκολο; Θα έχει αίσια αποτελέσματα; Αξίζει ν' αγωνίζεται και κοπιάζει κανείς; Θα πραγματοποιηθεί δια του υπομονετικού, επίμονου, επιμελούς, δοκιμασμένου καλά και παραδεδομένου, γνήσιου ασκητικού αγώνος της Εκκλησίας μας. Η υπάρχουσα οδύνη της αμαρτίας θ' αναχωρήσει μόνο δια μιας νέας οδύνης, βίας και ασκήσεως. Όταν όμως ο άνθρωπος για διαφόρους λόγους δεν αγαπά, δεν προσλαμβάνει και δεν ενστερνίζεται το απαραίτητο, ασκητικό, μαρτυρικό φρόνημα της αγίας μητέρας μας Ορθόδοξης Εκκλησίας, τότε ο Πανάγαθος Θεός, που θέλει όλους να μας σώσει και να έλθουμε σ' επίγνωση της αληθείας, δεν μας εγκαταλείπει, δεν μας ξεσυνερίζεται, αλλά μας επισκέπτεται δι' ενός άλλου τρόπου για να μας βοηθήσει.

Ποιος είναι αυτός ο άλλος τρόπος; Οι διάφοροι πειρασμοί, οι πολλές δοκιμασίες, οι καθημερινές θλίψεις, οι έκτακτες ασθένειες, σωματικές ή ψυχικές. Όλα αυτά παραχωρούνται, επιτρέπονται από τον Θεό για την ανάνηψη, μετάνοια και σωτηρία μας. Με αυτές τις προϋποθέσεις και αυτή την προοπτική, αντιλαμβάνεσθε αγαπητοί μου, το βαθύ θέμα του πόνου και του νοήματός του στη ζωή μας. Δεν πρόκειται ασφαλώς για ατυχία, για κακή ώρα, για δυστυχία και τραγωδία, όπως λέγεται, αλλά για επίσκεψη Θεού, ευλογία, τρόπο και οδό προς αγιασμό, σωτηρία και λύτρωση.

Ή υπομονή λοιπόν στον πόνο και η προσευχητική καρτερία φέρει την επίσκεψη της θείας Χάριτος. Ο έτσι καλοδεχούμενος πόνος καθαρίζει την ψυχή. Αποδεικνύουμε την αγάπη μας στον Χριστό, με την αγόγγυστη υπομονή στον πόνο. Ο πόνος είναι ένας σταυρός, πάνω στον οποίο σταυρώνουμε τα πάθη μας. Μέσα από αυτή την εκούσια σταύρωση θ' αναστηθεί ο αναγεννημένος εαυτός μας.

Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητήςτονίζει πως η υπομονή στους πόνους των θλίψεων δίνει αληθινή γνώση και μεγάλη ωφέλεια. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος συνεχίζοντας λέγει πως αυτή η υπομονή στους πειρασμούς θα στεφθεί από χαρά, στην οποία προκαταβολικά πρέπει να ελπίζουμε κατά την αδιάψευστη εντολή του Κυρίου.

Ο πόνος, αδελφοί μου, ταπεινώνει τον άνθρωπο.Μέσα από την αδυναμία του μπορεί ν' αναζητήσει τη δύναμη στον Θεό και να την έχει. Αν θελήσει να τα βγάλει πέρα μόνος του θα ταλαιπωρηθεί αρκετά και θα πονέσει σίγουρα πιο πολύ. Είναι μία ευκαιρία, να υποχωρήσει ο ατομισμός, η αυτάρκεια, η επικίνδυνη τάση για αυτοθέωση, που αποτελεί πονηρή ψευδαίσθηση αυτοδυναμίας και αυτοδικαιώσεως, κι έτσι να οδηγηθεί στη σωτήρια μετάνοια, αποφασιστικά και αμετάκλητα, γενναία και σταθερά, δίχως διλήμματα, οπισθοχωρήσεις και δαιμονοκίνητες αναβολές.

Ο πιστός παραδίδεται ολοκληρωτικά στο θέλημα του Θεού. Λέγει κι εννοεί το «γενηθήτω το θέλημά Σου» της Κυριακής προσευχής. Η πίστη στον Θεό αποτελεί ένα διάφορο πόνο. Καλείται ο πιστός ν' απαγκιστρωθεί από το «ίδιον θέλημα», το κοσμικό περιβάλλον, πρόσωπα και πράγματα αντίθεα, ιδέες και μέριμνες παγιδευτικές. Ο πιστός προσκαλείται να μεταποιήσει τα πάθη σε αρετές και να μεταμορφώσει τη ζωή του.

Ένας ζωντανός και δυνατός οργανισμός, όταν νοσεί κάνει υψηλό πυρετό. Μη φοβόμαστε τον πυρετό. Είναι ένα σήμα. Κάτι δηλώνει. Ας μη σπεύσουμε να πάρουμε αντιπυρετικά. Ας αναζητήσουμε ως καλοί ιατροί την αιτία, την αφορμή, την προέλευση του ενοχλητικού πυρετού. Η πλούσια παράδοσή μας μας διδάσκει πως η κρίση του πόνου μπορεί να φέρει στην επιφάνεια τα αντισώματα εκείνα που τελικά θα μας σώσουν. Η αντιμετώπιση του πόνου θέλει μεγάλη προσοχή και υπομονή.

Ο άγιος Διάδοχος, επίσκοπος Φωτικής της Ηπείρου, θεοφώτιστα και θεοχαρίτωτα αναφέρει στις θεσπέσιες γραφές του ένα λόγο υπέροχα παρηγορητικό για πολλούς: «Ο υπομείνας χρόνιον ασθένειαν αγογγύστως ως μάρτυς παραλειφθήσεται». Αυτός, λέγει, που έχει μία χρόνια και ανίατη ασθένεια και την υπομένει στο κρεβάτι του πόνου δίχως να γογγύζει, αυτόν θα τον παραλάβει ο Κύριος κοντά Του ως ένα μεγαλομάρτυρα. Για να έχει όμως κανείς, αγαπητοί μου αδελφοί, τη μεγάλη καρτερικότητα και υπομονή να μη γογγύζει, ασφαλώς και βεβαίως θα πρέπει να πιστεύει θερμά στον Θεό και να προσεύχεται ταπεινά. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον νέο οικουμενικό διδάσκαλο, η προσευχή δεν είναι απλά μία νοητική ενέργεια που απευθύνεται έκτακτα στον Θεό, είναι πράξη καρδιακής καθάρσεως, στην οποία μετέχει όλος ο άνθρωπος.

Ο ασθενής, λοιπόν, που υπομένει τον πόνο κι ευχαριστιακά και δοξολογικά προσεύχεται, ενισχύεται, παραμυθείται, απαλλάσσεται από την εμπάθεια και την ηδυπάθεια κι αισθάνεται το μέγα έλεος του πανάγαθου Κυρίου. Στην κατάσταση της απάθειας η επιθυμία του άνθρωπου δεν νεκρώνεται, αλλά κατά την πατερική διδασκαλία μεταμορφώνεται. Αυτά όμως μόνο όταν τα ζει καλά κανείς, μόνο τότε μπορεί άνετα να τα εκφράσει και να τα περιγράψει. Είναι πολύ διαφορετικό να ξέρω ότι υπάρχει κάπου πολύτιμος θησαυρός, από το να τον έχω δικό μου, να γνωρίζω δηλαδή τι σημαίνει να είσαι αληθινός Ορθόδοξος χριστιανός.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει πως ύλη της θεώσεως είναι η καθαρότητα. Η ασθένεια, όπως είπαμε, καθαρίζει τον άνθρωπο, όπως και η ταπεινή άσκηση -το μόνο που έχει να δώσει ο άνθρωπος στον Θεό. Με όλα τα παραπάνω πού καταλήγουμε αδελφοί μου; Ότι είναι καλύτερα να είμαστε άρρωστοι; Να μη προσευχώμεθα υπέρ της υγείας μας; Ν' αγαπούμε τον πόνο; Όχι. Δεν επιζητούμε νοσηρά τον πόνο στη ζωή μας. Όταν όμως έλθει, που κάποτε με κάποιο τρόπο σίγουρα θα έλθει, μη πανικοβληθούμε, μη τρομάξουμε, μη φύγουν όλα κάτω από τα πόδια μας, μην απογοητευθούμε, μη μελαγχολήσουμε, μη τα βάλουμε με τον Θεό, μη Τον θεωρήσουμε τιμωρό κι εκδικητή, μη Τον αγνοήσουμε, μη Τον λησμονήσουμε, μη δεν προσευχηθούμε. Αν φαίνεται να καθυστερεί να μας απαντήσει, δεν σημαίνει διόλου ότι δεν μας παρακολουθεί, προσέχει και ακούει. Το σχέδιο της σωτηρίας μας μπορεί να φαίνεται ότι καθυστερεί, υφαίνεται όμως προσεκτικά και μυστικά. Δεν επιζητούμε αστόχαστα τον πόνο στη ζωή μας, αλλά αν και όποτε μας επισκεφθεί, ας αναζητήσουμε καρτερικά το κρυμμένο και βαθύ νόημα της επισκέψεώς Του. Μπορούμε ν' αναπτύξουμε μαζί Του ένα σημαντικό διάλογο, που ν' αποτελέσει σταθμό στη ζωή μας και να νοηματισθεί όλος ο βίος μας και να λάβει άλλη διάσταση και νέα προοπτική. Σας μιλά αδελφικά ένας πονεμένος.

Η ανάσταση ακολουθεί πάντα τη σταύρωση. Ο θάνατος μας συνοδεύει στην αιώνια και πανευφρόσυνη ζωή, όπου «ουκ έστι λύπη, πόνος και στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος». Αυτή την άλυπη, άπονη και αγόγγυστη παραδείσια ζωή προγεύεται, κατά τον υπέροχο άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, ο πιστός που έχει παραδώσει εκούσια όλη του τη ζωή στα χέρια του Χριστού, όπως λέμε σε κάθε θεία λειτουργία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

Με όλη μου την καρδιά, με όλη τη δύναμη της ψυχής μου και με όλη τη θέρμη του είναι μου εύχομαι ταπεινά και προσεύχομαι συνέχεια, αδελφοί πεφιλημένοι, ο πόνος των ασθενειών, των πειρασμών και των θλίψεων, να μη σας απογοητεύσει ποτέ.Ο πόνος να σας κάνει πιο υγιείς ψυχικά, πιο ώριμους πνευματικά, πιο καλλιεργημένους καρδιακά. Ο πόνος να συνδράμει στη νοηματοδότηση της ζωής σας και στην ουσιαστική σχέση σας με τον ζώντα Χριστό, τους φίλους του Χριστού, τους Αγίους και την Παναγία, τ' άγια μυστήρια και την αγία μας μητέρα Ορθόδοξη Εκκλησία, στην αγκάλη της οποίας όλοι οι πονεμένοι αναπαυόμαστε.

Εύχεστε και υπέρ εμού.

Άγιον Όρος Ιερά Σκήτη Κουτλουμουσίου
Πάσχα 2008

ελάχιστος μοναχός
Μωυσής Αγιορείτης

ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008 (
impantokratoros.gr)

Ο πολιτισμικός άθλος των Θεσσαλονικέων Ισαποστόλων Κυρίλλου και Μεθοδίου

$
0
0

του Στέλιου Παπαθεμελή

Είναι φέτος η επέτειος των 1150 χρόνων από τον εκχριστιανισμό των Σλάβων. Πνευματικός άθλος των δύο Ελλήνων, Θεσσαλονικέων αδελφών, Κυρίλλου και Μεθοδίου και ιδιοφυής υψηλή στρατηγική του Μεγάλου Πατριάρχου Φωτίου. Ο ευαγγελισμός της μισής Ευρώπης είναι η σημαντικότερη γεωπολιτική αλλαγή της πρώτης μεταχριστιανικής χιλιετίας στον πλανήτη.

Οι ταπεινωτικές συνθήκες στις οποίες έχουν περιέλθει οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και φυσικά η ελληνική στις μέρες μας, δεν διαφέρουν σε πολλά από εκείνες στις οποίες ζούσαν τότε οι βάρβαροι, πριν το φωτισμό τους.


Βιώνουμε μία περίοδο παλιμβαρβαρισμού. Το άλας εμωράνθη. Η χριστιανική πίστη είναι σε πορεία οπισθοχώρησης. Επικυριαρχεί παντού μία πολιτισμική αποσάρκωση του Χριστιανισμού. Οι διαχρονικές αξίες της ζωής αποδομούνται με όλους τους τρόπους, Social media, εκπαίδευση, αποσυντεθειμένη οικογένεια συνεργούν σ’ αυτό. Η αίσθηση ταυτότητας ατονεί. Ο εθνομηδενισμός καθίσταται «επικρατούσα θρησκεία». Είμαστε στα όρια αυτού που ο μακαριστός πατήρ Γεώργιος Φλωρόφσκυ διαπίστωνε, ότι «οι πολιτισμοί διαλύονται όταν εκλείπουν τα ελατήρια που τους εμπνέουν και οι πεποιθήσεις που δεσπόζουν».

«Οι δοκούντες άρχειν των εθνών», δηλαδή οι διεθνείς τοκογλύφοι, οι οποίοι ασκούν την παγκόσμια οικονομική και πολιτική εξουσία, προπετείς και αδίστακτοι επιβάλλουν στους λαούς το δόγμα του σοκ. Ενσταλάζουν στον κόσμο την κατάθλιψη και την απελπισία και προσώρας ακυρώνουν τη βούληση και ναρκοθετούν την αντίσταση των λαών στα καταστροφικά τους σχέδια. Αυτοί διάβασαν μόνο τον «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι, ο οποίος επιχειρηματολόγησε στον αντίποδα της χριστιανικής ηθικής. Εξακόσια χρόνια πριν τον φλωρεντινό, αμοραλιστή θεωρητικό, ο Μέγας Φώτιος σ’ ένα βαρυσήμαντο επιστολογικό του κείμενο προς τον Βόρι της Βουλγαρίας, εκχριστιανοθέντα ως Μιχαήλ διατυπώνει την χριστιανική θεωρία της εξουσίας. Εκεί συμβουλεύει τον αποδέκτη και προειδοποιεί και τους σημερινούς άρχοντες του σκότους εξορκίζοντάς τους «μηδένα μηδέποτε ανθρώπων, μηδέ των τυχόντων εις απόγνωσιν συνελάσης». Ποτέ μην οδηγήσεις σε απόγνωση κανέναν, ούτε και τον πιο ασήμαντο άνθρωπο. Γιατί; Διότι «ισχυρόν γάρ και άμαχον απόγνωσις όπλον»· είναι πολύ δυνατό και ακαταμάχητο όπλο η απόγνωση. Επειδή «πολλάκις ανάγκη στρατηγήσασα πράξεων παραβόλων ανελπίστους μεταβολάς εξειργάσατο, και πριν ή γενέσθαι μύθους νομιζομένας». Πολλές φορές δηλαδή, η ανάγκη, μηχανεύθηκε ριψοκίνδυνες πράξεις, που είχαν απροσδόκητες εξελίξεις που πριν λάβουν χώρα θεωρούνταν μύθοι. (Φωτίου του αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως προς Μιχαήλ τον άρχοντα Βουλγαρίας Επιστολής. Τί εστίν έργον άρχοντος. 98, μ).

Αργά ή γρήγορα αυτοί που οδήγησαν την κοινωνία σε απόγνωση, θα υποστούν οι ίδιοι το βαρύ της τίμημα. «Ισχυρόν γάρ και άμαχον (για τους απελπισμένους) απόγνωσις όπλον».

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ




Σε κάθε θλίψη να λες... (π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης)

$
0
0
«ΣΕ ΚΑΘΕ ΣΟΥ ΘΛΙΨΗ ΝΑ ΛΕΣ ΑΡΓΑ-ΑΡΓΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ:
“ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΟΡΤΑΖΟΜΕΝ ΝΕΚΡΩΣΙΝ”» (π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης)
...Με απλά λόγια ο γέροντας Πορφύριος εξηγεί την Ανάσταση σε γνωστό Καρδιολόγο των Αθηνών.

Έχεις δει τα κατσικάκια την άνοιξη ... (Δίδαγμα)
Eμπειρίες από τον γέροντα Πορφύριο

Αντί άλλης Πασχάλιας ευχής, θα σας μεταφέρω τα χαρμόσυνα αναστάσιμα βιώματα του μακαριστού γέροντα Πορφυρίου, όπως τα έζησα μια Τρίτη Διακαινησίμου στο κελλάκι του.
Πήγα να τον δω σαν γιατρός. Μετά την καρδιολογική εξέταση και το συνηθισμένο καρδιογράφημα με παρεκάλεσε να μη φύγω.

Κάθισα στο σκαμνάκι κοντά στο κρεβάτι του. Έλαμπε από χαρά το πρόσωπό του. Με ρώτησε:


- Ξέρεις το τροπάριο που λέει: «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν…»;
- Ναι γέροντα, το ξέρω.
- Πες το.
Άρχισα γρήγορα-γρήγορα. «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου τήν καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου, απαρχήν. Καί σκιρτώντες υμνούμεν τόν αίτιον, τόν μόνον ευλογητόν των πατέρων καί υπερένδοξον».
- Το κατάλαβες;
- Ασφαλώς το κατάλαβα. Νόμισα πως με ρωτάει για τη ερμηνεία του.

Έκανε μια απότομη κίνηση του χεριού του και μου είπε:

- Τίποτε δεν κατάλαβες, βρε Γιωργάκη! Εσύ το είπες σαν βιαστικός ψάλτης…Άκου τι φοβερά πράγματα λέει αυτό το τροπάριο: Ο Χριστός με την Ανάστασή Του δεν μας πέρασε απέναντι από ένα ποτάμι, από ένα ρήγμα γης, από μια διώρυγα, από μια λίμνη ή από την Ερυθρά θάλασσα. Μας πέρασε απέναντι από ένα χάος, από μια άβυσσο, που ήταν αδύνατο να την περάσει ο άνθρωπος μόνος. Αιώνες περίμενε αυτό το πέρασμα, αυτό το Πάσχα. Ο Χριστός μας πέρασε από το θάνατο στη ζωή. Γι’ αυτό σήμερα «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου τήν καθαίρεσιν». Χάθηκε ο θάνατος. Το κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε την «απαρχή» της «άλλης βιωτής, της αιωνίου» ζωής κοντά Του.

Μίλαγε με ενθουσιασμό και βεβαιότητα. Συγκινήθηκε. Σιώπησε για λίγο και συνέχισε πιο δυνατά:

- Τώρα δεν υπάρχει χάος, θάνατος, νέκρωση, Άδης. Τώρα όλα χαρά, χάρις στην Ανάσταση του Χριστού μας. Αναστήθηκε μαζί Του η ανθρώπινη φύση. Τώρα μπορούμε κι εμείς να αναστηθούμε, να ζήσουμε αιώνια κοντά Του…Τί ευτυχία η ανάσταση! «Καί σκιρτώντες υμνούμεν τόν αίτιον». Έχεις δει τα κατσικάκια τώρα την άνοιξη να χοροπηδούν πάνω στο γρασίδι. Να τρώνε λίγο από τη μάνα τους και να χοροπηδούν ξανά; Αυτό είναι το σκίρτημα, το χοροπήδημα. Έτσι έπρεπε κι εμείς να χοροπηδούμε από χαρά ανείπωτη για την Ανάσταση του Κυρίου μας και τη δική μας. 

Διέκοψε πάλι το λόγο του. Ανέπνεα μια ευφρόσυνη ατμόσφαιρα.

- Μπορώ να σου δώσω μια συμβουλή; συνέχισε. Σε κάθε θλίψη σου, σε κάθε αποτυχία σου να συγκεντρώνεσαι μισό λεπτό στον εαυτό σου και να λες αργά-αργά αυτό το τροπάριο. Θα βλέπεις ότι το μεγαλύτερο πράγμα στη ζωή σου- και στη ζωή του κόσμου όλου- έγινε. Η Ανάσταση του Χριστού, η σωτηρία μας. Και θα συνειδητοποιείς ότι η αναποδιά που σου συμβαίνει είναι πολύ μικρή για να χαλάσει τη διάθεσή σου. 

Μου έσφιξε το χέρι λέγοντας:

- Σου εύχομαι να σκιρτάς από χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου το χάος από το οποίο σε πέρασε ο Αναστάς Κύριος, « ο μόνος ευλογητός των πατέρων»…Ψάλλε τώρα και το «Χριστός Ανέστη».
Υστερόγραφο δικό μου «Αληθώς Ανέστη»

+ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ Καθηγητής Καρδιολογίας

ΤΑ ΑΣΚΗΤΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ

$
0
0

Της Χρυσάνθης Σταυροπούλου-Τσιούμη Καθηγήτριας στο ΑΠΘ

Να αναζητήσει κανείς τους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους κάποιοι άνθρωποι, επώνυμοι ή ανώνυμοι, μόνασαν κατά τους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους στους βράχους της Μεγάλης Πρέσπας είναι δύσκολο. Ίσως είναι καλύτερα ο επισκέπτης να κάνει σήμερα τις δικές του σκέψεις και προεκτάσεις αφήνοντας τη γοητεία της φύσης και των ανθρώπινων έργων να λειτουργήσει μέσα του.



Βασικά πάντως η απομόνωση στα ασκηταριά των βράχων εντάσσεται στο πνεύμα του χριστιανικού ασκητισμού και είναι δείγμα αγάπης ή προσπάθεια εξαγνισμού «εν κοινωνία» προς τα όσα υπέφερε ο Χριστός. Το απομονωμένο, γαλήνιο και πανέμορφο αυτό κομμάτι της ελληνικής γης προσφερόταν και προσφέρεται γι’ αυτή τη διαδικασία της εσωτερικής αναζήτησης.

Τα κελιά των μοναχών είναι σκαλισμένα στους βράχους και δίπλα τους ναοί ταπεινοί, χτισμένοι με ντόπια πέτρα. Η άρνηση των γήινων αγαθών και η διαβίωση σε σκληρές συνθήκες δεν αποκλείουν την ύπαρξη έργων ζωγραφικής, τα οποία άλλωστε αποτελούν στοιχεία της διδασκαλίας της πίστης και προσφορά στο Θεό.

Τοιχογραφίες των βράχων

Τα πρώτα έργα που βλέπει κανείς, καθώς προχωρεί στην απέναντι από το χωριό Ψαράδες όχθη, είναι οι τοιχογραφίες των βράχων. Ίχνη από λιθοκατασκευές ή λαξεύσεις στους απροσπέλαστους από την ξηρά βρόχους δείχνουν ότι οι τοιχογραφίες πρέπει να ανήκαν σε ασκηταριά.


Η πρώτη τοιχογραφία που συναντούμε, μια Παναγία με τα χέρια υψωμένα σε δέηση και το Χριστό μπροστά στο στήθος αποδίδει τον παλιό κωνσταντινουπολίτικο τύπο της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας. Ανορθόγραφη επιγραφή μιλάει για ανακαίνιση του χώρου με τη συνδρομή κάποιου ζεύγους. Σώζεται μόνο το όνομα της γυναίκας (Αρμένκα) και το έτος εκπόνησης της τοιχογραφίας (1455), στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Να υποθέσουμε ότι υπήρχε ή ότι υπάρχει κάτω από αυτήν την τοιχογραφία κάποια παλαιότερη; Αυτό είναι θέμα της μελλοντικής έρευνας.


Πιο πέρα μια δεύτερη τοιχογραφία εικονίζει πάλι την Παναγία να κρατεί στο δεξί χέρι τον Χριστό. Σε μια ανθρώπινη εκδήλωση μάνα και παιδί ακουμπούν τα πρόσωπά τους με τρυφερότητα. Ο τύπος της παράστασης ανταποκρίνεται στην Παναγία Ελεούσα-Γλυκοφιλούσα, όμως η επιγραφή την ονομάζει Πάντων Χαρά. Μια επιγραφή κάτω από την παράσταση σώζει τα ονόματα των αφιερωτών Μιχαήλ, Κωνσταντίνου και Μανουήλ Δραγάση και το έτος που κατασκευάστηκε η τοιχογραφία (1373), σε μια περίοδο δηλαδή δύσκολη και ταραγμένη. Το επώνυμο μας προσανατολίζει, χωρίς όμως αποδεικτικά στοιχεία, σε μια πιθανή σχέση των προσώπων με την αυτοκρατορική οικογένεια ή την αυτοκρατορική αυλή. Έργο με γρήγορες και σχηματοποιημένες πινελιές είναι χαρακτηριστικό μιας τέχνης με μοναστικό – επαρχιακό χαρακτήρα, η οποία όμως παρακολουθεί τη μεγάλη τέχνη της ίδιας εποχής.


Αξίζει να μνημονεύσουμε μία ακόμη τοιχογραφία που βρίσκεται από τη μεριά του χωριού Ψαράδες και κάπως πιο απόμακρα, η οποία παριστάνει τον άγιο Νικόλαο, προστάτη των ναυτικών. Το έργο έγινε στα 1827 και δείχνει τη διαχρονική συνέχιση της παράδοσης και της σημασίας του χώρου.

Μεταμόρφωση του Σωτήρος

Το ασκηταριό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος είναι το πρώτο που συναντούμε αμέσως μετά την τοιχογραφία της Παναγίας της Ελεούσας και ίσως και το παλιότερο, αφού υποθέτουμε πως πρέπει να έγινε του 13ο αι. Στον μυχό μιας μικρής παραλίας και μέσα στο βράχο σώζεται μικρός, πετρόχτιστος, μονόχωρος και καμαροσκέπαστος ναός. Βόρεια από αυτόν υπάρχουν ίχνη από κελιά μοναχών.


Η πρόσβαση γίνεται με μικρή ξύλινη σκάλα. Υπολείμματα τοιχογραφιών δείχνουν πως ο ναός είχε και ζωγραφική διακόσμηση, η οποία δεν σώζεται καλά.

Μικρή Ανάληψη

Πιο πέρα, ψηλά οε μια εσοχή βράχων είναι χτισμένο το ασκηταριό της Μικρής Ανάληψης. Η κατασκευή πρόσβασης που εκτελείται αυτήν την εποχή θα κάνει προσιτό στον κόσμο το μικρό και δύσβατο αυτό ασκηταριό. Χωμένος μέσα σε βράχο στέκεται ο μικρός καμαροσκεπαστός, μονόχωρος ναός που έχει ανατολικά μόνο δύο κόγχες, του ιερού βήματος και της πρόθεσης. Στους χώρους αυτούς σώζονται παραστάσεις με την Παναγία τη Βλαχερνίτισσα, τον Μελισμό, την Πεντηκοστή και την Ανάληψη. Είναι έργα προσεγμένα, καλής τέχνης της περιφέρειας, πιθανόν του τέλους του 15ου αι.



Παναγία η Ελεούσα

Ακολουθεί το καλύτερα διατηρημένο ασκηταριό της Παναγιάς της Ελεούσας. Βρίσκεται σε μια μικρή παραλία, ψηλά, μέσα σ’ ένα βαθύ σπήλαιο με σχεδόν κάθετους βράχους. Ο ναός είναι μικρός και χτισμένος με πέτρες και κονίαμα. Είναι μονόχωρος και καμαροσκέπαστος. Εξωτερικά είναι επιχρισμένος και οι επιχρισμένοι τοίχοι διανθίζονται με κόκκινες γραμμές που μιμούνται την πλίθινη διακόσμηση των βυζαντινών χρόνων. Είναι μια λύση που δόθηκε για να ικανοποιήσει τις αισθητικές αντιλήψεις της εποχής και της περιοχής, μια και η μεταφορά πλίνθων στο δύσβατο αυτό χώρο ήταν προβληματική.

Στο τοξωτό τμήμα πάνω από την είσοδο εικονίζεται η Παναγία η Ελεούσα, πλαισιωμένη από ταινία με ωραίο κόσμημα. Η εικονογράφηση της μορφής της στη θέση αυτή δείχνει πως ο ναός ήταν αφιερωμένος στο όνομα της. Το εσωτερικό του ναού είναι γεμάτο με τοιχογραφίες. Σώζεται η ιδρυτική επιγραφή που αναφέρει ότι η ανέγερση του ναού της Θεοτόκου έγινε το 1409/10 με τη συνδρομή, τον κόπο και τα έξοδα τριών μοναχών, του Σάββα, του Ιακώβου και του Βαρλαάμ, όταν «αυθέντης» ήταν ο Βλουκασηνός (Βουλκασηνός). Συζητήθηκε το θέμα αν ο αναφερόμενος Βλουκασηνός ταυτίζεται με τον Vukasin που κατείχε την περιοχή το 1355-1371, τονίσθηκε όμως ότι ούτε αυτός ούτε ο γιος του ήταν αυτή την εποχή στη ζωή. Τι ακριβώς συμβαίνει μ’ αυτήν την επιγραφή δεν είναι εύκολο να υποθέσουμε.


Μήπως η επιγραφή του 1410 αναγράφηκε, όταν έγινε η εσωτερική τοιχογράφηση και αναφέρεται και στο χτίσιμο που μπορεί να έγινε σε προγενέστερη εποχή; Είναι αλήθεια πάντως ότι η εξωτερική τοιχογραφία έχει διαφορετική ποιότητα από τις εσωτερικές τοιχογραφίες.

Μια άλλη επιγραφή στο νότιο τοίχο αναφέρει ως ζωγράφο τον ιερομόναχο Ιωαννίκιο. Αλλά και σ’ αυτόν το χώρο διαπιστώθηκε τεχνοτροπική διαφοροποίηση των τοιχογραφιών, η οποία προβλημάτισε για το αν οι σκηνές της πάνω και της κάτω ζώνης έγιναν από τον ίδιο ζωγράφο, διότι αυτός που ζωγράφισε το Δωδεκάορτο της πάνω ζώνης έχει μια απλοϊκή τεχνική και τεχνοτροπία, ενώ η κάτω ζώνη με τους αγίους ακολουθεί πιο αποτελεσματικά την παράδοση της βυζαντινής τέχνης αυτής της εποχής.


Διατυπώθηκε μάλιστα η υπόθεση ότι ο Ιωαννίκιος, που φαίνεται να γνώριζε τη ζωγραφική της Καστοριάς και της Αχρίδας, είναι αυτός που ζωγράφισε τις μεμονωμένες μορφές των αγίων. Το θέμα χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.

Αναγκαία η συντήρηση

Η άσκηση στους βράχους της Μεγάλης Πρέσπας άρχισε στους βυζαντινούς χρόνους και συνεχίστηκε στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Ονόματα επώνυμων και ανώνυμων μας μεταφέρουν σε διάφορες εποχές και σε διαφορετικές ιστορικές συνθήκες, οι οποίες πρέπει επίσης να έπαιξαν το ρόλο τους στις επιλογές κάποιων ανθρώπων για πλήρη απομόνωση από τα εγκόσμια.

Η μελέτη και η συντήρηση των λίγων αυτών ασκηταριών είναι έργο με προτεραιότητα όχι μόνο εξαιτίας της γοητείας τους αλλά και εξαιτίας του κινδύνου που διατρέχουν από το χρόνο και τις καιρικές συνθήκες.

volida-volida.blogspot.gr

Κυριακή των Μυροφόρων (Γ' από του Πάσχα)

$
0
0
Κυριακή των Μυροφόρων (Γ' από του Πάσχα)
Κυριακή των Μυροφόρων ήτοι ή γ΄από του πάσχα

Mετά από κάθε μεγάλη εορτή η Εκκλησία μας συνηθίζει να μας καλεί σε εορταστική σύναξη για να τιμήσουμε τους δευτεραγωνιστές του δράματος και του ιερού γεγονότος πού πανηγυρίσαμε. Έτσι μετά το Πάθος και την τριήμερον έγερσιν και την μνήμη της ψηλάφησης του Θωμά, η Εκκλησία προβάλει κάποια ηρωϊκά και αξιομίμητα πρόσωπα πού έλαβαν συμμετοχή στα Πάθη και έγιναν μάρτυρες της ανάστασης του Χριστού: Τους δύο ιουδαίους άρχοντες Ιωσήφ, ηγεμόνα της Αριμαθαίας και τον νομοδιδάσκαλο Νικόδημο και αυτές τις Μυροφόρες Γυναίκεςπού ακολούθησαν τον Χριστό στον Γολγοθά και τον Τάφο και αξιώθηκαν να γίνουν μάρτυρες της Αναστάσεως, ότι ηγάπησαν πολύ.


Ο Ιωσήφ ο ευσχήμων και δίκαιος, είναι ένα πρόσωπο, πού εμφανίζεται στα ευαγγέλια αμέσως την ημέρα του Πάθους και μετά τον θάνατο του Χριστού. Αιτεί το σώμα από τον Πιλάτο και θάβει τον διδάσκαλο του, σε καινό μνημείο πού προετοίμαζε για τον εαυτό του. Πληροφορούμαστε επίσης πώς ήταν επίσημο πρόσωπο και πώς περίμενε και αυτός την βασιλεία του Θεού, πράγμα πού μπορεί να σημαίνει πώς ήταν ένας κρυφός μαθητής του Χριστού, διά τον φόβο των Ιουδαίων ή ένας πολύ ευλαβής και ευσεβής άνθρωπος.

Ο Νικόδημοςείναι αυτός ο νυχτερινός μαθητής του Ιησού με τον οποίο διαλέχτηκε κάποτε σε υψηλό θεολογικό επίπεδο και πού προσπάθησε εις μάτην να υποστηρίξει τον Χριστό ενώπιον του συνεδρίου. Αυτός έφερε μια τεράστια ποσότητα μύρων στην ταφή του Χριστού για να τιμήσει τον διδάσκαλο Του.Και οι δύο ήταν άνθρωποι της εξουσίας και με υπόληψη ενώπιον των ιουδαϊκών και ρωμαϊκών αρχών.Και όμως αυτή την τους την υπόληψη και κοινωνική θέση καταφέρνουν από την αγάπη την πολλή ή από την καρδιακή τους εντιμότητα και με γενναιότητα ψυχής να μην την υπολογίσουν. Ενώ ακόμα ο όχλος μαίνεται και οι άρχοντες της αμαρτίας επικρατούν και ο Ιησούς φαίνεται ότι νικάται και εξουθενώνεται και μαθητές και απόστολοι διασκορπίζονται και κρύβονται, τα δυο αυτά ιερά πρόσωπα δείχνουν γενναιότητα και αυτοθυσία. Περιστοιχίζουν τον ηττημένο και αποσυνάγωγο και εβδελυγμένον θεωρούμενον ως νεκρόν, ον απεδοκίμασαν οι θρησκευτικοί άρχοντες του λαού τους και τον θάβουν επιμελώς και τιμητικά με βασιλικές τιμές.


Κυριακή των Μυροφόρων (Γ' από του Πάσχα)

Ζούμε σε μια εποχή πού η εξουσία ταυτίζεται άμεσα με την πνευματική και υλική διαφθορά και η διαφθορά αυτή διαχέεται ως ατομισμός και δίψα για διάκριση, επιβίωση, αυτοπροβολή, συντήρηση του ειδώλου(Image) και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Όποιος δεν βαδίζει με τον συρμό και πολύ περισσότερο όποιος δεν αγωνίζεται να επιβληθεί εξουσιαστικά στο κοινωνικό στερέωμα όχι μόνο καταποντίζεται αλλά και αναγνωρίζεται ως περιθωριακός και μηδαμινός.Η στάση των ευσχημόνων ανδρών δεν είναι προκλητική μόνον για την εποχή τους. Είναι εκτός έθους και στην σημερινή ανταγωνιστική και απόλυτα εικονολατρική εποχή. Είναι πολύ γενναίο να πηγαίνεις ενάντια στο ρεύμα και στις κοινωνικές αρχές και συμβάσεις, είναι ανοίκειο να επιβάλεις εσύ το πρέπον επειδή υπάρχει προσωπική ηθική συνείδηση, γιατί η συνείδηση των πολλών είναι η μεγέθυνση της ατομικότητας τους. Ιερό είναι το επιβαλλόμενο και ό,τι επικρατεί. Λοιπόν, οι ευσεβείς είναι ασεβείς για τον κόσμο και οι φειλεύσπλαχνοι μαίνονται, άρα και οι έντιμοι είναι επικίνδυνοι και κάθε αλτρουισμος τρέφει την καχυποψία.Ο νους μας δεν μπορεί να συλλάβει δύο άρχοντες να υπερβαίνουν τα νενομισμένα και να φέρονται με τέτοια ανθρώπινη τρυφερότητα και εντιμότητα σε έναν αποστάτη του γένους και της κοινωνίας. 

Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος είναι οι ήρωες της αγάπης και της αυτοθυσίας, αυτό πού εμείς που λεγόμαστε οι πολλοί και το σύνολον έχουμε απαίτηση απο την άρχουσα τάξη να ασπαστεί και να υποδυθεί: τον ρόλο της θυσίας και της προσφοράς, το σπάσιμο κάθε αλυσίδας πού συγκρατεί την τυρανία του φόβου, της επιβολής και της διάκρισης. Η φιλευσπλαχνία και η αγάπη για την αλήθεια, την έμπρακτη αλήθεια είναι το αεί ζητούμενον.Φτάνει εμείς ως σύνολο να απεκδυθούμε την διαφθορά και την προκατάληψη και να εννοήσουμε πώς οι άρχοντες δεν είναι οι ιεροφάντες του καθεστώτος και του πρέποντος και εμείς οι ακόλουθοι τους, αλλα οι ποιητές του αυτονόητου που έρχονται και να μας εκφράσουν, αλλά και να μας διδάξουν δίνοντας το παράδειγμα της γενναίας απόφασης. Αλλιώς αποτελούμε μαζί τους ένα αξιολύπητο σύνολο.

Στεκόμαστε και στην στάση των Μυροφόρων Γυναικώνγια τις οποίες θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά περισσότερα.Βουβά αλλά ενεργά πρόσωπα. Στέκονται κάτω από τον Σταυρό. Παρακολουθούν το Θείο Δράμα στιγμή προς στιγμή, απόντων των φίλων και μαθητών. Συνοδεύουν τον Νεκρό ως τον Τάφο. Και πάλι αγνοώντας την δύναμη και την βαναυσότητα της φρουράς, επειδή η τεράστια αγάπη νικάει τον φόβο, τρέχουν μέσα στην νύχτα στον τάφο για να μυρίσουν τον νεκρό.Η διήγηση των ευαγγελίων είναι πολύ συγκινητική. Στα τόσα τρομερά γεγονότα και σημεία, στο σκοτάδι, στον σεισμό, στον θάνατο της ελπίδας, στις ραδιουργίες των αρχόντων, στο μένος και την σκληρότητα του όχλου, παρεμβάλεται μια σκηνή καθημερινή και πολύ απλή: Κάποιες γυναίκες θρηνούν τον νεκρό, σαν οποιοδήποτε νεκρό πεφιλημένο, όπως όλες οι γυναίκες του κόσμου, όπως σε κάθε νεκρό σε κάθε τόπο και χρόνο. Τηρούν την αργία του Σαββάτου σαν κάτι το θρησκευτικό, ανθρώπινο και συνηθισμένο. Και πρωΐ της Κυριακής όπως κάθε γυναίκα πού συμπονά, αγαπά και φροντίζει, τρέχουν προς τον Τάφο για να τιμήσουν τον αγαπημένο νεκρό. Οι στρατιώτες και ο λαός αφήνουν απείραχτες και αδίωκτες αυτές τις γυναίκες. Ίσως τις θεωρούν ταπεινές και αμελητέες.Οι γυναίκες πού θρηνούν τον νεκρό τους.Και όμως αυτή η ταπείνωση και η λαθότητα ειναι μεγαλειώδεις!Αυτή η αυτονόητη, αρχέγονη, κοινή μα τόσο τεράστια αγάπη της γυναίκας, πού διακονεί, συμπονά, συμπαραστέκεται, φροντίζει, αυτή η πανανθρώπινη συνήθεια πού είναι κοινό έθος σε κάθε γυναίκα κάθε λαού και κάθε εποχής, εξαγιάζεται και ανταμοίβεται. Η αγάπη πάντα νικά και ανταμείβεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Όμώς η αγάπη της γυναίκας ήρθε η ώρα να τελειωθεί και να λάβει ολοκλήρωση: Το ευαγγέλιο της Ανάστασης, η συνάντηση με τον Αναστημένο, το Χαίρετε, η ανταμοιβή να λάβουν το ρόλο των πρώτων ευαγγελιστών όλων των εποχών. Η αγάπη, η ανόθευτη αγάπη επιτέλους παίρνει το πρώτο βραβείο. Όποιος αγαπά απλοϊκά και αυτονόητα, αγαπάται από τον Χριστό και πλείονα χάριν κομίζει, την χάρη της αναστάσιμης χαράς και ειρήνης.

Με το παράδειγμα των δύο ανδρών και την ανταμοιβή των μυροφόρων, ας ασκήσουμε την απόλυτη αγάπη και αφοσίωση και μείς στον Νυμφίο και Διδάσκαλο της Εκκλησίας και να αξιωθούμε της πασχάλιας χαράς και ειρήνης στους αιώνες. Χριστός Ανέστη!

σαββατον 18-5-2013 ππκρ.

iereas anatolikis ekklisias

Ένας Επίσκοπος γράφει για τη μάνα...

$
0
0

Γιορτάστηκε την Κυριακή του Θωμά η εορτή της μάνας. Την τιμά η Ορθόδοξη Εκκλησία μας κατά την εορτή της Υπαπαντής.

Γιορτάζουμε όμως τη μάνα καθημερινά. Αναφέρουμε το όνομά της σε κάθε στιγμή της ζωής μας, γιατί δεν υπάρχει πιο θαυμάσιο πρόσωπο από το πρόσωπο της μητέρας.

«Τι μητρός θαυμασιώτερο;», θα γράψει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. 
Για την μάνα μίλησε ο Χριστός και μέσα στην ανέκφραστη οδύνη του, την παρέδωσε στο μαθητή Του, ως το πιο πολύτιμο κειμήλιο: «Γύναι, ιδού ο Υιός σου» και στο μαθητή Του: «Ιδού η μήτηρ σου».

Το πρόσωπο της μάνας το εγκωμιάζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Άλλωστε, πίσω από μεγάλες μορφές, κρύβεται το πελώριο ανάστημα κάποιας μάνας.

Γι’ αυτές θα πει χαρακτηριστικά ο ειδωλολάτρης Λιβάνιος : «αλοίμονό μας, αν οι χριστιανοί έχουν τέτοιες μανάδες!». 
Και ο Κωνσταντίνος Καλλίνικος, ο φωτισμένος αυτός Κληρικός, θα συμπληρώσει «Όλοι οι μεγαλοφυείς και πελώριοι άνδρες είναι δικά σας γεννήματα.

Από την αφανή εστία, παρά την οποία μυσταγωγείτε, διευθύνετε κατά βούληση τον ρου της ιστορίας. Είστε βασίλισσες του λίκνου μας και των καρδιών μας».


Την μάνα, κατά το Μέγα Βασίλειο, δεν την κάνει η γέννηση, αλλά η καλή ανατροφή. Γνώρισμά της, δεν είναι το ότι μόνο φέρει παιδιά στον κόσμο, αλλά η ηθική ανατροφή των παιδιών. «Η μητέρα», συνεχίζει ο Μέγας Βασίλειος, «είναι φρουρός των παιδιών».

Χρησιμοποιεί ως πρώτο μέσο προστασίας το καλό παράδειγμά της, τον τρόπο ζωής τον δικό της, καθώς και ολόκληρης της οικογένειάς της.

Οπλίζει τα παιδιά με την μάχαιρα του πνεύματος. 
Γι’ αυτό και όταν η μητέρα του φεύγει από τον κόσμο αυτό αισθάνεται την ανάγκη να επικοινωνήσει με τον επιστήθιο φίλο του, τον Άγιο Ευσέβιο Επίσκοπο Σαμοσάτων, και να του φανερώσει τον πόνο του γράφοντας τα εξής: «Τώρα, λοιπόν, ακόμη και εκείνη που ήταν η μόνη παρηγοριά στην ζωή μου, η μητέρα μου, και αυτήν την στερήθηκα εξαιτίας των αμαρτιών μου. Και να μην γελάσεις εις βάρος μου, επειδή κλαίω για την ορφανιά μου σε αυτήν την ηλικία, αλλά να με συγχωρήσεις που δεν μπορώ να υποφέρω το χωρισμό μιας ψυχής, προς την οποία δεν βλέπω τίποτα να μπορεί να συγκριθεί από αυτά που μου μένουν σε αυτόν τον κόσμο». 


Γεμάτος θαυμασμό και στην ίδια συχνότητα με το Μέγα Βασίλειο και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θα γράψει πως στη ζωή μας, δεν θα συναντήσουμε άλλη στοργή και αγάπη τρυφερότερη και θερμότερη, βαθύτερη και αφιλοκερδή από την αγάπη της πονετικής και φιλόστοργης μάνας.

Γι’ αυτό, γεμάτος θαυμασμό, θα αναφωνήσει: «Μήτερ γλυκερή, και φίλτρον αμεμφές!» - «Μάνα γλυκειά, και αγάπη άδολη!». 


Την μάνα επαινεί η χρυσή αηδόνα της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Γι’ αυτό και θα την επαινέσει στις περίφημες ομιλίες του : 
«Η μητέρα, όταν βλέπει το παιδί της να έχει πυρετό, αφού καθήσει κοντά του, όταν κατέχεται από τον πυρετό και καίγεται, πολλές φορές λέει με κλάματα στο άρρωστο παιδί : «Μακάρι, παιδί μου, να μπορούσα να είχα εγώ το δικό σου πυρετό και να καίγομαι εγώ αντί για σένα».


Και σε μια άλλη ομιλία του γράφει : «Και όσο ξύλο κι αν φάει από την μητέρα του το παιδί, αυτήν επιζητεί και από όλους αυτήν προτιμά. Κι αν ακόμη του δείξεις μια βασίλισσα με το στέμμα της, δεν την προτιμάει από την μητέρα του, που φοράει ρούχα κουρελιασμένα, αλλά θα προτιμούσε περισσότερο να ιδεί εκείνη με τα κουρέλια της, παρά τη βασίλισσα με τα στολίδια της. Γιατί το δικό του και το ξένο γνωρίζει να το διακρίνει, όχι με βάση τη φτώχεια και τον πλούτο, αλλά με βάση την αγάπη». 


Ακόμη και μέσα από τις δοκιμασίες, οι Άγιοι αισθάνονταν την ανάγκη να επικοινωνήσουν με τη μητέρα τους, ακόμη κι αν βρίσκονταν πάρα πολύ μακριά.

Αισθανόντουσαν θλίψη, αν κάτι συνέβαινε στο πρόσωπο αυτό. Ένα τέτοιο παράδειγμα το βλέπουμε στον πολύπαθο Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη.

Όταν πληροφορείται την ασθένεια της μητέρας του γράφει προς αυτήν τα εξής συγκινητικά : 
«Αν ήταν δυνατόν να μεταφέρονται δάκρυα μέσα στα γράμματα, θα πλημμύριζα αυτήν την επιστολή μου, και θα σου την έστελνα αυτές τις ημέρες. Γιατί, ειλικρινά, δεν αντέχω να ακούω τα νέα σου, και δεν εννοώ μόνο όσα μιλούν για θάνατο, αλλά και για αρρώστιες θανατηφόρες… Πώς να προχωρήσω και να ολοκληρώσω την επιστολή μου χωρίς δάκρυα; Άραγε, απέμεινε και αυτό για τη δύστυχη ζωή μου, να πληροφορηθώ και το θάνατό σου; Να θρηνήσω πάνω στο λείψανό σου; Να γράψω στίχους βλέποντας τον τάφο σου; … Και πώς υποφέρονται όλα αυτά; Εύχομαι να μη μου συμβούν». 


Κι όταν η μητέρα του φεύγει από τον κόσμο αυτό, εκείνος στον επιτάφιο λόγο του αναφέρει πάρα πολύ συγκινητικά τα εξής:
 «Αλλά, σεβαστή και πολυπόθητη μητέρα μου (γιατί τώρα στρέφομαι σε σένα, το γλυκό για μένα πράγμα και όνομα, το ποθητό και αγαπημένο μου θέαμα, την μητέρα και το [πνευματικό μου] παιδί, μάλλον δε αυτή που με γέννησε δυο φορές, την διπλή μητέρα μου) που μας άφησες; Πού πήγες; Πού βρίσκεσαι; Πού και σε ποιους τόπους κατασκηνώνεις; Σε ποιες επαύλεις συχνάζεις; Ποιους σπουδαίους βλέπεις; Διότι τον άρχοντα τον άρχοντα του αιώνος αυτού (τον διάβολο) ξέρω καλά ότι με τις καλές σου πράξεις τον υπερνίκησες και βρίσκεσαι εκεί όπου βρίσκεται η κατοικία όλων Αγίων που χαίρονται, εκεί που υπάρχει μουσική και χορωδία αυτών που γιορτάζουν και ευφραίνονται … Μη λησμονήσεις, λοιπόν, εμάς τα ταπεινά σου τέκνα. Μη, σε παρακαλώ. Μη, σε ικετεύω, μη λησμονήσεις το μικρό και το μεγάλο σου ποίμνιο,…». 


Ασυγκίνητος μπροστά στο πρόσωπο της μάνας, δεν μένει κανείς. Ούτε τύραννοι, ούτε αυτοκράτορες, ούτε Επίσκοποι, ούτε Κληρικοί, ούτε και απλοί μοναχοί.

Μέχρι και αυτός, ο περίφημος ασκητής Άγιος Συμεών, ο δια Χριστόν σαλός, που δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του και έγινε θέατρο εις τους ανθρώπους, όταν πληροφορείται την έξοδο της μητέρας του από αυτή τη ζωή, απηύθυνε την εξής χαρακτηριστική προσευχή :
«Ο Θεός, ο την θυσίαν του Αβραάμ δεξάμενος, ο την ολοκαύτωσιν Ιεφθάε επιβλέψας, ο τα δώρα του Άβελ μη βδελυξάμενος, ο διά τον Σαμουήλ τον παίδα σου την Άννα προφήτιδα αναδείξας, αυτός, Κύριέ μου, Κύριε, δι’εμέ τον δούλο σου πρόσδεξαι την ψυχήν της καλής μου μητρός. Μνήσθητι, ο Θεός, των κόπων αυτής και των μόχθων ων εις εμέ εκοπίασεν. Μνήσθητι, Κύριε, των δακρύων αυτής και των στεναγμών, ων εξέχεεν, ότε προς σε εξ’αυτής έφυγα… Μη επιλάθη, Δέσποτα, ότι ουδέ προς ώραν χωρισθήναι μου ηδύνατο και εχωρίσθη μου όλον τον χρόνον… Μη επιλάθη, δίκαιε, των διασπαραγμών των σπλάχνων αυτής, ων έσχεν τη ημέρα ότε προς σε κατέφυγα. Γινώσκεις, Κύριε, πόση αϋπνίαν εκτήσατο κατά πάσαν νύκτα μνημονεύουσα της εμής νεότητος εξότε αυτήν εγκατέλιπον. Συ οίδας, Δέσποτα, πόσας νύκτας εποίησεν άϋπνος, ζητούσα το συγκοιμώμενον αυτή πρόβατον… Μνημόνευσον, Δέσποτα, ότι την εαυτής παραμυθίαν και χαράν και αγαλλίασιν υστέρησα αυτήν, ίνα σοι τω εμώ και αυτής Θεώ και Δεσπότη των απάντων δουλεύσω. Δος αυτή αγγέλους διασώζοντας αυτής την ψυχήν εκ των πνευμάτων…».

Πότε γιορτάζει η μάνα; Σ’ αυτόν τον προβληματισμό μας απαντά με ένα θαυμάσιο ποίημα η Ναυσικά Κασιμάτη:


Ρωτώ στους δρόμους 
τους ανίδεους διαβάτες:

-Παρακαλώ... για πείτε μου,
πότε γιορτάζουν οι μάνες;


Μου δείχνουν τους τοίχους, που γεμίσανε αφίσες
:

"Μια Κυριακή του Μάη...η γιορτή της μάνας..."


Και τότες,
περνούν από μπροστά μου 
μαντηλοδεμένα
-αναρίθμητο πλήθος-
τα σφιγμένα πρόσωπα 
των μανάδων...Ε...σεις...,για πείτε μου,
ξαναρωτώ με απελπισία, 
πότε και πώς γιορτάζουν οι μάνες;
Μ' ένα πανέρι, τάχα, μοσχομπίζελα
ή μια ορχιδέα σε διάφανο κουτί;


Και κάποιος πλάι μου
κουνάει το κεφάλι 
με περίσκεψη. 
- Σαν βγάλουνε φτερούγες τα αετόπουλα,
κυρά μου,
π' ολοένα μακραίνουν και δυναμώνουν...
Κάποια στιγμή τις απλώνουν..
ζυγιάζονται...
κι ορμούν για τον Ήλιο...


Τότε μόνο γιορτάζουν οι μάνες!
 Έτσι μόνο γιορτάζουν οι μάνες! 
Η μάνα είναι το κρύο νερό που στο ποτήρι δεν μπαίνει!


Όποιος την έχει, ας την χαίρεται κι ας την προσέχει ως κόρην οφθαλμού!
Όποιος την έχασε, ας έχει την ευχή της απ’ τον ουρανό!

romfea.gr

Κυριακή των Μυροφόρων• ήγέρθη, ουκ εστίν ώδε•

$
0
0

Ευαγγ.Ανάγνωσμα: Μαρκ. 15, 43 – 16, 8

Σήμερα, Κυριακή τρίτη από το Πάσχα, η Εκκλησία μας τιμά δυο ομάδες προσώπων: η πρώτη αποτελείται από δυο άνδρες, τον Ιωσήφ και το Νικόδημο, και η δεύτερη από τις μυροφόρες γυναίκες. Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος είναι αψευδείς μάρτυρες του πραγματικού θανάτου του Ιησού Χριστού και της ταφής Του και οι μυροφόρες είναι αυτές που άκουσαν πρώτες το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης και είχαν ακολούθως άμεση εμπειρία του Αναστάντος Κυρίου.

«Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον• ήγέρθη, ουκ εστίν ώδε• ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν»

Η Ανάσταση του Θεανθρώπου Ιησού είναι η νίκη της ζωής εναντίον του θανάτου˙ ο Χριστός με το θάνατό του κατατρόπωσε το θάνατο και χάρισε σε μας την αιώνια ζωή. «Πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, Άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός, και συ καταβέβλησαι. Ανέστη Χριστός, και πεπτώκασι δαίμονες. Ανέστη Χριστός, και χαίρουσιν Άγγελοι. Ανέστη Χριστός, και ζωή πολιτεύεται…» (Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, Λόγος Κατηχητικός Κυριακής του Πάσχα).

Ο θεάνθρωπος Ιησούς με το πάθος, τον εκούσιο σταυρικό θάνατο και την ανάστασή Του, λύτρωσε οριστικά εμάς τους ανθρώπους από την απελπιστική φθορά και το θάνατο και μας χάρισε την αιώνια ζωή: «Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν, έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος» (βλ. Όρθρο Κυριακής του Πάσχα). Ο Κύριος με την Ανάστασή του καταπατά το θάνατο, δίδει τη ζωή σε εκείνους που ήταν καταδικασμένοι να παραμείνουν στα μνήματα και διασφαλίζει την εκ νεκρών ανάσταση όλων των θανόντων. Αυτό άλλωστε φαίνεται ξεκάθαρα και στο εφύμνιο της Πασχαλινής περιόδου: «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Ο αναστάς Κύριος μεταγγίζει σε μας την αθανασία και την παντοτινή αφθαρσία. Με το φως της Θεότητός Του διαλύει το σκοτάδι της φυλακής των ψυχών των ανθρώπων και ζωοποιεί τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έτσι το γεγονός του θανάτου καθίσταται ένα πέρασμα από την πρόσκαιρη ζωή στην αιώνια.

Βέβαια, είναι κατά την ανθρώπινη φύση μας σχεδόν αδύνατο να μην δειλιάσουμε, να μην πονέσουμε και να μην θρηνήσουμε μπροστά στο γεγονός του θανάτου, επειδή είναι κάτι που αρχικά ήταν κάτι εντελώς ξένο προς εμάς. Ο ίδιος ο Κύριος ως τέλειος άνθρωπος δακρύζει μπροστά στο θάνατο του φίλου του Λάζαρου (βλ. Ιωαν. 11,35) και Τον κυριεύει αγωνία όταν πλησιάζει η σύλληψη και η σταύρωσή Του: «Η αγωνία Τον κυρίεψε και προσευχόταν πιο πολλή ώρα. Ο ιδρώτας του γινόταν σαν σταγόνες αίματος κι έπεφτε στη γη» (Λουκ. 22,44). Επίσης για το θάνατο του Κυρίου θρηνούν οι μαθητές Του (πρβλ. Λουκ. 23,17) και οι μυροφόρες γυναίκες (πρβλ. Ιωαν. 19,11).

Εντούτοις, λόγω της βεβαιότητας της Αναστάσεως, ο πόνος μπροστά στο γεγονός του θανάτου δεν μας οδηγεί στην απελπισία, αλλά είναι συνυφασμένος με θεία παρηγοριά. Ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Χωρίς Θεό δεν ερμηνεύεται ο πόνος. Με λάθος πάλι Θεό, δεν παρηγορείσαι. Τί φοβερό που η Εκκλησία μας κηρύσσει Θεό Εσταυρωμένο! Πόσο τίμιο και πόσο αληθινό! Πόσο επαναστατικό για τη σκέψη μας και πόσο ανατρεπτικό! Ομολογεί Θεό που είναι για μεν τους Έλληνες μωρία, για δε τους Ιουδαίους σκάνδαλο. Θεό εκούσια ηττημένο, που δεν Τον αντέχει η ορθή λογική. Θεό που ομολογείται με θυσία τόσων μαρτύρων και θριαμβεύει. Θεό που διωκόμενος ζωντανεύει και θανατούμενος ανασταίνεται» («Εκεί που δε φαίνεται ο Θεός», σελ. 212-213).

Ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού του Ζώντος, είναι αυτός που από την ανυπαρξία μας έπλασε και μας έδωσε τη ζωή. Αυτός και τώρα με την εκ νεκρών Ανάστασή Του μας χαρίζει την προοπτική της αιώνιας ζωής. Ας μη μείνουμε έξω του νυμφώνος. Ας προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το φως της Αναστάσεως. Ας γευτούμε μαζί με τις Μυροφόρες και τους Αποστόλους την εμπειρία της καινούργιας ζωής και αφθαρσίας. Ας προσπαθούμε να γίνουμε μέτοχοι της αιωνιότητος διά μέσω της Εκκλησίας και των μυστηρίων της, για να έχουμε τη βεβαιότητα της Αναστάσεως και κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Γένοιτο!

Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ, θεολόγου-Μητρόπολη Κωνσταντίας

http://aktines.blogspot.gr

Το ιστορικό της Αναστάσεως (Δαμασκηνού υποδιακόνου και Στουδίτου)

$
0
0

Το ιστορικό της Αναστάσεως (Δαμασκηνού υποδιακόνου και Στουδίτου)
Το ιστορικό της Αναστάσεως
Δαμασκηνού του υποδιακόνου και Στουδίτου

Μετά την ταφή του Κυρίου μαςΙησού Χριστού, ευλογημένοι Χριστιανοί, πήγαν οι φθονερότεροι Ιουδαίοι, και είπαν τον Πιλάτο. Ενθυμούμασθε, αυθέντη, ότι ο πλάνος εκείνος, όταν ζούσε, είπε, ότι μετά τρεις ημέρες θέλει αναστηθεί, καί δια τούτο δός μας εξουσία να βουλώσομε τον τάφο, δια να μην πάνε οι Μαθητές Του και τον κλέψουν, και ειπούν, ότι αναστήθηκε, καί γίνει η υστερινή πλάνη χειρότερη από την πρώτη. Και εάν εκείνος είναι πλάνος, ω αρχιερείς, τί σας μέλει δια ένα πλανεμένον;...

Από που γνώρισαν, ότι θέλει αναστηθεί ο Χριστός; από τον λόγο, όπου τους είπε δια τον Προφήτη Ιωνά, ότι: «Ως εγένετο τω Ιωνά εν τη κοιλία του κήτους, ούτως έσται και ο Υιός του ανθρώπου εν τη καρδία της γης», από αυτό εφοβούντο να μην αναστηθεί ο Χριστός. Τότε τους είπε ο Πιλάτος: Έχετε στρατιώτες, πάρτε τους, καί σύρτε, βουλώσετε τον τάφο. Επήγαν λοιπόν οι αρχιερείς, και εβούλωσαν τον τάφο, καί οι πεντήκοντα στρατιώτες εφύλατταν από το ένα μέρος, και οι πεντήκοντα από το άλλο' διότι η κουστωδία, όπου λέγει το Ευαγγέλιο, αυτό σημαίνει τους εκατό στρατιώτες. Τότε δε ήταν εκατόνταρχος ο άγιος Λογγίνος. 

Εις το μεσονύκτιο δεσεισμός μέγας έγινε, ότι Άγγελος Κυρίου κατέβει εξ ουρανού, καί εκύλισε τον λίθο από την θύρα του τάφου' οι δε φύλακες εκείνοι από τον φόβο τους έφυγαν' καί τότε ηύραν άδεια οι Μυροφόροι γυναίκες, και πήγαν τα μύρα στον τάφο' και πρώτα μεν και αρχή, η Κυρία Θεοτόκος, και η Μαγδαληνή Μαρία είδαν την Ανάστασητου Χριστού' αλλά δια να μην αμφιβάλλεται η ανάσταση ως προς την Μητέρα Του, δια τούτο λέγουν οι Ευαγγελιστές, ότι στην Μαγδαληνή μόνον εφάνη' αυτή η Μαγδαληνή Μαρία είδε και έναν Άγγελο, όπου εκάθετο επάνω στον τάφο, καί πάλι είδε δύο, οι οποίοι την είπαν: «Ω γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητείς; ηγέρθη, ουκ εστιν ώδε, ίδε ο τόπος, όπου τον έθαψαν, πώς είναι εύκαιρος»' τότε έδραμε, καί πήγε στον Πέτρο καί Ιωάννη τους Αποστόλους, και τους είπε όσα είδε' γυρίζοντας δε με την άλλη Μαρία, τις απάντησε ο Χριστός, καί είπε, «Χαίρετε»' διότι έπρεπε το γένος, όπου άκουσε την κατάρα, «Εν λύπαις τέξη τέκνα», πάλι αυτό να ακούσει καί την χαρά.

Η δε Μαρία από την πολλή της αγάπη θαρρώντας, ότι έχει σώμα υλικό, πήγε να τον πιάσει. Τότε την είπε ο Χριστός, «Μαρία, μη μου άπτου». Οι δε Απόστολοι έδραμαν στον τάφο' και ο μεν Πέτρος έσκυψε μόνον, και είδε μέσα' ο δε Ιωάννης, ως θερμότερος όπου ήταν, εσέβη μέσα, και έπιασε καί το σουδάριο και την σινδόνα.

Πάλι δε η Μαγδαληνή Μαρία προς όρθρο πήγε με άλλες γυναίκες, να ιδούν την αλήθεια καταλεπτώς' στέκοντας δε έξω η Μαγδαληνή Μαρία, έκλαιε, και μετά από λίγη ώρα έσκυψε μέσα στον τάφο, καί είδε δύο Αγγέλους, όπου άστραπταν τα ρούχα τους. Απεκρίθησαν οι Άγγελοι, καί την είπαν:«Τί κλαίεις, ω γύναι; τίνα ζητείς; μη να ζητείτε τον Ναζαρηνόν Ιησού; δεν είναι εδώ' αναστήθηκε, καθώς το προέλεγε' σύρτε στην Γαλιλαία να τον δείτε εκεί, και είπατε στους μαθητές του, καί στον Πέτρο, ότι αυτός ο Χριστός υπάγει πρωτύτερα στην Γαλιλαία, καί ας πάνε καί αυτοί εκεί να τον δουν». Τίνος δε ένεκεν ανέφεραν εξ ονόματος τον Πέτρο;για να πληροφορηθεί, ότι συγχώρησε ο Θεός την αμαρτία του, πώς αρνήθηκε το όνομά Του' δια τούτο οι γυναίκες εκείνες έφυγαν από τον τάφο, καί από τον φόβο τους δεν αποκότησαν να ειπούν τινί τίποτες. Αλλά πάλι η Σαλώμη και η Ιωάννα, όταν ανέτειλε ο ήλιος, πήγαν καί αυτές, και ηύραν ομοίως, ως καί τις άλλες Μυροφόρους' καί καθολικά να πούμε, κατά διάφορες ώρες καί τρόπους πήγαν οι Μυροφόροι γυναίκες στον τάφο. Ιδού όπως μεν έγινε η ανάστασις..»

http://stratisandriotis.blogspot.gr

Η Κυριακή των Μυροφόρων

$
0
0
Η Κυριακή των Μυροφόρων

Του Σεβ. Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ Κυκκώτη

Η Ευαγγελική Περικοπή αυτής της Κυριακής αναφέρεται στο μεγαλείο του ρόλου της γυναίκας για μια καλύτερη κοινωνία. Την ώρα που οι μαθητές του Χριστού «διά τον φόβον των Ιουδαίων» παρέμειναν κρυμμένοι σε ασφαλές μέρος, βλέπουμε μερικές γυναίκες, τις Μυροφόρες, χωρίς φόβο για τη ζωή τους να φθάνουν θαρραλέες στον τάφο του Ιησού.



Ήταν γνωστό σε όλους ότι φανατισμένοι Εβραίοι καραδοκούσαν για να επιτεθούν βίαια σε όποιους προσπαθούσαν με οποιονδήποτε τρόπο να κλέψουν το νεκρό σταυρωμένο σώμα του Ιησού. Επειδή ακριβώς δεν πίστευαν στις προφητείες για την Ανάσταση του Χριστού, πίστευαν ότι κάποιοι οπαδοί του Ιησού θα προσπαθούσαν να κλέψουν το σώμα του και να το κρύψουν διαδίδοντας ότι δήθεν αναστήθηκε. Γι’ αυτό επέμεναν ο τάφος του Ιησού να φρουρείται νύκτα και ημέρα από τους Ρωμαίους φρουρούς. 

Μπροστά λοιπόν σ’ αυτή τη φοβερή πραγματικότητα λογικά σκεπτόμενοι οι μαθητές του Χριστού έμειναν κλεισμένοι σε ασφαλές μέρος, στο «υπερώον» μέχρι να δουν πως θα εξελιχθούν τα πράγματα.

Ταυτόχρονα όμως οι Μυροφόρες, προχωρούν θαρραλέες προς τον τάφο του Ιησού. Σε καμία περίπτωση δεν φοβήθηκαν από τους κινδύνους που υπολόγιζαν οι δήθεν θαρραλέοι άντρες, που πριν λίγο έλεγαν στον Χριστό ότι θα είμαστε μαζί Σου ως το τέλος, έτοιμοι να θυσιασθούμε και πριν «κράξει ο αλέκτωρ» τον αρνήθηκαν τρεις φορές.

Τελικά το θάρρος των Μυροφόρων Γυναικών αμείβεται με τη θεία δωρεά του Θεού να είναι οι πρώτες στον κόσμο που βλέπουν τον Αναστημένο Ιησού.

Οι Γυναίκες γίνονται οι πρώτες που δίνουν μαρτυρία για την Ανάσταση του Χριστού. Ιστορικά γνωρίζουμε πάλι ότι η μεγάλη εκείνη ανθρώπινη μορφή, που εκπροσώπησε το ανθρώπινο γένος για την ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού, που οδήγησε στην εν Χριστώ σωτηρία όλους μας είναι πάλι γυναίκα. Είναι η Παναγία μας που απάντησε με ταπείνωση στην κλήση του Θεού «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».

΄Ετσι η θέση της γυναίκας μέσα στην Εκκλησία μας είναι σημαντική και μοναδική για την υπόθεση της σωτηρίας μας.

΄Οπως η Παναγία μας έδωσε τη σάρκα της στον Υιόν και Λόγον του Θεού για την σωτηρία όλης της ανθρωπότητας, το ίδιο σήμερα η γυναίκα, η μητέρα, η γιαγιά, η θυγατέρα, ετοιμάζουν με πολύ σεβασμό και φόβον Θεού το πρόσφορον που το δίνουν στον ιερέα, που ως διάκονος της, το προσφέρει στον Θεόν, που με τη χάριν του Θεού μεταποιείται σε Σώμα Χριστού. Έτσι με την άξια συμμετοχή μας στην Θεία Κοινωνία, γινόμαστε σύσσωμοι του αγίου Σώματος του Χριστού.

Ο ρόλος της γυναίκας, λοιπόν, στη σύγχρονη εποχή των κρίσεων και των πολύπλοκων κοινωνικών προβλημάτων γίνεται ακόμη πιο σημαντικός για να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο κόσμο. Ιδιαίτερα όμως, η συμβολή της γυναίκας στην προστασία και στην ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας είναι κάτι που επιβάλλεται περισσότερο. Μπροστά στην κρίση του θεσμού της οικογένειας, βλέπουμε όταν υπάρχουν μέλη της που ζουν μακρυά από το Θεό, οι οικογένειες αυτές δεινοπαθούν και χωρίζουν. Καλείται η σύγχρονη γυναίκα να διαδραματίσει έναν σημαντικόν, ενωτικόν, υπομονετικόν, συμφιλιωτικόν και στοργικόν ρόλον που θα προστατέψει το όλο σώμα της οικογένειας. ΄Οταν η οικογένεια προστατεύεται και στέκει ψηλά, τότε ολόκληρη η κοινωνία πάει μπροστά.

Για να μπορέσει, όμως, η σύγχρονη γυναίκα ν’ ανταποκριθεί στην υψηλή αποστολή της οφείλει με εμπιστοσύνη στο Θεό να έχει στη ζωή της ως παράδειγμα την Παναγία μας, όλες τις άγιες Γυναίκες, τις Μυροφόρες.

Το πρώτο στάδιο της προετοιμασίας τέτοιων αγίων μορφών είναι να παίρνουμε τα παιδιά μας στο Κατηχητικό Σχολείο. Το δεύτερο στάδιο το παράδειγμα της αγίας ζωής των γονέων. Το τρίτο στάδιο, το ειρηνικό και ηθικό περιβάλλον που δημιουργούμε για τα παιδιά μας. Το τέταρτο στάδιο, οι άξιοι και κατηρτησμένοι εκπαιδευτικοί μας, που ταυτόχρονα αποτελούν και πρότυπα ηθικού παραδειγματισμού. Όλα αυτά όμως τα στάδια αποβλέπουν στη προετοιμασία μας για να ζούμε μέσα στο στάδιο των αρετών με την άξια συμμετοχή μας στην αγιαστική ζωή της Εκκλησία μας, στα άγια της Μυστήρια, και ταυτόχρονα με τη συμμετοχή μας στο φιλανθρωπικό και Ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας μας. ΄Ετσι γινόμαστε έτοιμοι για να δημιουργήσουμε με μεγάλη συναίσθηση ευθύνης την Χριστιανική οικογένεια, που η παρουσία της μέσα στην άδικη κοινωνία που ζούμε, αποτελεί όασιν ζωής.

Στα πρόσωπα των αγίων Μορφών των Μυροφόρων Γυναικών της Ευαγγελικής Περικοπής, τιμούμε τις γυναίκες εκείνες που είναι τίμιες, υπεύθυνες, ευσεβείς και πρωτοπόρες, που με το έργο τους μας κάνουν όλους υπερήφανους.

Ακολουθώντας την Παράδοση της Εκκλησίας μας τιμούμε σήμερα στην Παροικία μας τις Γυναίκες, πρώτα όλες εκείνες τις Μητέρες, τις Γιαγιάδες, τις Θείες, τις Αδελφές και τις Ξαδέλφες που έκαναν τόσα πολλά για όλους μας και τα παιδιά μας και σήμερα βρίσκονται στους Ουρανούς. Το ιερό Μνημόσουνο που τελούμε στη μνήμη τους είναι μια υπόσχεση ενώπιον Θεού και ανθρώπων ότι θα συνεχίσουμε να κάνουμε όλοι μας ενωμένοι με πολύ αγάπη και αφοσίωση όλα τα καλά πράγματα που προστατεύουν τις οικογένειες μας και την Παροικία μας. Να κρατούμε ζωντανές τις Παραδόσεις μας και να προστατεύουμε με κάθε τρόπο την Ελληνορθόδοξη ταυτότητα μας. Ο τακτικός Εκκλησιασμός μας κι η διδασκαλία με κάθε τρόπο της ελληνικής μας γλώσσας είναι τα δύο πνευματικά μας όπλα για να κτίσουμε θεμέλια γερά για το μέλλον των παιδιών μας.Νοείται ότι η παρακολούθηση του κατηχητικού μας σχολείου είναι απαραίτητη για να προλάβουμε καταστάσεις που δεν θα θέλαμε ποτέ να μπλέξουν τα παιδιά μας στο στάδιο της εφηβείας και της νεότητας τους και κατόπιν όταν θα έρθει η ώρα να παντρευτούν. Γι’ αυτό και το θαύμα που ζούμε με την ολοκλήρωση του κτισίματος του Ελληνικού μας Σχολείου συμπληρώνεται και με το κτίσιμο του Ιερού Ναού της Παναγίας μας για να προσεύχονται και να εκκλησιάζονται στο δικό τους χώρον τα παιδιά μας. Και χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί η Παροικία μας με την συμμετοχή ξεχωριστών μελών της συμμετέχει με πολύ αγάπη στο κτίσιμο και στην ομαλή λειτουργία του Ιερού αυτού Ναού που αποτελεί μια πνευματική μακροπρόθεσμη επένδυση για τα παιδιά μας, αλλά και για όλα τα παιδιά που φοιτούν στο Σχολείο μας.

Σήμερα ακόμη με τις προσευχές της Αρτοκλασίας τιμούμε όλες τις Γυναίκες της Παροικίας μας για να είναι δυνατές να συμβάλουν σε όσα αναφέραμε προηγουμένως, να προταστατούν στο έργο της αγάπης και της δημιουργίας και της προόδου.

Μαζί με τον Μακαριώτατον Πατριάρχη μας κ. Θεόδωρον, τον πατέρα Γεώργιο κι όλους τους κληρικούς μας και τα Μέλη της Παροικίας μας, ως Μητροπολίτης σας, θέλουμε να σας πούμε πόσο υπερήφανοι είμαστε για το σημαντικό σας έργο και την προσφορά σας στην Παροικία μας. Θέλουμε όλοι μας να συγχαρούμε την Πρόεδρο των Ελληνίδων Κυριών της Παροικίας μας κ. Δέσποινα Ζαβερδινού και τα Μέλη του Συμβουλίου της για το σημαντικό τους έργο. Η αγάπη τους να βρίσκονται κοντά στους ηλικιωμένους μας, η αγάπη τους και η ευσέβεια τους κατά την Μεγάλη Εβδομάδα να στολίσουν με τα όμορφα άσπρα λουλούδια τον Επιτάφιον μας, να ετοιμάσουν τα κόκκινα πασχαλινά αυγά, τις όμορφες αναστάσιμες λαμπάδες και τόσα άλλα πράγματα που τους ζητούμε στις συχνές εκδηλώσεις μας ετοιμάζοντας αφιλοκερδώς και του πουλιού το γάλα. Ο Θεός να σας έχει καλά και να προστατεύει τις οικογένειες σας.

Θα ήθελα ακόμη να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως και την Πρόεδρο της Ομοσπονδίας μας κ. Ελένη Κουμίδου που πάντοτε βρίσκεται στην πρώτη γραμμή για ό,τι τη χρειασθούμε στην Παροικία μας και στην Εκκλησία μας, δεν της αρέσει να την συνγχαίρουμε δημόσια, αλλά να μας επιτρέψει σήμερα να την ευχαριστήσουμε για τα βάγια, τα κόκκινα αναστάσιμα λουλούδια, τα κυριακάτικα και των μεγάλων εορτών. Είναι καιρός να μάθει και τις νεώτερες για τα βάγια για να μη κουράζεται και να τα κάνει όλα μόνη της. Την ευχαριστούμε που μαζί με την Χαρίκλεια είναι οι μόνιμοι ιεροψάλτες μας. Φυσικά ευχαριστούμε ιδιαιτερως την Διευθύντρια της Εκκλησιαστικής μας χορωδίας κ. Αναστασία και όλα τα Μέλη της χορωδίας μας που με τις αγγελικές τους φωνές μας ανεβάζουν στους ουρανούς.

Ευχαριστούμε την επίτιμον Πρόεδρο των Κυριών κ. Βασιλική Ντιβάρη και την Αρχόντισσα των Εκκλησιών κ. Αριάνδη Ψύλλου που πάντοτε βρίσκονται δίπλα μας ως οι δύο Άγγελοι της Παροικίας μας και της Εκκλησίας μας. Προσευχώμαστε ιδιαίτερα για την ταχείαν ανάρρωση της αγαπητής μας Αριάνδης για να επιστρέψει σύντομα κοντά μας να αρχίσει τους Κύκλους της Αγίας Γραφής που όλοι μας τους αναζητούμε. Η οσία και αγία Ευτέρπη να δεέται για όλους μας για να μας προστατεύει ο Θεός και να υγιαίουνουμε.

Ευχαριστούμε όσους συμβάλλουν στους εθνικούς εορτασμούς της 25ης Μαρτίου και στις 28 Οκτωβρίου κι ιδιαίτερα για τις κυρίες που διδάσκουν τα παιδιά μας τους ελληνικούς χορούς όπως την αγαπητή μας κ. Βίκυ και φυσικά τα Μέλη της Εκπαιδευτικής Αποστολής από την Ελλάδα.

Να μη ξεχάσουμε να ευχαριστήσουμε και την αγαπητή μας Ειρήνη Βαγή που οσάκις βρεθούμε στο Ελληνικό κλάπ νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στην Ελλάδα μας.

Δημόσιες ευγνώμονες ευχαριστίες απευθύνω και προς τον Προέδρο των Κεφαλληνών κ. Παναγή Θεοτοκάτο και τα Μέλη του Συμβουλίου του, συγχαρητήρια για την μεγάλη επιτυχία των εκδηλώσεων κατά την Κυριακή των Βαϊων και κατά τους εορτασμους της εορτής του αγίου Γερασίμου.Εκφράζουμε όλοι μας τα συλλυπητήρια μας για τον μακαριστόν πατέρα του αγαπητό μας Μάκη, αλλά ταυτόχρονα και τη χαρά μας για τις νεογέννητες θυγατέρες του Ζωή και Φοίβη.

Ευχαριστίες εκράζουμε και προς τον Πρόεδρο της Ελληνικής Κυπριακής Αδελφότητας κ. Κώστα Ιωαννίδη και στα Μέλη του Συμβουλίου του.Συγχαρητήρια για τις σημαντικές εκδηλώσεις για τα θύματα της βάρβαρης τουρκικής εισβολής και για την ανεξαρτησία της Κύπρου, αλλά και για την εορτή της Πρωτομαγιάς που φέτος θα γίνει στις 2 Ιουνίου στο Ελληνικό κλάπ.

Ευχαριστίες απευθύνω και προς τον Εξοχώτατον Πρέσβυ μας κ. Χρήστο Σαλαμάνη και στο προσωπικό της Πρεσβείας μας για όσα σημαντικά και αξιόλογα κάνουν για όλους μας και για την Ελλάδα μας στην Αφρικανική Ήπειρον. Ευχαριστίες απευθύνω και προς τον Εντιμώτατον Επίτιμον Πρόξενον της Κύπρου κ. Νέστορα Νέστορος που οι πρωτοβουλίες τους να κρατήσουμε ζωντανό το σύνθημα «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ» αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη δικαίωση του αγώνα μας να τερματισθεί η βάρβαρη τουρκική εισβολή με την επιστροφή των προσφύγων μας στις πατρογονικές τους εστίες.

Τελειώνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Κοινότητας μας κ. Ιωάννη Κουμίδη και τα Μέλη του Συμβουλίου του που συνέχεια κάνουν το καλύτερο για όλους μας. Το μεγάλο τους έργο στην Ιστορία της Παροικίας μας είναι η ολοκλήρωση του Ελληνικού Σχολείου, που αποτελεί πλέον ένα από τα μεγάλα Πνευματικά επιτεύγματα των απανταχού Απόδημων Ελλήνων, που θα κάνει και τις μελλούμενες γενναιές των Ελλήνων υπερήφανους για τα έργα μας.

Οι Γενικές Συνελεύσεις είναι αφορμή να ενισχύουμε την ενότητα μας και την αγάπη μας για τους κοινούς μας σκοπούς. Γι’ αυτό η αυθόρμητη έκφραση απόψεων για διάφορα θέματα δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνούμε την προτεραιότητα μας να καλλιεργούμε πάντοτε την αγάπη, την ενότητα, την αλληλοενίσχυση μεταξύ μας για τους κοινούς μας σκοπούς. Χαίρομαι ιδιαίτερα που πάντοτε στις Γενικές Συνελεύσεις της Παροικίας μας επικρατεί το πνεύμα του Θεού και της Ενότητας για κοινή δράση, τόσο στην Ομοσπονδία, όσο και στις Κοινότητες, στους Συλλόγους και τις Αδελφότητες. Πάντοτε στόχος μας εκτός από τη διατήρηση της Ελληνορθόδοξης ταυτότητας μας, πρέπει να κοιτάζουμε προσεκτικά και την μακροπρόθεσμη οικονομική μας βιοσιμότητα, ώστε τα ετήσια έξοδα μας να μη υπερβαίνουν τα ετήσια έσοδα μας, για να μη πάθουμε όσα έπαθεν ο Λαός μας από μερικούς πολιτικούς μας στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Ο Θεός να μας έχει όλους καλά.

amen.gr

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη

$
0
0
ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΣΤΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Είναι γνωστό πως λίγα πρόσωπα στη μακραίωνη πορεία της ανθρωπότητας τιμήθηκαν από την Ιστορία με τον τίτλο του Μεγάλου. Εξέχουσα ανάμεσά τους μορφή αποτελεί αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος. Κι αναδείχτηκε πραγματικά Μεγάλος, όχι μόνο σε έργα πολιτικής σύνεσης, οικονομικής διαχείρισης, διοικητικής μεταρρύθμισης, στρατιωτικής δεξιοτεχνίας, φρόνησης και ανδρείας, αλλά, με άριστο συνδυασμό, Μεγάλος και σε έργα μεγάλα, στερέωσης του μέχρι τότε χειμαζομένου Χριστιανισμού, ενίσχυσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποκατάστασης της εσωτερικής της ενότητας, τιμής των αγίων Μαρτύρων, ανέγερσης ναών, σύγκλησης Συνόδων...

Και μαζί του ασφαλώς μεγαλύνεται η Αγία μητέρα του Ελένη, παιδαγωγός, και συμβοηθός, και συντελεστής στα θεία έργα, στη φιλανθρωπία, στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού και ανάδειξη των Αγίων Τόπων, στη στήριξη των πιστών, στον εκχριστιανισμό των απίστων...


Πόσα άραγε δεν οφείλει σήμερα ο χριστιανικός κόσμος στη βασιλική τούτη δυάδα, την οποία, δίκαια και θεόπνευστα, η Εκκλησία μας κατέταξε στον χορό των Αγίων, απονέμοντάς τους επάξια και τον τίτλο των ισαποστόλων;

Αλλά και σύμφωνα με παλαιά βυζαντινή παράδοση, για την οποία θα μιλήσουμε στη συνέχεια, η ιστορική πορεία της μεγαλονήσου μας Κύπρου σηματοδοτήθηκε ανεξίτηλα από την εδώ παρουσία της βασιλομήτορος Ελένης, κατά την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους, όπου, ως γνωστό, είχε σταλεί απ' τον Μεγάλο βλαστό της κατά θεία υπόδειξη. Η ίδια παράδοση αποδίδει στην Αγία Ελένη, και άρα έμμεσα και στον υιό της, την ίδρυση της καθ' ημάς Μονής του Τιμίου Σταυρού, την οποία τότε προικοδότησε με τα άγια Σύμβολα του Δεσποτικού Πάθους (τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου, ένα από τους αγίους Ήλους και τον Σταυρό του Καλού Ληστού).

Είναι για τους λόγους αυτούς, που η Μονή μας, αποτίουσα χρέος υιικό και φιλάγιο στους Αγίους της Κτήτορες, οδηγήθηκε στην απόφαση να εκδώσει τον παρόντα Βίο τους. Ένα Βίο σε συνοπτική βεβαίως μορφή, για την ωφέλεια των εν Κυρίω αδελφών μας. Μα κι ένας λόγος παραπάνω: Η από καιρού επιχειρουμένη συστηματική αλλοίωση και παραποίηση του προσώπου και του έργου του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τόσο από ορθολογιστές ιστορικούς, όσο και από αιρετικές ομάδες, αλλά και από έργα φθηνής φιλολογικής παραγωγής, με οπωσδήποτε υστερόβουλες αντιχριστιανικές ή και αντορθόδοξες διαθέσεις.

Στον Βίο αυτό επισυνάπτεται η παλαιότερη έκδοσή μας, «Το Σημείο του Σταυρού», του ιερού Σημείου, που στάθηκε η έμπνευση, ενίσχυση και παρηγορία των Αγίων τούτων, που τόσο άμεσα συνδέθηκε μαζί τους και στήριξε την άνωθεν δεδομένη σ' αυτούς βασιλική εξουσία, το Σημείο, που αποτελεί το καύχημα και τη δόξα όλων των απ' αιώνος πιστών.

Γέννηση και καταγωγή των Αγίων

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο ενδοξότατος πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, ο ιδρυτής της βασιλεύουσας Κωνσταντινούπολης, γεννήθηκε στην πόλη Ναϊσσό, τη σημερινή Νίσσα της κεντρικής Σερβίας, γύρω στο έτος 275.

Πατέρας του ήταν ο ελληνοϊλλυρικής καταγωγής Κωνστάντιος ο Χλωρός, αξιωματούχος τότε του ρωμαϊκού κράτους, ο οποίος κατόπιν, όπως θα δούμε, ανακηρύχθηκε Καίσαρας και Αύγουστος των δυτικών επαρχιών.

Μητέρα του υπήρξε η πολύ ευσεβής και ενάρετη Ελένη, που γεννήθηκε στην πόλη Δρέπανο της Βιθυνίας (Μικράς Ασίας) περί το έτος 247, από πατέρα ξενοδόχο. Την πόλη αυτή ο Μ. Κωνσταντίνος μετονόμασε αργότερα Ελενόπολη, προς τιμή της μητέρας του.

Ο Κωνστάντιος νυμφεύθηκε την Ελένη γύρω στο 273. Ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε ο πρωτότοκος από τα παιδιά που απέκτησαν.

Η τότε κατάσταση του κράτους

Την εποχή εκείνη της γέννησης του Κωνσταντίνου η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε περιέλθει σε χαώδη κατάσταση. Οι βασιλείς, ο ένας μετά τον άλλο, φονεύονταν, και ανερχόταν ο εκάστοτε επικρατέστερος στον θρόνο. Το 284, μετά τη δολοφονία του Νουμεριανού, ανακηρύχθηκε στη Χαλκηδόνα ως νέος αυτοκράτορας ο Διοκλητιανός, που καταγόταν από τη Δαλματία, και έγινε αργότερα μεγάλος διώκτης των χριστιανών. Βασίλευσε για 21 έτη (μέχρι το 305), δύο όμως έτη μετά (286) διαίρεσε το Ρωμαϊκό κράτος σε δύο τμήματα, το Ανατολικό ή Ιλλυρικό και το Δυτικό τμήμα. Το Ανατολικό τμήμα περιλάμβανε την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο, και είχε πρωτεύουσα τη Νικομήδεια, όπου εγκαταστάθηκε ο ίδιος και απ' όπου διεύθυνε την όλη αυτοκρατορία. Στο Δυτικό τμήμα, που περιλάμβανε την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία, τη Βρεταννία και τη Βόρεια Αφρική, με έδρα τα Μεδιόλανα (Μιλάνο της Ιταλίας) εγκατέστησε αυτοκράτορα τον έμπιστο φίλο του Μαξιμιανό τον Ερκούλιο (Ηρακλή).

Προχωρώντας στη διοικητική μεταρρύθμισή του ο Διοκλητιανός, το 293 διόρισε άλλους δύο βοηθούς στην ενάσκηση της εξουσίας, τους οποίους ονόμασε Καίσαρες, ενώ ο ίδιος και ο Μαξιμιανός διατήρησαν τον τίτλο του Αυγούστου (Σεβαστού). Οι Καίσαρες θα ήσαν συμβασιλείς, βοηθοί και διάδοχοι των Αυγούστων. Στην Ανατολή ο Διοκλητιανός προσέλαβε ως Καίσαρα τον γαμβρό του Γαλέριο, ενώ στη Δύση όρισε τον Κωνστάντιο Α' τον Χλωρό, υπό την εξουσία του Μαξιμιανού.

Ο Κωνστάντιος με την ανακήρυξή του σε Καίσαρα (το 293) αναγκάσθη­κε να διαζευχθεί την Ελένη, λόγω της ταπεινής καταγωγής της, την οποία η ρωμαϊκή νομοθεσία θεωρούσε ασυμβίβαστη για την άνοδο σε υψηλά αξιώματα του κράτους. Η Ελένη έδειξε απόλυτη κατανόηση στο δίλημμα του Κωνσταντίου, ο οποίος υποχρεώθηκε να νυμφευθεί τη θετή θυγατέρα του Αυγούστου της Δύσης Μαξιμιανού Θεοδώρα. Αποσύρθηκε τότε η Ελένη από τον δημόσιο βίο και επιδόθηκε σε ποικίλα έργα φιλανθρωπίας, είχε δε τη συμπαράσταση του υιού της Κωνσταντίνου σε όλους τους σταθμούς της εξέλιξής του (Καίσαρ, Αύγουστος, Αυτοκράτορας). Αλλά στο έργο της Ελένης θα επανέλθουμε αργότερα.

Ο Κωνσταντίνος όμηρος στους Διοκλητιανό και Γαλέριο. Ο Θεός τον διασώζει

Τότε (293) ο Διοκλητιανός, για περισσότερη ακόμη ασφάλειά του, κράτησε όμηρο κοντά του τον Κωνσταντίνο, ως εγγυητή της πιστότητας του πατέρα του. Στην αυτοκρατορική αυλή της Ανατολής παρέμεινε ο Κωνσταντίνος μέχρι και που βασίλευσε ο Γαλέριος (έτος 305), συναναστρεφόμενος με ασεβείς και τυράννους. Δεν εξομοιώθηκε όμως στα ήθη και τις πράξεις με αυτούς, γιατί η αγία του μητέρα Ελένη φρόντισε να του δώσει ορθή ανατροφή. Κατ' αυτό το διάστημα είχε την ευχέρεια να μαθητεύσει σε πολύ αξιόλογους διδασκάλους. Παράλληλα εντάχθηκε στις τάξεις του ρωμαϊκού στρατού και έλαβε μέρος σε εκστρατείες με το υψηλό αξίωμα του τριβούνου.

Ο νεαρός Κωνσταντίνος διακρινόταν για την ωραιότητα του σώματος, το εντυπωσιακό παράστημα, τη μεγάλη του δύναμη και τις φυσικές δεξιότητες, αλλά και τα έξοχα πνευματικά του χαρίσματα, τη σωφροσύνη, τη φρόνηση, τη σοφία και ευγένεια των τρόπων, που καθιστούσαν παντού αισθητή την παρουσία του.

Οι ειδωλολάτρες τύραννοι τον ζήλευαν τρομερά για τα ποικίλα του χαρίσματα, και σχεδίαζαν να τον θανατώσουν με τρόπο πονηρό και μυστικό. Ο Πανάγαθος όμως Θεός, που γνωρίζει τα μέλλοντα να συμβούν, διαφύλαξε αβλαβή τον Κωνσταντίνο από τις δολοπλοκίες και πανουργίες τους και, τελικά, εξολόθρευσε τους φθονερούς εχθρούς του.

Το έτος 305, κατόπιν συμφωνίας, οι δύο Αύγουστοι Διοκλητιανός και Μαξιμιανός παραιτήθηκαν από κοινού και αποσύρθηκαν από την εξουσία. Τότε στη θέση τους ανακηρύχθηκαν Αύγουστοι, στη Δύση μεν ο πατέρας του Κωνσταντίνου Κωνστάντιος και στην Ανατολή ο γαμβρός του Διοκλητιανού Γαλέριος. Ο Κωνσταντίνος όμως κρατήθηκε στην αυλή του Γαλερίου, που φθονούσε τα εξαίρετα προτερήματά του, και προσπάθησε κι αυτός με δολιότητα να τον εξοντώσει. Με τη βοήθεια όμως του Κυρίου διέμεινε και πάλιν αβλαβής και, με έγκριση τελικά του Γαλερίου, αφού ο ίδιος ο Κωνστάντιος το είχε ζητήσει, έσπευσε στα Τρέβηρα της Γαλατίας το ίδιο έτος (305) να συναντήσει τον ασθενή πατέρα του, που είχε αναλάβει εκστρατεία για τη Μεγάλη Βρεταννία.

Ο Κωνσταντίνος ανακηρύσσεται βασιλέας



Μόλις ο Κωνστάντιος είδε τον υιό του, χάρηκε υπερβολικά, γιατί τον δέχθηκε στην πιο κατάλληλη στιγμή, αφού επιθυμούσε να τον αφήσει διάδοχο του θρόνου του. Και είχε μεν ο Κωνστάντιος άλλους τρεις υιούς από τη σύζυγό του Θεοδώρα, αλλ' ο Κωνσταντίνος κέρδισε αμέσως την πλήρη εμπιστοσύνη του πατέρα του, καθώς και τον θαυμασμό του στρατού, για τα έξοχα διοικητικά και στρατηγικά του προσόντα. Για τούτο και πριν αποθάνει, διόρισε τον Κωνσταντίνο βασιλέα. Έτσι ο θάνατος του Κωνστάντιου στις 7 Ιουλίου του 306 στην πόλη Εβόρακο (Υόρκη) της Βρεταννίας δεν δημιούργησε προβλήματα διαδοχής, γιατί ο στρατός με ενθουσιώδεις εκδηλώσεις ανακήρυξε ως διάδοχό του τον Κωνσταντίνο, ο οποίος νυμφεύθηκε τη Μινερβίνα, απ' την οποία απέκτησε υιό τον Κρίσπο. Ο Κωνσταντίνος λοιπόν στέφθηκε Καίσαρας στις 24 Ιουλίου του 306.

Εδώ πρέπει να τονίσουμε και τις αρετές του Κωνσταντίου. Αυτός, αν και δεν ήταν χριστιανός, αγαπούσε όμως και τιμούσε πολύ τους χριστιανούς. Και ήταν ο μόνος ηγεμόνας, που δεν άσκησε διωγμούς στις επαρχίες που εξουσίαζε, όταν οι άλλοι τρεις (Διοκλητιανός, Γαλέριος και Μαξιμιανός) είχαν κινήσει τους γνωστούς μεγάλους διωγμούς, κατά τους οποίους αναδείχτηκαν πλήθη Μαρτύρων. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τίμησε τους πιστούς χριστιανούς της αυλής του με υψηλά αξιώματα. Ήταν ακόμη πολύ ελεήμονας και φιλάνθρωπος, γιατί ποτέ δεν θησαύρισε χρυσάφι ή ασήμι πέρα από τις ανάγκες που είχε, και βοηθούσε πάντοτε τους πτωχούς. Και ο σεπτός υιός του κληρονόμησε τις πατρικές αυτές αρετές, επαυξάνοντάς τες.

Στο διάστημα αυτό ο Διοκλητιανός είχε ορίσει Καίσαρα της Ανατολής τον Μαξιμίνο Δαΐα, ενώ στη Δύση τον στρατηγό Σεβήρο, που έστειλε στη Ρώμη. Αυτός, με τον θάνατο του Κωνσταντίου του Χλωρού, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στη Δύση. Τότε όμως ο υιός του παραιτηθέντος αυτοκράτορος Μαξιμιανού, ο Μαξέντιος, που ήταν και γαμβρός του Γαλερίου, ανάγκασε τον πατέρα του να επανέλθει στον θρόνο, και οι δύο κατανίκησαν στη συνέχεια τον Σεβήρο, τον φόνευσαν και ανακηρύχθηκαν αυτοί αυτοκράτορες στη Ρώμη (28.10.306). Κατόπιν συνήψαν συμμαχία με τον Κωνσταντίνο, ο οποίος και διαζεύχθηκε την πρώτη σύζυγό του Μινερβίνα, νυμφεύθηκε δε με την κόρη του Μαξιμιανού και αδελφή του Μαξεντίου Φαύστα (31 Μαρτίου 307), νέα περίφημη για την ομορφιά της, αλλά πονηρή και κακότροπη, όμοια στον χαρακτήρα με τον πατέρα της.

Θάνατος των Μαξιμιανού και Γαλερίου

Αποκαταστάθηκε τότε προσωρινά η ειρήνη στα πολιτικά πράγματα της αυτοκρατορίας, κι ο Κωνσταντίνος εγκατέστησε την έδρα του στην πόλη Αρελάτη της νότιας Γαλλίας, απ' όπου διακυβερνούσε το βασίλειό του με κάθε δικαιοσύνη, γι' αυτό και αγαπήθηκε πολύ απ' τον λαό.

Ενωρίς ο Μαξιμιανός ήλθε σε ρήξη προς τον υιό του Μαξέντιο, και επιχείρησε να του αφαιρέσει τον θρόνο. Νικήθηκε όμως απ' αυτόν, και κατέφυγε στον γαμβρό του Κωνσταντίνο, που τον δέχθηκε με πραγματική καλωσύνη. Επειδή όμως κι εκεί επιδόθηκε σε μηχανορραφίες και συνωμοσία εναντίον του Κωνσταντίνου, αυτός διέταξε τη φυλάκισή του. Τελικά, απελπισμένος, ο Μαξιμιανός αυτοκτόνησε (Ιούλιος του 310), κι αυτοτιμωρήθηκε έτσι για όσα κακά είχε διαπράξει.

Ο Γαλέριος, σκοπεύοντας να κυριαρχήσει και στη Δύση, συγκέντρωσε πολυάριθμο στρατό και εκστράτευσε εναντίον των Μαξεντίου και Κωνσταντίνου. Καθ' οδόν προς τη Ρώμη έπεσε σε παγίδα του Μαξεντίου και έπαθε μεγάλη καταστροφή. Φοβήθηκε λοιπόν, υποχώρησε, και στράφηκε κατά του Κωνσταντίνου. Αλλά και στη μάχη μ' αυτόν έπαθε τέτοια πανωλεθρία, ώστε σε λίγο διάστημα το στράτευμά του αφανίστηκε τελειωτικά. Τότε αφαίρεσε τη βασιλική στολή και φόρεσε πτωχική, για να μην αναγνωρίζεται και, μαζί με λίγους έμπιστους στρατιώτες του, διέφυγε και κρυβόταν από χώρα σε χώρα. Ο Κωνσταντίνος έστειλε παντού ανθρώπους να τον βρουν και να τον θανατώσουν, αλλ' η θεία Δίκη πρόλαβε και τον βρήκε πιο πριν, γιατί περιέπεσε σε φοβερή ασθένεια και απέθανε (Μάιος 311).

Η εμφάνιση του Τιμίου Σταύρου στον ουρανό 
και του Χριστού στον ύπνο του Κωνσταντίνου


Μετά τον θάνατο του Γαλερίου οι αυτοκράτορες της Ανατολής Αύγουστος Λικίνιος και Καίσαρας Μαξιμίνος ήλθαν σε ρήξη. Τότε ο Μαξιμίνος συνήψε συμμαχία με τον Μαξέντιο, ο δε Λικίνιος με τον Κωνσταντίνο, και, ως εχέγγυο, νυμφεύθηκε την Κωνσταντία, θετή αδελφή του Κωνσταντίνου.

Ο Μαξέντιος τότε άρχισε να συγκεντρώνει πολυάριθμο στρατό από την Ιταλία και Αφρική, με σαφή προοπτική την εξουδετέρωση της απειλής του Κωνσταντίνου στη Δύση, και σκόπευε να κάμει αιφνιδιαστική εισβολή στη Γαλατία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν είχε άλλη επιλογή, ακούοντας μάλιστα τις αισχρουργίες και την τυραννία του Μαξεντίου στους Ρωμαίους, γι' αυτό και ανέλαβε με αποφασιστικότητα την πρώτη κίνηση, αν και διέθετε πολύ μικρότερες δυνάμεις. Αφού διαπέρασε με τον στρατό του τις Άλπεις, κατέλαβε με αστραπιαία προέλαση, τη μια μετά την άλλη, τις πόλεις της βόρειας Ιταλίας μέχρι τον Ηριδανό (Πάδο) ποταμό (Σεπτέμβριος 312). Η θριαμβευτική είσοδός του στα Μεδιόλανα άνοιξε τον δρόμο προς τη Ρώμη, την οποία ο Μαξέντιος επέλεξε ως τόπο της αναμέτρησής του. Έτσι λοιπόν ο Κωνσταντίνος, προελαύνοντας αήττητος, έφθασε στα πρόθυρα της Ρώμης, όπου τον περίμενε ο Μαξέντιος με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις. Τα δύο στρατεύματα αντιπαρατάχθηκαν τότε, έτοιμα για την τελική μάχη. Ενώ λοιπόν ο Κωνσταντίνος παρατηρούσε περίλυπος τα εχθρικά στρατεύματα και συλλογιζόταν πώς θα μπορούσε να επιτύχει τη νίκη, κατά τις πρώτες απογευματινές ώρες της ημέρας εκείνης είδε στον ουρανό φωτεινό το σημείο του Τιμίου Σταύρου και γύρω του την επιγραφή, «Εν τούτω νίκα». Μάρτυρας της θαυμαστής αυτής θεοσημίας υπήρξε όλο το στράτευμα του Κωνσταντίνου! Απορούσε δε ο ευσεβής βασιλέας για το νόημα του οράματος.

Γι' αυτό τη νύχτα φάνηκε στον ύπνο του και ο ίδιος ο Χριστός με το σημείο του Σταυρού, ερμηνεύοντάς το σ' αυτόν και τον προέτρεψε να κατασκευάσει ένα σταυρικό λάβαρο, σαν εκείνο που είδε, να το φέρει με πίστη ως φυλακτήριο στους πολέμους, και θα νικούσε με τη δύναμή Του πάντοτε τους εχθρούς του.

Πράγματι την επομένη το πρωί κάλεσε τεχνίτες και διέταξε και κατασκεύασαν το λάβαρο του Σταυρού, το οποίο επιχρυσώθηκε και στολίσθηκε στο άνω μέρος με στεφάνι από πολύτιμους λίθους, που έφερε στο μέσο το χριστόγραμμα. Από το εγκάρσιο κέρας κρεμόταν ύφασμα, επίσης στολισμένο με πολύτιμους λίθους. Τούτο το θείο λάβαρο πρόσταξε πενήντα εκλεκτούς στρατιώτες να το μεταφέρουν εναλλάξ μπροστά απ' όλο το στράτευμα.

Το ιερό λάβαρο θριαμβεύει

Ο Μαξέντιος, έχοντας βεβαιότητα ότι θα νικήσει τον Κωνσταντίνο, κατασκεύασε κάτω από την παλαιά γέφυρα του Τίβερη ποταμού Μουλβία άλλη, χαμηλότερη και εύθραυστη. Με την πανουργία του αυτή έλπιζε πως ο Κωνσταντίνος, σαν θα νικόταν και θα προσπαθούσε να διαφύγει, θα περνούσε απ' αυτή τη δόλια γέφυρα με το στράτευμά του. Αλλ' ο Θεός οικονόμησε πολύ διαφορετικά τα πράγματα!

Πραγματικά, όταν συγκροτήθηκε η τελική μάχη στους Κόκκινους Βράχους (28 Οκτωβρίου 312), νίκησε ο Σταυρός, το ανίκητο σύμβολο, που προπορευόταν του στρατεύματος του Κωνσταντίνου! Τόσος φόβος κατέλαβε τότε τον Μαξέντιο, που τα έχασε, και δεν έβλεπε προς τα πού πήγαινε! Καταδιωγμένος, όρμησε απερίσκεπτα να περάσει από τη δόλια εκείνη γέφυρα. όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και ανώτεροι αξιωματικοί και αρκετοί στρατιώτες του. Αμέσως όμως αποκόπηκε η γέφυρα και, αφού πέσανε όλοι μέσα στον Τίβερη ποταμό, πνίγηκαν! Ο Κωνσταντίνος τότε δόξασε τον Θεό, και θαύμασε τη δύναμη του Σταυρού, βλέποντας τέτοιο θαύμα. Σε λίγο ο υπόλοιπος στρατός του Μαξεντίου αποδεκατίσθηκε και διαλύθηκε.

Τον θρίαμβο του Κωνσταντίνου γιόρτασαν με μεγάλη χαρά όλοι οι πολίτες της Ρώμης. Στόλισαν μεγαλόπρεπα την πόλη και υποδέχτηκαν συγκινημένοι τον μεγάλο νικητή με κραυγές ευφημικές. Αλλ' ο Κωνσταντίνος απέδωσε μεγαλόφωνα τη νίκη στον Θεό, και πρόσταξε να στήσουν αναμνηστικές στήλες με τον Τίμιο Σταυρό στα κυριώτερα μέρη της πόλης. Ακόμη να ερευνήσουν προσεκτικά για την ανεύρεση των ιερών λειψάνων των αγίων Μαρτύρων, που είχανε χύσει το αίμα τους για την αγάπη του Χριστού, και να τα ενταφιάσουν με την πρέπουσα τιμή και ευλάβεια. Αλλά συνεχίστηκαν οι ευεργεσίες του θεοπρόβλητου βασιλέα: Ανακάλεσε από την εξορία τους εξορίστους, απελευθέρωσε τους κρατουμένους από τις φυλακές, απέδωσε τιμές στον κλήρο, ανήγειρε ναούς του αληθινού Θεού, σκόρπισε πλουσιοπάροχη ελεημοσύνη προς τους ενδεείς και πένητες!

Αλλά και μετά το διπλό πιο πάνω όραμα (του Σταυρού και του Χριστού) και τη θαυμαστή νίκη με τη βοήθειά Τους, ο Κωνσταντίνος, που ήταν ήδη ευνοϊκά προδιατεθειμένος προς τον Χριστιανισμό, ζήτησε ιερωμένους ευλαβείς, οι, οποίοι τον κατήχησαν και τον δίδαξαν ποιος ήταν ακριβώς ο Θεός, που του εμφανίσθηκε και το βαθύτερο νόημα του οράματός του, καθώς και τα κύρια δόγματα της χριστιανικής πίστης. Κι αυτός μαθήτευσε ταπεινά κοντά τους. Έκτοτε επιδόθηκε σε ιερά αναγνώσματα και κατέστησε εναρέ­τους ιερείς ως συμβούλους του.

Το Διάταγμα των Μεδιολάνων

Λίγους μήνες μετά τη μεγάλη αυτή νίκη (στις αρχές Φεβρουαρίου του 313) οι δύο νικητές και σύμμαχοι αυτοκράτορες, ο Αύγουστος της Δύσης Κωνσταντίνος και ο Αύγουστος της Ανατολής Λικίνιος, συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα (σημερινό Μιλάνο) της Ιταλίας, όπου εξέδωσαν και υπέγραψαν μαζί τις περίφημες Αποφάσεις των Μεδιολάνων, ευρύτερα γνωστές ως Διάταγμα των Μεδιολάνων. Με αυτές καθιερώθηκε η γενική αρχή της ανεξιθρησκίας, με κύριο στόχο την κατοχύρωση και αναγνώριση της θρησκευτικής ελευθερίας για τον Χριστιανισμό. Με τις πρόνοιες του Διατάγματος αυτού έμμεσα κατηργείτο η εθνική λατρεία (ειδωλολατρία). Οι Αποφάσεις αυτές δημοσιεύτηκαν και στην Ανατολή, με σχετικό διάταγμα του Λικινίου.

Ο Κωνσταντίνος γίνεται μονοκράτορας

Ενόσω ζούσε στην Ανατολή ο Καίσαρας Μαξιμίνος Δαΐας, πολλοί Χριστιανοί βρήκαν επώδυνο θάνατο απ' αυτόν στον διωγμό, που κήρυξε εναντίον τους. Ο Μαξιμίνος, έχοντας επιθυμία να κυριαρχήσει σ' όλη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μάζεψε στρατό και κίνησε πόλεμο κατά του Λικινίου. Αφού λοιπόν πέρασε τον Βόσπορο και συγκρότησε μάχη με τον Λικίνιο στην Πέρινθο (313), έπαθε πανωλεθρία. Κατέφυγε ύστερα στην Ταρσό, όπου απέθανε από θεήλατη φοβερή ασθένεια.

Αμέσως μετά τον θάνατο του Μαξιμίνου τελέστηκε ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για να επισφραγιστεί η συμμαχία των δύο αυτοκρατόρων. Αλλ' η συμμαχία αυτή δεν διάρ­κεσε για πολύ.

Ήδη από το 314 αρχίζουν οι συγκρούσεις των δύο μοναρχών στο Ιλλυρικό, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου κατέκτησε ο Μέγας Κωνσταντίνος, και την 1η Μαρτίου 317 εισήλθε θριαμβευτικά στη Σαρδική (Σόφια). Από τότε άρχισε προοδευτικά η στροφή των χριστιανών της Ανατολής προς τον Μέγα Κωνσταντίνο, που έγινε ιδιαίτερα αισθητή το 322, όταν αυτός νίκησε τους Σαρμάτες και κατέβηκε ανεμπόδιστος μέχρι τη Μακεδονία. Ο ενθουσιασμός των πιστών προκάλεσε τον φθόνο του Λικινίου, τόσο, που λησμονώντας τους όρκους που έδωσε, άρχισε να κακοποιεί τους πιστούς στις ανατολικές επαρχίες. Αρχικά έλαβε μέτρα κατά των επισκόπων, και απαγόρευσε τη συνάθροισή τους σε συνόδους, καθώς και τον εκκλησιασμό των γυναικών (322), και, τέλος, κίνησε φανερό διωγμό κατά των πιστών, αναδεικνύοντας πλήθη Μαρτύρων.

Το 323 ο Κωνσταντίνος, οπλισμένος με νηστεία, αγνότητα και προσευχή, εισέβαλε στη Θράκη, με την πρόφαση της εξουδετέρωσης των Γότθων. Ύστερα προχώρησε στην τελική αναμέτρηση με τον Λικίνιο. Η πρώτη μάχη έγινε κοντά στην Αδριανούπολη (Ιούλιος 324). Τα στρατεύματα του Κωνσταντίνου προέλαυναν, έχοντας πάντοτε μπροστά το ιερό λάβαρο του Σταυρού, που έτρεπε τους αντιπάλους σε άτακτη φυγή. Νικημένος ο Λικίνιος, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει και οχυρώθηκε στο Βυζάντιο. Αλλά κι εκεί νικήθηκε από τον στρατό του Κωνσταντίνου και τον στόλο του, που είχε ως αρχηγό τον υιό του Κρίσπο. Γι' αυτό και διαπεραιώθηκε στη Μικρά Ασία, στη Χρυσόπολη (το σημ. Σκουτάρι). Στην εκεί μεγάλη τελική μάχη νικήθηκε και πάλιν ο Λικίνιος, και, φεύγοντας, συνελήφθη στη Νικομήδεια. Ο Κωνσταντίνος, με τις παρακλήσεις της αδελφής του, του χάρισε τη ζωή και τον περιόρισε μόνο στη Θεσσαλονίκη, παραχωρώντας του εκεί πλούσια εισοδήματα, για να συντηρείται. Αλλ' όταν και πάλιν ο Λικίνιος αθέτησε τις υποσχέσεις του, και άρχισε να οργανώνει συνωμοσίες εναντίον του ευεργέτη του Κωνσταντίνου, τότε αυτός διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Εκριζώθηκε έτσι και το τελευταίο ζιζάνιο της ειδωλολατρίας και αναταραχής, και ο Μεγάλος νικητής Κωνσταντίνος παρέμεινε πλέον μονοκράτορας σ' όλο το Ρωμαϊκό κράτος, εξασφαλίζοντας στην αυτοκρατορία του την πολυπόθητη ομόνοια και ειρήνη.

Τα Θεάρεστα έργα του μονοκράτορα Κωνσταντίνου

Ο ένδοξος νικητής Κωνσταντίνος δεν κενοδόξησε για τα πολεμικά και άλλα κατορθώματά του! Αντίθετα, απέστειλε σ' όλες τις επαρχίες του κράτους του επιστολές, στα ελληνικά και λατινικά, άλλες προς τις κατά τόπους Εκκλησίες, κι άλλες προς τους εκτός Εκκλησίας εθνικούς κατά πόλη, όπου, μεταξύ άλλων, διακήρυττε τον Θεό ως αίτιο της νίκης του, αλλά και όλων των αγαθών γενικά.

Απαλλαγμένος πια απ' τους πολέμους, ο ευσεβής βασιλέας επιδόθηκε σε έργα Θεάρεστα. Καταρχήν θέσπισε ευεργετικές νομοθεσίες για ανάκληση των εξορίστων και απελευθέρωση των καταδικασμένων για την πίστη τους στους προηγουμένους διωγμούς, καθώς και για την τιμή των Αγίων Μαρτύρων και την απόδοση των κατασχεθέντων εκκλησιαστικών κτημάτων στους νομίμους κατόχους τους (τις τοπικές Εκκλησίες). Ακόμη, με σχετικούς νόμους προήγαγε τους Χριστιανούς στα ποικίλα αξιώματα, έπαυσε τις ειδωλικές θυσίες και επιχορήγησε την ανοικοδόμηση νέων ναών, καθώς και τη διεύρυνση και συντήρηση παλαιοτέρων. Περαιτέρω, με σχετικό του διάταγμα, όπου αναφέρεται εκτενώς στους παρελθόντες διωγμούς και το φοβερό τέλος όλων των διωκτών, προτρέπει, αλλά δεν εξαναγκάζει, τους παραμένοντες στην απιστία να γίνουν Χριστιανοί, και τέλος προστάζει να μην ενοχλεί πλέον κανείς κανένα για την πίστη του. Οι ελεημοσύνες και ευεργεσίες του Κωνσταντίνου έρρεαν ως ακένωτος κρουνός προς τους πάντες, προκαλώντας τον σεβασμό και την άμετρη εκτίμηση στο πρόσωπό του.

Πέραν απ' αυτά, θα αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα και με συντομία και στα εξής σπουδαιότατα έργα του, που απαθανάτισαν στους αιώνες τη μνήμη του. Αυτά ήσαν: (α) Η σύγκληση της Α' Οικουμενικής Συνόδου, (β) η αποστολή της μητέρας του, της Αγίας Ελένης, στα Ιεροσόλυμα για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, (γ) η ανοικοδόμηση της Κωνσταντινούπολης, και (δ) η ολοκλήρωσή του στην Χριστιανική Πίστη με τη βάπτισή του.

Η Α' Οικουμενική Σύνοδος

Την ειρήνη της Εκκλησίας, που πέτυχε με τόσους αγώνες ο Μ. Κωνσταντίνος, καταπαύοντας τους διωγμούς των χριστιανών, ήλθε να διασαλεύσει ο αιρετικός Άρειος, πρωτοπρεσβύτερος και δάσκαλος σχολής στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Αυτός άρχισε να κηρύττει βλάσφημα πως ο Υιός του Θεού δεν είναι Ομοούσιος (της ίδιας ουσίας) με τον Πατέρα Του, αλλά δημιούργημα του Θεού, άρα όχι αληθινός Θεός. Πατριάρχης τότε στην Αλεξάνδρεια ήταν ο αγιώτατος Πέτρος, που, μετά από θεϊκή οπτασία, στην οποία ο Χριστός του αποκάλυψε το βέβηλο της διδασκαλίας του Αρείου, καθαίρεσε της ιερωσύνης τον Άρειο.

Μετά τον θάνατο του Πέτρου ο νέος πατριάρχης Αχιλλάς κατόρθωσε με τις συμβουλές του να επαναφέρει τον Άρειο στην ευσέβεια. Και όσο καιρό ζούσε ο Αχιλλάς, ο Άρειος σιωπούσε και δεν κήρυττε τις αιρετικές του δοξασίες. Αφού όμως έγινε πατριάρχης ο Άγιος Αλέξανδρος, άρχισε και πάλιν ο Άρειος να διδάσκει τα αιρετικά φρονήματά του, και παρέσυρε μάλιστα μαζί του πολλούς λαϊκούς και κληρικούς, όπως τους επισκόπους Ευσέβιο της Νικομηδείας, Παυλίνο της Τύρου, Θεωνά και Σεκούνδο κ.ά. Τότε ο πατριάρχης Αλέξανδρος συγκάλεσε τοπική Σύνοδο, η οποία καθαίρεσε και πάλιν τον Άρειο και τους οπαδούς του.

Ο ευσεβής αυτοκράτορας Κωνσταντίνος παρακολουθούσε με μεγάλη του λύπη τα έκτροπα του Αρείου και των οπαδών του, καθώς και τη μεγάλη σύγχυση, που προκαλούσαν σ' όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Επιθυμώντας λοιπόν να επαναφέρει την ομόνοια και ειρήνη στην Εκκλησία του Χριστού, προσέταξε να συγκεντρωθούν στη μεγαλούπολη Νίκαια της Βιθυνίας επίσκοποι από όλες τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, για να μελετήσουν το όλο ζήτημα. Πράγματι τον Μάιο του έτους 325 συναθροίστηκαν εκεί 318 θεοφόροι Πατέρες και συγκρότησαν Σύνοδο, η οποία αναγνωρίσθηκε στη συνέχεια ως η Πρώτη Οικουμενική, στην οποία παρακάθισε προσωπικά και ο ίδιος ο φιλόχριστος βασιλέας.

Αφού λοιπόν ο Κωνσταντίνος προέτρεψε τους Επισκόπους να μελετήσουν το θεολογικό ζήτημα, κάλεσε τον Άρειο να παρουσιασθεί με τους ακολούθους του, για να εκθέσει τις απόψεις του και ν' ακούσει για το θέμα αυτό τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου. Παρουσιάσθηκε πράγματι ο Άρειος, ακολουθούμενος από πολλούς φιλοσόφους και ρήτορες, που οι Άγιοι Πατέρες νίκησαν κατά τη γενόμενη συζήτηση καθ' ολοκληρία, αφού εξήγησαν σ' αυτούς τις αλήθειες της αγίας Πίστεώς μας με ταπεινό πνεύμα. Κατόρθωσαν έτσι να επαναφέρουν πολλούς στον ορθό δρόμο με τα θεόπνευστα λόγια τους και τα θαύματα, που επετέλεσαν. Τέτοια θαύματα γίνανε μπροστά στην αγία Σύνοδο απ' τον Άγιο Σπυρίδωνα (θαύμα του κεραμιδιού) κι απ' τον Άγιο Αχίλλειο (θαύμα πέτρας, που με την προσευχή του ανάβλυσε λάδι). Άλλοι ακόμη Πατέρες συντάραξαν τους φιλοσόφους, και επανέφεραν πολλούς απ' αυτούς στην αλήθεια, με την απλότητα της συμπεριφοράς τους και τη θεοπνευστία των επιχειρημάτων τους. Ο Άρειος όμως και πάλιν δεν θέλησε να παραδεχθεί το λάθος του. Τότε η αγία Σύνοδος καθαίρεσε και αναθεμάτισε αυτόν και τη διδασκαλία του και όσους μείνανε προσκολλημένοι στην πλάνη του.

Η αγία αυτή Σύνοδος συνέταξε και τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεώς μας (δηλαδή του «Πιστεύω»), και εξέδωσε επίσης ορισμένους Κανόνες για την καλύτερη λειτουργία και διακυβέρνηση των Εκκλησιών. Μεταξύ άλλων ρύθμισε και το πότε πρέπει να γιορτάζεται το άγιο Πάσχα σ' όλο τον κόσμο. Όρισε δηλαδή να τελείται το Πάσχα την πρώτη Κυριακή, ύστερα απ' την πρώτη πανσέληνο της εαρινής (ανοιξιάτικης) ισημερίας, και οπωσδήποτε μετά από το Πάσχα των Εβραίων. Τον Τόμο των Πρακτικών της Συνόδου με τις σχετικές αποφάσεις υπέγραψαν όλοι οι Αρχιερείς και τελευταίος απ' όλους υπέγραψε ο φιλόχριστος βασιλέας με ερυθρά γράμματα, επισημοποιώντας έτσι τις αποφάσεις της Συνόδου.

Ύστερα απ' όλα αυτά ο Μ. Κωνσταντίνος ευχαρίστησε πάλιν τον Θεό, διότι τον καταξίωσε να καταπολεμήσει και να εξαλείψει, παλαιότερα μεν την ειδωλολατρία, τώρα δε και τις αιρέσεις.

Μετά το πέρας της Συνόδου, άρχισαν στις 25 Ιουλίου του 325 οι εορτασμοί για τα εικοσάχρονα της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου, στους οποίους, μεταξύ άλλων, ο αυτοκράτορας κάλεσε και όλους τους Πατέρες της Συνόδου, και απένειμε σ' αυτούς πλούσια δώρα. Καταφιλούσε τότε τα βγαλμένα μάτια του Αγίου Παφνουτίου και των λοιπών Αγίων Ομολογητών, καθώς και τα παραμορφωμένα και πληγωμένα μέλη τους, στα οποία τα σημάδια των πληγών παρέμειναν ανεξίτηλα απ' την εποχή των διωγμών. Αυτά όλα τα έκαμνε με μεγάλη ταπείνωση, ζητώντας απ' αυτούς συγχώρεση των αμαρτιών του!

Συμβούλευσε τέλος όλους τους επισκόπους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη κι ομόνοια στην Πίστη, να δείχνουν αγάπη στους πάσχοντες και να μην υβρίζουν ή να προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των αδελφών τους. Όταν μερικοί του ανέφεραν κατηγορίες για κάποιους επισκόπους, αυτές τις αναφορές δεν δέχτηκε να τις εξετάσει, ούτε τις υποθέσεις των κατηγορουμένων επισκόπων διερεύνησε, αλλά μπροστά σε όλους έσχισε όλες τις κατηγορίες, λέγοντας τα ακόλουθα βαρυσήμαντα λόγια: «Αν εγώ ο ίδιος προσωπικά τύγχαινε να έβλεπα αρχιερέα να παρανομεί, εξάπαντος θα τον σκέπαζα με την βασιλική πορφύρα μου»!

Αφού λοιπόν οι Άγιοι Πατέρες αποχαιρέτισαν τον βασιλέα και τον πατριάρχη Αλέξανδρο, τον οποίο αυτοί είχαν χειροτονήσει ως διάδοχο του Αγίου Μητροφάνη, που εκοιμήθη κατά τη διάρκεια της Συνόδου (4.6.325), επέστρεψαν στις επαρχίες τους, όπου κήρυτταν τα δόγματα της αγίας Συνόδου.


Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης

Το άλλο πρωταρχικής σημασίας έργο του Κωνσταντίνου υπήρξε η ίδρυση μιας νέας πρωτεύουσας του κράτους στις ευρωπαϊκές ακτές του Βοσπόρου και στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου, αποικίας των Μεγαρέων του 7ου αι. π.Χ.

Όταν ο Κωνσταντίνος πήρε τη σχετική απόφαση, δεν επέλεξε αμέσως το Βυζάντιο, αλλά σκέφθηκε αρχικά τη γενέτειρά του Ναϊσσό, τη Σαρδική (Σόφια) και τη Θεσσαλονίκη στη συνέχεια. Απ' τα εμπόδια όμως που προέκυψαν, εννόησε ότι δεν ήταν θέλημα Θεού να προχωρήσει εκεί και μετέβη στο αρχαίο Ίλιο, όπου λέγεται πως είχαν στρατοπεδεύσει οι Αχαιοί στον πόλεμο κατά της Τροίας. Εκεί σχεδίασε την πόλη όσο μεγάλη έπρεπε να γίνει και κατασκεύασε ακόμη και τις πύλες της. Αλλά κάποιο βράδυ παρου­σιάσθηκε ο Κύριος στον ευσεβή βασιλέα, προτρέποντάς τον να επιλέξει άλλη τοποθεσία για πρωτεύουσά του. Υπακούοντας στο θείο κέλευσμα, ο Κωνσταντίνος κατέληξε τελικά στο Βυζάντιο, του οποίου τη θέση θεώρησε ως την πλέον κατάλληλη για τον σκοπό του και αρεστή στον Θεό.

Κατά τη χάραξη των ορίων της νέας πόλης από τον Κωνσταντίνο, Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε σ' αυτόν μόνο και τον καθοδηγούσε, προπορευόμενός του, μέχρι που σημείωσαν όλο τον χώρο, μέσα στον οποίο ήταν θέλημα Θεού να κτισθεί η πρωτεύουσα.

Η τελετή για τη θεμελίωση της πόλης έγινε στις 8 Νοεμβρίου του 324, και για τα έργα ανοικοδόμησης, που άρχισαν στη συνέχεια, μαζεύτηκαν εργάτες και υλικά από παντού, ενώ πολλά αρχαία προχριστιανικά μνημεία της Ρώμης, της Αθήνας, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, της Εφέσου κ.ά. πόλεων χρησιμοποιήθηκαν κατάλληλα για τη διακόσμηση της βασιλεύουσας. Αλλά και λείψανα Αγίων και Μαρτύρων μετέφερε ο Κωνσταντίνος, για τον εξαγιασμό της. Και δεν κόσμησε την πόλη ο ευσεβής βασιλέας μόνο με ιππόδρομο, κρήνες, στοές και άλλα λαμπρά οικοδομήματα, αλλά και με περικαλλείς ναούς, όπως αυτούς των Αγίων Αποστόλων, της Αγίας Ειρήνης, του Αγίου Μωκίου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Τίμησε ακόμη την πόλη με Σύγκλητο, αφού κάλεσε από τη Ρώμη και αλλού ευγενείς και λογίους άρχοντες, για τη διαμονή των οποίων έκτισε κατάλληλες οικοδομές, και συνέστησε ιεραρχία βασιλικών αξιωματούχων, κατά την τάξη, που επικρατούσε και στη Ρώμη.

Μετονόμασε λοιπόν τη νέα πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, την οποία αφιέρωσε στην Υπεραγία Θεοτόκο (26 Νοεμβρίου του 328) και της οποίας τα εγκαίνια τελέστηκαν πανηγυρικά στις 11 Μαΐου του 330. Βεβαίως τα οικοδομικά έργα συνεχίστηκαν και αργότερα. Η Κωνσταντινούπολη κατέστη σύντομα το πολιτικό, εκκλησιαστικό, οικονομικό και πνευματικό κέντρο της μεγάλης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού

Μέσα στα μεγαλόπνοα σχέδια του Μ. Κωνσταντίνου για την εδραίωση του Χριστιανισμού εντάσσεται και η απόφασή του να αποστείλει τη μητέρα του Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για την αναζήτηση και εύρεση του Τιμίου Ξύλου του Σταυρού, και, ευρύτερα, για την ανάδειξη των Αγίων Τόπων, όπου έζησε, μαρτύρησε, σταυρώθηκε, τάφηκε και αναστήθηκε ο Χριστός, και τους οποίους οι καταστροφές από τον χρόνο, τους πολέμους, αλλά και η ζηλοφθονία των Εβραίων, είχαν σκεπάσει και αποκρύψει ολότελα.

Η ιεραποδημία αυτή της Αγίας Ελένης έλαβε χώρα μετά την ανάδειξή της από τον υιό της σε Αυγούστα (περί τον Οκτώβριο του 324), γύρω στα έτη 325/326. Παράλληλα προς τη σχετική επιθυμία του Κωνσταντίνου, και η ίδια η Αγία Ελένη είχε δει οπτασία, που την παρακινούσε προς την ιερή της αυτή αποστολή. Εφοδιασμένη λοιπόν με βασιλικά γράμματα προς τον τότε αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων Άγιο Μακάριο, με αφθονία χρημάτων, καθώς και με την αρμόζουσα συνοδία στρατού και επισήμων αρχόντων, φθάνει «με σπουδή και νεανική δύναμη η ηλικιωμένη (ήταν τότε περίπου 78 ετών) και γεμάτη φρόνηση (Ελένη), να επισκεφθεί την αξιοσέβαστη γη και συγχρόνως να δει τις επαρχίες, τους δήμους, και τους λαούς της Ανατολής με βασιλική αξιοπρέπεια». Ο πατέρας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Ευσέβιος μας φανερώνει στο χωρίο του αυτό και τον ευρύτερο ιεραποστολικό και φιλανθρωπικό χαρακτήρα της ιεραποδημίας της Αγίας.

Στην αναζήτηση του Τιμίου Σταυρού η τιμία βασίλισσα συναντά αρκετές δυσχέρειες. Σύμφωνα με αρχαιότατη παράδοση, η εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία είναι συνυφασμένη με το πρόσωπο του Αγίου Ιερομάρτυρος Κυριακού, επισκόπου στα Ιεροσόλυμα. Ο Άγιος Κυριακός, Εβραίος στην καταγωγή, με το αρχικό όνομα Ιούδας, ήταν ο άνθρωπος που γνώριζε από τους προγόνους του το μέρος, όπου ήταν κρυμμένος ο Σταυρός του Κυρίου, αλλά δεν ήθελε να το αποκαλύψει στην Αγία Ελένη. Αυτή τότε πρόσταξε να τον βάλουν σε ξεροπήγαδο για μια εβδομάδα, οπότε αναγκάστηκε από την πείνα και δίψα να υποδείξει τον χώρο του Γολγοθά και του Μνήματος του Χριστού. Ο τόπος είχε καταχωσθεί από τους Εβραίους, ένεκα φθόνου, οι δε ειδωλολάτρες, βλέποντας να προσκυνείται από τους Χριστιανούς με ευλάβεια για τα εκεί τελούμενα θαύματα, είχαν ανεγείρει στον χώρο αυτό τέμενος της θεάς Αφροδίτης. Με προσταγή της Αγίας το τέμενος κρημνίζεται και ανασκάπτεται ο χώρος, οπότε ανευρέθηκαν ο Γολγοθάς, το Πανάγιο Μνήμα, οι τρεις Σταυροί, του Χριστού και των δύο ληστών και οι άγιοι Ήλοι (καρφιά) της Σταύρωσης.

Η αναγνώριση του Τιμίου Σταυρού έγινε με το εξής θαύμα:Μία νεκρή γυναίκα οδηγείτο προς ενταφιασμό. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος είπε να σταματήσει η νεκρική πομπή. Μετά από θερμή προσευχή και τοποθετώντας διαδοχικά και χωριστά τους τρεις Σταυρούς πάνω στη νεκρή, ω του θαύματος! Αυτή αναστήθηκε, όταν την άγγιξε ο τρίτος Σταυρός, ο Σταυρός του Κυρίου! Τότε η Αγία διέταξε και διαιρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός. Και το μεν ένα τμήμα τοποθέτησε σε αργυρή πολύτιμη θήκη και το άφησε στα Ιεροσόλυμα, το δε άλλο μετέφερε σε ταξίδι της από τα Ιεροσόλυμα στην Κωνσταντινούπολη. Είναι απ' αυτό το δεύτερο τμήμα, που άφησε κατά τόπους τεμάχια, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, για την οποία θα μιλήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο. Την εύρεση του Τιμίου Ξύλου και των αγίων Ήλων τιμά η Εκκλησία μας στις 6 Μαρτίου.

Με το θαύμα της αναστάσεως της νεκρής γυναίκας από τον Σταυρό πιστεύει ο πιο πάνω Εβραίος Ιούδας, βαπτίζεται και μετονομάζεται Κυριακός, χειροτονείται αργότερα επίσκοπος (μάλλον χωρεπίσκοπος) στα Ιεροσόλυμα, και μαρτυρεί επί Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363). Η Εκκλησία μας τελεί τη μνήμη του στις 28 Οκτωβρίου.

Αναφορικά με τους δύο άλλους Σταυρούς των ληστών, επειδή η Αγία αδυνατούσε να διακρίνει ποιος ανήκε στον «εκ δεξιών» Καλό Ληστή και ποιος στον «εξ αριστερών» και επειδή από την άλλη σκέφθηκε πως τόσα χρόνια θαμμένοι με τον Σταυρό του Χριστού είχαν πάρει κι αυτοί ευλογία, και δεν έπρεπε να παραμεληθούν, πρόσταξε να αποσυναρμολογηθούν, και με την εναλλαγή των οριζοντίων ξύλων τους να σχηματισθούν δύο νέοι Σταυροί. Έτσι ο καθένας τους περιείχε τεμάχιο του Σταύρου του Καλού Ληστή.

Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός ο Μ. Κωνσταντίνος, χάρηκε ιδιαίτερα και με επιστολή του προς τον Άγιο Μακάριο όρισε να ανεγερθεί στον χώρο του Παναγίου Τάφου ναός λαμπρός και περικαλλής, παρέχοντας ο ίδιος ο αυτοκράτορας τα μέσα προς τούτο. Η Αγία Ελένη, εκτός από την επίβλεψη στην ανέγερση του ναού τούτου, ανήγειρε θαυμάσιο ναό στη Βηθλεέμ (στο άγιο Σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου) και άλλον εφάμιλλο της Αναλήψεως στο όρος των Ελαιών.

Στη συνέχεια η ευσεβής βασίλισσα περιήλθε όλες τις χώρες της Ανατολικής αυτοκρατορίας, στολίζοντας τους ναούς του Θεού με λαμπρά κειμήλια και κάνοντας ποικίλα έργα φιλανθρωπίας: Ελεούσε αφθονοπάροχα κατοίκους πόλεων συλλογικά, αλλά κι όσους την πλησίαζαν ατομικά, στρατιώτες, πένητες, γυμνούς και απροστάτευτους, παρέχοντας όλα τα αναγκαία του σώματος. Αλλά και από τα δεσμά, την καταπίεση και την εξορία απάλλαξε πολλούς καταδίκους, από μεγάλη φιλανθρωπία κινούμενη.

Το θαυμαστό έργο της Αγίας Ελένης στα Ιεροσόλυμα και την Παλαιστίνη και η ιεραποστολική και πλούσια φιλανθρωπική της περιοδεία στις πέριξ επαρχίες της Ανατολής διήρκεσε γύρω στα δύο με τρία χρόνια (325/326-328/329).

Η έλευση της Αγίας Ελένης στην Κύπρο

Στα πλαίσια της ως άνω μακρόχρονης αγαθοεργούς δράσης της Αγίας βασίλισσας εντάσσεται βεβαίως και η διέλευσή της από την Κύπρο. Συγκεκριμένες αναφορές των παλαιών ιστορικών για το γεγονός τούτο δεν υπάρχουν, όπως ασφαλώς δεν υπάρχουν και για άλλα πολλά σημαντικά έργα της Αγίας. Οι σωζόμενες σήμερα γραπτές πηγές, από τον 12ο αιώνα κ.ε. (πρώτη γνωστή αναφορά αυτή του Ηγουμένου Δανιήλ το 1106) καταγράφουν την παράδοση, που από στόμα σε στόμα και από γενεά σε γενεά διασώθηκε μέχρι τότε. Ακριβώς και σ' αυτή την περίπτωση λειτούργησε ο παράγοντας της παράδοσης, για να διασώσει ό,τι δεν ήταν δυνατό να περισωθεί με άλλο τρόπο, και μάλιστα εξαιτίας των πολλών περιπετειών και συμφορών της Κύπρου, που τη στέρησαν από σπουδαίους θησαυρούς, μνημεία των παλαιών εκείνων γεγονότων.

Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση αυτή, πολύ ισχυρή μέχρι και σήμερα, η ευλογημένη βασίλισσα σε ταξίδι με πλοία από την Παλαιστίνη προς την Κωνσταντινούπολη, όπου μετέφερε τα άγια Σύμβολα του Πάθους του Κυρίου και τους Σταυρούς των ληστών, αναγκάστηκε από θαλασσοταραχή να προσορμισθεί στα νότια παράλια της Κύπρου, στις εκβολές του αρχαίου χειμάρρου Τετίου, που από τότε μετονομάστηκε προς τιμήν της Βασιλοπόταμος. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση η Κύπρος μαστιζόταν τότε από φοβερή ανομβρία (δεν είχε βρέξει για πολλά συνεχή έτη), που προκάλεσε λοιμικές ασθένειες, το δε νησί είχε γεμίσει από θανατηφόρα φίδια. Η θεομηνία αυτή οδήγησε πολλούς κατοίκους να μεταναστεύσουν σε άλλα μέρη, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.

Η ίδρυση της Μονής του Τιμίου Σταύρου
(Σταυροβουνίου) στην Κύπρο



Εκεί λοιπόν στην περιοχή του Βασιλικού, όπου προσάραξε η βασίλισσα Ελένη, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον ύπνο της και της είπε ότι ήταν θέλημα Θεού να ανεγείρει ναούς και στην Κύπρο, όπως και στην Αγία Γη, στους οποίους να αφιερώσει τεμάχια του Τιμίου Ξύλου, για να τιμάται και εδώ ο Σταυρός του Κυρίου. Άλλο θαύμα τότε ακολούθησε, γιατί ο Τίμιος Σταυρός μεταφέρθηκε από θεία δύναμη στην κορυφή του όρους Ολύμπου, του σημερινού Σταυροβουνίου, υποδεικνύοντας στην Αγία τη θέση, όπου έπρεπε να ανεγείρει ναό προς τιμή Του.

Η ταπεινή αυτοκράτειρα ήλθε πράγματι προσωπικά στη βουνοκορφή του Ολύμπου και με τη βοήθεια κάποιων κατοίκων των γύρω περιοχών, καθώς και των ανθρώπων της, καταργεί τον προϋπάρχοντα εδώ ειδωλολατρικό ναό (που ήταν αφιερωμένος στον Ολύμπιο Δία) και ανεγείρει ναό προς δόξαν του αληθινού Θεού. Στον αρχικό τούτο ναό αφιέρωσε τον ένα από τους δύο Σταυρούς των ληστών, όπως και πιο πάνω αναφέραμε, τοποθετώντας στο κέντρο του τεμάχιο από το Τίμιο Ξύλο, καθώς επίσης και ένα αγιασμένο Ήλο (καρφί). Με το τέλος του έργου της ανέπεμψε δοξολογία και ευχαριστία στον Κύριο.

Κατά την ίδια παράδοση η Αγία Ελένη ανεγείρει και στην Τόχνη ναό, προικίζοντάς τον κι εκείνο με τεμάχια των αγιασμένων Συμβόλων του Πάθους του Κυρίου. Μεταφέρει επίσης με ενέργειές της ένα πλοίο γεμάτο γάτες από τη Μικρά Ασία (ο όρμος, που προσορμίστηκε το πλοίο ονομάστηκε έκτοτε Ακρωτήριο των Γάτων ή Κάβο Γάτα), που αφέθηκαν στην ξηραμμένη γη, για να εξαλείψουν τα πολλά φίδια. Και αργότερα, από την Κωνσταντινούπολη, μερίμνησε και πέτυχε την επιστροφή των Κυπρίων στο νησί τους, που είχαν ξενιτευθεί ένεκα της ανομβρίας.

Η παλαιά αυτή παράδοση είχε ήδη κωδικοποιηθεί στην Κύπρο κατά τους βυζαντινούς χρόνους (12ο-13ο αι.) και διασώθηκε από τους μεσαιωνικούς τοπικούς χρονογράφους (με αρχαιότερο τον Λεόντιο Μαχαιρά [15ος αι.]), οι οποίοι και την περιέλαβαν στα σχετικά ιστορικά τους έργα.

Η Κύπρος έτσι αναγεννάται αισθητά και πνευματικά. Αισθητά, γιατί με τη Χάρη του Τιμίου Σταυρού ξανάρχισαν οι βροχές, και ήλθε πάλιν η ευλογία του Θεού στον τόπο. Και πνευματικά, γιατί ο ταλαιπωρημένος Κυπριακός λαός στερεώθηκε με τη Χάρη του εσταυρωμένου στον δρόμο της πίστης Του.

Έτσι λοιπόν διαθρυλούνται τα γεγονότα σχετικά με τη διέλευση της Αγίας Ελένης στη συνείδηση του λαού της Κύπρου, στη ζωντανή του παράδοση! Και η μνήμη των Αγίων Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, κτητόρων του ιερού ναού του Σταυροβουνίου, τιμάται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σ' όλο το νησί. Τα δε ονόματά τους κοσμούν πλήθος των κατοίκων του. Είκοσι τουλάχιστο ναοί, παλαιοί και νεώτεροι, είναι αφιερωμένοι στην Κύπρο στους Αγίους αυτούς, καθώς και πολλά τοπωνύμια, όπου προφανώς βρίσκονταν παλαιότερα ναοί τους.

Η ανάμνηση της διέλευσης της Βασιλομήτορος Αγίας Ελένης από την Κύπρο και της ίδρυσης απ' αυτήν της Μονής του Τιμίου Σταυρού στο Σταυροβούνι διαιωνίζεται και με την επιγραφή πάνω σε πέτρινη πλάκα, που σήμερα βρίσκεται εντοιχισμένη στον διάδρομο στα βόρεια του Καθολικού (κεντρικού ναού) της Μονής. Η πλάκα αυτή ανακαλύφθηκε κατά την διάρκεια των εργασιών για επισκευή του Καθολικού, μετά την πυρκαγιά κατά τον Ιούλιο του 1888, και χρονολογείται από ειδικούς στους μεσαιωνικούς χρόνους, είναι δε πιθανό να αποτελεί αντίγραφο πρωτοτύπου της βυζαντινής εποχής.

Η κοίμηση της Αγίας Ελένης

Ο Μ. Κωνσταντίνος υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, που μετέφερε με μεγάλη ευλάβεια η μητέρα του στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά και τους αγίους Ήλους ο ευσεβής αυτοκράτορας αναφέρεται πως τοποθέτησε στην περικεφαλαία και τα χαλινάρια του αλόγου του, για προστασία και ευλογία στους πολέμους.

Αφού λοιπόν διήλθε η μακαρία Ελένη τη ζωή της με προσευχή, ταπείνωση και τόσα θαυμαστά έργα και αγαθοεργίες, ανεπαύθη εν Κυρίω πιθανώτατα στην Κωνσταντινούπολη περί τα έτη 328/329, σε ηλικία ογδόντα περίπου ετών. Το άγιο σκήνος της μεταφέρθηκε στη Ρώμη από τον υιό της και κατατέθηκε στο μαυσωλείο (ροτόντα) γνωστό με το όνομα Tor Pignattara, μέσα σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη λίθο. Η σαρκοφάγος αυτή φυλάσσεται σήμερα στο Βατικανό Μουσείο.

Θανάτωση του Κρίσπου και της Φαύστας

Ο Κρίσπος ήταν υιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου από την πρώτη του γυναίκα, τη Μινερβίνα. Με τη δεύτερή του γυναίκα, τη Φαύστα, ο Μ. Κωνσταντίνος απόκτησε άλλους τρεις υιούς, τον Κωνσταντίνο, τον Κωνστάντιο και τον Κώνσταντα.


Η εκτίμηση του Μ. Κωνσταντίνου προς τον υιό του Κρίσπο ήταν πολύ μεγάλη, ιδίως μετά τη συμβολή του Κρίσπου στο να κατατροπωθεί ο Λικί­νιος, όπως πιο πάνω ήδη αναφέραμε. Τούτο όμως στάθηκε αιτία να φθονήσει θανάσιμα τον Κρίσπο η Φαύστα, γιατί φοβόταν πως η δόξα του Κρίσπου θα επεσκίαζε τα δικά της παιδιά. Συνέλαβε λοιπόν η πανούργα το εξής δαιμονικό σχέδιο: Κατηγόρησε έντεχνα τον Κρίσπο στον πατέρα του με ψεύτικες και ασύστολες κατηγορίες. Ότι δηλαδή επεχείρησε δήθεν ο Κρίσπος να την ατιμάσει, και στη συνέχεια να φονεύσει τον πατέρα του, για ν' αρπάξει, και τον θρόνο, και τη γυναίκα του! Δυστυχώς ο Κωνσταντίνος έπεσε στην παγίδα. Παρασύρθηκε και πίστεψε τη συκοφαντία, ώστε διάταξε τη θανάτωση του Κρίσπου (326).

Η Αγία Ελένη λυπήθηκε βαθύτατα για το θλιβερό αυτό γεγονός. Έλεγξε δριμύτατα τον αυτοκράτορα υιό της για το θανάσιμο σφάλμα του. Εκείνος, μετανοιωμένος και συντετριμμένος, διέταξε ξανά νέες ανακρίσεις. Αποδείχθηκε η φοβερή πλεκτάνη και η Φαύστα τιμωρήθηκε με θάνατο (326).

Τα συγκλονιστικά αυτά γεγονότα της προσωπικής ζωής του Μ. Κωνσταντίνου τον λυπούν βαθύτατα. Τον κάνουν να θρηνεί σ' όλη την υπόλοιπη ζωή του και να ζητεί συγχώρηση από τον Θεό. Προς τιμή του αδικοσκοτωμένου υιού του Κρίσπου ο Μ. Κωνσταντίνος έστησε αργυρό ανδριάντα, με την επιγραφή· «Τω ηδικημένω υιώ μου».

Πολλοί είναι οι επικριτές του Αγίου για τα δυσάρεστα αυτά γεγονότα. Πρέπει όμως να γνωρίζουν ότι:

(1) Όταν συνέβησαν τα θλιβερά αυτά γεγονότα, ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν ήταν ακόμη Χριστιανός. Πώς μπορούμε να απαιτούμε χριστιανική συνέπεια από κάποιον, που δεν ήταν βαπτισμένος χριστιανός;

(2) Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος δεν ενέργησε με κακία και με εμπάθεια, αλλά έπεσε θύμα καλά στημένης ραδιουργίας και συκοφαντίας.

(3) Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν ακόμη δικαστήρια για την απονομή δικαιοσύνης. Η δικαστική εξουσία ήταν στα χέρια των αυτοκρατόρων, που δίκαζαν σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων. Αυτή τη διαδικασία πρόβλεπε ο νόμος της εποχής εκείνης, και έτσι εύκολα γίνονταν και λάθη.

(4) Άγιος δεν είναι μόνον ο αναμάρτητος. Αλλά Άγιος είναι εκείνος που επιδεικνύει πραγματική μετάνοια για τις αμαρτίες που έπραξε, αλλάζει ζωή, και αγωνίζεται έπειτα να συμμορφώνεται προς το θέλημα του Θεού.

Ας μη μας διαφεύγει πως πολλοί Άγιοι ήσαν προηγουμένως μεγάλοι αμαρτωλοί, οι οποίοι όμως αργότερα μετανόησαν, άλλαξαν ζωή, ευαρέστησαν τον Θεό, και ο Θεός όχι μόνο τους συγχώρησε, αλλά και τους δόξασε, αναδεικνύοντάς τους Αγίους θαυματουργούς. Ο προφήτης και βασιλέας Δαβίδ έπεσε π.χ. στο αμάρτημα του φόνου και της μοιχείας. Ο βασιλέας και ισαπόστολος Κωνσταντίνος έπεσε και αυτός στο αμάρτημα του φόνου. Αλλά και οι δύο μετανόησαν πικρά. Έπραξαν έργα γνήσιας μετάνοιας, συγχωρέθηκαν, ευαρέστησαν τον Θεό, και τελικά αναδείχθηκαν και οι δύο μεγάλοι Άγιοι!

Τα τελευταία έργα του Μ. Κωνσταντίνου

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ιστορικές μαρτυρίες, και μάλιστα του συγχρόνου του Μ. Κωνσταντίνου ιστορικού Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας, εκτός των καλών έργων, που αναφέραμε ήδη πιο πάνω, ο ευσεβής αυτοκράτορας επιδόθηκε σε πλείστα άλλα αξιομνημόνευτα θεάρεστα έργα κατά το υπόλοιπο της ζωής του.

Μεταξύ άλλων, προνοώντας για τους Χριστιανούς στην Περσία, έγραψε επιστολή προς τον βασιλέα των Περσών Σαβώρ Β' (310-381), όπου με λόγους κατάλληλους τον παρακινεί να φροντίζει, ώστε οι εκεί πιστοί να διάγουν ειρηνικά, και όπου ομολογεί ξεκάθαρα την πίστη του στον Χριστό. Δυστυχώς ο Σαβώρ δεν τήρησε τις υποσχέσεις του, και γι' αυτό ο Κωνσταντίνος, όπως θα δούμε, ανέλαβε εκστρατεία εναντίον του.

Ο Μ. Κωνσταντίνος αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη της αγίας Γραφής, αλλά και την προσευχή, προσευχόμενος στον αληθινό Θεό κατά μόνας, καθώς και με όλα τα μέλη του βασιλικού οίκου στα ανάκτορα. Γι' αυτό και σε ορισμένα από τα χρυσά νομίσματα που έκοψε αποτυπώνεται, έχοντας το βλέμμα στραμμένο προς τα άνω, σε σχήμα προσευχομένου. Θεσμοθέτησε μάλιστα πρώτος αυτός την Κυριακή, ως την κατεξοχήν ημέρα προσευχής, και την καθιέρωσε με νόμο ως ημέρα αργίας. Επιπρόσθετα δίδασκε τους στρατιώτες του να τιμούν την Κυριακή και να προσεύχονται κατ' αυτήν, όχι μόνο οι πιστοί Χριστιανοί, αλλά και οι εθνικοί, και έγραψε για όλους τους στρατιωτικούς (στα λατινικά) την εξής προσευχή:

«Σε μόνον γνωρίζουμε Θεόν, εσέ αναγνωρίζουμε βασιλέα, σε επικαλούμαστε βοηθό, από 'σένα τις νίκες κατορθώσαμε, με τη βοήθειά σου γίναμε ανώτεροι των εχθρών, σε ευχαριστούμε για τα αγαθά, τα οποία ήδη μας χορήγησες, από σένα ελπίζουμε (να λάβουμε) τα μέλλοντα (αγαθά), σου γινόμαστε όλοι ικέτες, παρακαλώντας να διαφυλάσσεται για χάρη μας σώος και νικητής ο βασιλέας μας Κωνσταντίνος και οι θεοφιλείς υιοί του.»

Περαιτέρω πρόσταξε και χαράχτηκε ο Σταυρός στα όπλα των στρατιωτών του.

Πόσο λοιπόν τιμούσε την προσευχή ο Άγιος! Ιδιαίτερα, μετείχε με λαμπρότητα στην εορτή και αγρυπνία του Πάσχα, παρέχοντας τότε και πλούσια ελεημοσύνη. Με εντολή του ακόμη τιμώνταν χαρμόσυνα οι ημέρες του μαρτυρίου των Αγίων Μαρτύρων, καθώς και οι λοιπές εορτές της Εκκλησίας μας. Αντίθετα, θέσπισε νόμους εναντίον των θυσιών και των ειδωλικών τελετών.

Καθώς ήταν και καλά καταρτισμένος ο Άγιος, έγινε άριστος λογογράφος για τα θεία σε ομιλίες, που έγραφε ο ίδιος και απεύθυνε προς τα πλήθη, μιλώντας εναντίον των παθών και της απληστίας και ελέγχοντας τους ανόμους! Ο ίδιος δε, τιμώντας τον Θεό, ακροαζόταν πάντοτε όρθιος τα θεία λόγια. Μάλιστα πρόσταξε τον πιο πάνω επίσκοπο Ευσέβιο να φροντίσει για την καλλιγράφηση 50 τόμων της αγίας Γραφής για τις ανάγκες του διδακτικού έργου της Εκκλησίας, παρέχοντας όλα τα αναγκαία σχετικά έξοδα, τους οποίους τόμους πράγματι απέστειλε ο Ευσέβιος στην Κωνσταντινούπολη.

Μέχρι τέλους φιλοσοφούσε άριστα ο καλός Κωνσταντίνος, και μάλιστα περί θανάτου, όπως αποδεικνύει επικήδειος λόγος, που εκφώνησε ο ίδιος. Είδαμε δε ότι στην Κωνσταντινούπολη ανήγειρε μεταξύ άλλων και τον ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου διέταξε και κατασκευάστηκαν δώδεκα λάρνακες (θήκες) προς τιμή των Αποστόλων, σκοπεύοντας να μεταφέρει εκεί τα τίμια λείψανά τους. Στο μέσο τους λοιπόν κατασκεύασε και τη δική του λάρνακα, τόσο για μνήμη θανάτου, όσο και ωφέλεια της ψυχής του, αφού η επιθυμία του ήταν να ταφεί εκεί.

Ακόμη, στις 13 Σεπτεμβρίου του 335, σύμφωνα με εντολή του, τελέστηκαν με λαμπρότητα τα εγκαίνια του πανιέρου ναού της Αναστάσεως, που είχε ανεγερθεί, όπως είπαμε, με δική του επιχορήγηση και τις οδηγίες του στον χώρο του Τάφου του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα.

Πρέπει επίσης να μνημονεύσουμε εδώ και τον εκχριστιανισμό διαφόρων εθνών κατά την εποχή εκείνη, όπως των Ινδών, όταν τους κήρυξαν το Ευαγγέλιο ο φιλόσοφος Μερόπιος από την Τύρο με τους μαθητές του Αιδέσιο και Φρουμέντιο. Ο τελευταίος μάλιστα χειροτονήθηκε επίσκοπος Ινδίας από τον Άγιο Αθανάσιο τον Μεγάλο, αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας. Πίστευσαν ακόμη στον Χριστό και οι Ίβηρες (Γεωργιανοί), που διδάχθηκαν την Πίστη από μία αιχμάλωτη χριστιανή, την Αγία Νίνα, που τέλεσε μεγάλα θαύματα με τη δύναμη του Χριστού. Η Αγία Νίνα θεράπευσε μάλιστα, τόσο την βασίλισσα Νάνα από ανίατη ασθένεια, όσο και τον βασιλέα Μιριάν (265-342), όταν αυτός επέστρεψε τυφλός από το κυνήγι. Τότε ο Μιριάν έστειλε πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη προς τον Μ. Κωνσταντίνο, ζητώντας τη βοήθειά του για τον εκχριστιανισμό της Γεωργίας. Ανταποκρινόμενος ο φιλόθεος Κωνσταντίνος, του έστειλε ιερείς μαζί με εικόνες, άγια λείψανα και τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού. Σε λίγο διάστημα, όχι μόνο οι βασιλείς, αλλά και πλήθη λαού βαπτίστηκαν Χριστιανοί.

Την ίδια εποχή πίστεψαν στον Χριστό και οι Αρμένιοι, και πάλιν με τις ενέργειες του Μ. Κωνσταντίνου και την αποστολική δράση του Αγίου Γρηγορίου, επισκόπου και φωτιστού της Μεγάλης Αρμενίας.

Εκστρατεία κατά των Περσών και ασθένεια του Μ. Κωνσταντίνου

Στα τέλη της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου παρατηρήθηκαν εχθρικές προετοιμασίες των Περσών κατά των Ρωμαίων. Ο Κωνσταντίνος ανησύχησε, όχι μόνο για τον πόλεμο, αλλά και την τύχη των χριστιανών στην Περσία, για τους οποίους, όπως είδαμε, επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον (οι ανησυχίες του δικαιώθηκαν, καθώς από το 343 περίπου ο Σαβώρ εξαπέλυσε εκτεταμένους διωγμούς σ' όλη την Περσία, αναδεικνύοντας πλήθη Μαρτύρων). Ετοιμάστηκε λοιπόν για εκστρατεία εναντίον των Περσών, επικαλούμενος τον Θεό και παραλαμβάνοντας ως συνοδούς και μερικούς επισκόπους, για να τον ενισχύουν με τις ευχές τους. Ακόμη και η σκηνή του σ' αυτή την εκστρατεία είχε σχήμα σταυροειδές. Περνώντας όμως από τη Νίκαια ασθένησε και κατέφυγε στην Ελενόπολη για θεραπεία, καθώς εκεί υπήρχαν θερμά ιαματικά λουτρά. Επειδή όμως η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε, μεταφέρθηκε στη Νικομήδεια κι απ' εκεί σε προάστιό της, καλούμενο «Αχυρών», που ήταν τόπος κατάλληλος για ανάπαυση και ανακούφιση.

Η βάπτιση και η κοίμηση του Αγίου Κωνσταντίνου

Ο μέχρι τότε κατηχούμενος στη Χριστιανική Πίστη βασιλέας, αφού διέμεινε εκεί για λίγο διάστημα και είδε πως η κατάστασή του δεν βελτιωνόταν, κάλεσε κοντά του τους Ορθοδόξους επισκόπους, που τον συνόδευαν, και εξέφρασε σ' αυτούς την επιθυμία του να λάβει επιτέλους το άγιο Βάπτισμα, λέγοντας τα ακόλουθα αξιομνημόνευτα λόγια: «Αυτός είναι ο καιρός, που περίμενα από χρόνια με πόθο και προσευχή, ελπίζοντας να αξιωθώ της σωτηρίας από τον Θεό. Είναι πια καιρός να απολαύσω κι εγώ την αθανατοποιό σφραγίδα (έτσι ονόμασε το Βάπτισμα και το Χρίσμα)... κάτι το οποίο σκεπτόμουν να λάβω στα ρείθρα του Ιορδάνη ποταμού, στον οποίο, όπως αναφέρεται (στην Αγία Γραφή), μετέσχε του λουτρού του Βαπτίσματος και ο Χριστός, ως πρότυπο (παράδειγμα) για μας. Αλλ' ο Θεός, που γνωρίζει το συμφέρον μας, με αξιώνει να το λάβω εδώ. Ας τελεσθεί λοιπόν τούτο χωρίς αναβολή...».

Τότε οι αρχιερείς βάπτισαν τον μακάριο Κωνσταντίνο και τον μετέλαβαν τα άχραντα Μυστήρια. Κι αυτός, σαν βγήκε από την αγία κολυμβήθρα, φόρεσε τα λευκά ενδύματα του Βαπτίσματος, τα οποία και δεν απέβαλε μέχρι την κοίμησή του! Δεν θέλησε πια να περιβληθεί τη βασιλική πορφύρα! Ανέπεμψε δε αμέσως μετά τη βάπτισή του ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό, επιλέγοντας τα εξής: «Τώρα γνωρίζω ότι είμαι πράγματι μακάριος. Τώρα γνωρίζω ότι δείχθηκα άξιος της αθάνατης ζωής. Τώρα γνωρίζω ότι έγινα μέτοχος του θείου φωτός»!

Έτσι λοιπόν, ευτυχής και ευχόμενος, αφού τακτοποίησε τα της διαδοχής και διαθήκης του, κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 22 Μαΐου του 337, ημέρα της Πεντηκοστής, κατά τις μεσημβρινές ώρες, αφού διετέλεσε τεσσαρακοστός τέταρτος αυτοκράτορας μετά τον Καίσαρα Οκταβιανό Αύγουστο (27 π.Χ. -14 μ.Χ.). Έζησε δε γύρω στα εξήντα τρία χρόνια, αφού βασίλευσε για περίπου τριάντα ένα χρόνια.

Στη διαθήκη του ο Κωνσταντίνος άφησε ως διαδόχους του τους τρεις υιούς του, παραχωρώντας στον Κωνστάντιο όλη την Ανατολή και την Κωνσταντινούπολη, στον Κώνσταντα τη Ρώμη και όλη την Ιταλία και στον Κωνσταντίνο τη Γαλλία και τις Βρεταννικές νήσους.

Το λείψανο του Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε σε χρυσή λάρνακα και μεταφέρθηκε στα ανάκτορα στην Κωνσταντινούπολη, μέχρις ότου αφίχθηκε ο υιός του Κωνστάντιος, οπότε τελέστηκε μεγαλοπρεπής η κηδεία του και κατετέθη η σορός του στη λάρνακα, που είχε ο ίδιος προετοιμάσει, όπως είδαμε, στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Και εκεί ευρισκόμενο το τίμιο λείψανό του, επετέλεσε πολλά θαύματα!

Αντί Επιλόγου
Αυτά ήταν, αγαπητέ αναγνώστη, σε γενικές γραμμές τα σπουδαιότερα γεγονότα και θαυμαστά έργα των αοιδίμων Μεγάλων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπως τα παρουσιάσαμε στο συνοπτικό αυτό και λιτό Συναξάριο.

Ειδικώτερα για το πρόσωπο του Μ. Κωνσταντίνου, που για ορισμένους είναι δυστυχώς «σημείο αντιλεγόμενο», πρέπει να πούμε πως ο κάθε καλοπροαίρετος αναγνώστης και μελετητής του βίου του δεν μπορεί, παρά να δοξάσει τον θεό, που τον ανέδειξε αυτοκράτορα σε μια εποχή κρίσεως θεσμών και αξιών, και μάλιστα μετά από τρεις αιώνες σκληρών διωγμών και φρικτών θανατώσεων εκατομμυρίων αθώων ανθρώπων, μόνο και μόνο για την πίστη και αγάπη τους στον Χριστό! Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε σήμερα αυτή τη μεγίστη του προσφορά στη Χριστιανική οικουμένη; Και να ήταν μόνη αυτή; Αναφέρθηκαν ήδη πιο πάνω οι πολυάριθμες θεάρεστες νομοθεσίες και ενέργειες του φιλοθέου αυτοκράτορα, με τις οποίες, οδηγούμενος από τον Θεό, εξάπλωσε και στερέωσε τη μέχρι τότε διωκόμενη χριστιανική πίστη σε πλείστα μέρη της οικουμένης.

Αντίθετα, οι γνωστές πράξεις βίας απέρρεαν από την ευθύνη της εξουσίας του αυτοκράτορα, και όχι από προσωπική του ευθύνη. Ας μη ξεχνούμε ακόμη ότι ο Κωνσταντίνος ήταν τότε και αβάπτιστος! Και η θεμελιώδης διδασκαλία της Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία ο βαπτιζόμενος καθαρίζεται, τόσο από το προπατορικό αμάρτημα, όσο και από κάθε άλλο προσωπικό αμάρτημα (σε περίπτωση που είναι μεγάλης ηλικίας), ίσχυσε αναμφίβολα και στην περίπτωση του Μ. Κωνσταντίνου.

Ο Μ. Κωνσταντίνος βρέθηκε λοιπόν με την Πρόνοια του Θεού πνευματικά έτοιμος και πολιτικά ώριμος στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, για να πραγματοποιήσει το μεγάλο όραμα ενός βαθύτερου μετασχηματισμού των δομών της καταρρέουσας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και ασπάσθηκε τον χριστιανισμό, όχι μόνο ως ένας απλός πολίτης της, αλλ' ως ο αυτοκράτορας και μονοκράτοράς της! Αυτό μάλιστα, το ότι βαπτίσθηκε στο τέλος της ζωής του για τους λόγους, που προεκθέσαμε, αποδεικνύει περίτρανα πως δεν υπήρχε οποιαδήποτε σκοπιμότητα στην επιλογή του αυτή, αλλά προερχόταν ξεκάθαρα από τη γνήσια εσωτερική παρόρμησή του. Μπορούμε άραγε να αντιληφθούμε αληθινά τί σήμαινε ένας Ρωμαίος μονοκράτορας, μετά από τόσες νίκες και δόξα, και ο οποίος δεν ήταν μόνο ο ύψιστος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της εποχής, αλλά και ο pontifex maximus (ο μέγιστος δηλαδή αρχιερέας της ειδωλολατρικής θρησκείας, που στη Ρώμη του αποδίδονταν τιμές λατρείας, αν και ο ίδιος κατήργησε με νόμους τη λατρεία αυτή στο πρόσωπό του), να βαπτισθεί Χριστιανός; Πράγματι η εξέχουσα θέση του Μ. Κωνσταντίνου στη συνείδηση της Εκκλησίας δεν είναι άσχετη προς το βάπτισμά του κατά το τέλος της ζωής του.

Και, τέλος, πρέπει να διευκρινιστεί πως η αναγνώριση της αγιότητας ενός κεκοιμημένου ορθοδόξου χριστιανού δεν είναι προϊόν ανθρώπινης αυθαιρεσίας ή καρπός οποιασδήποτε ανθρωπαρέσκειας! «Τους δοξάζοντάς με, δοξάσω», λέγει ο ίδιος ο Θεός. Μόνο ο Θεός στην πραγματικότητα ανακηρύσσει και δοξάζει τους Αγίους Του! Και πράγματι! Δεν είδαμε πόσης Θείας Χάρης αξιώθηκε ο Κωνσταντίνος, ενόσω ακόμη ζούσε; Την άμεση με οράματα θεϊκή καθοδήγηση, που είχε καθόλες τις μεγάλες στιγμές της ζωής του; Πως στάθηκε μοναδικό όργανο στα χέρια της θείας Προνοίας για τη στερέωση και επικράτηση της λατρείας του μόνου Αληθινού Θεού στον κόσμο; Αλλά και μετά θάνατο τον δόξασε ο Κύριος! Καθότι δεν πρέπει να παραβλέπεται το ότι και μετά την κοίμησή του οι προσευχές και μεσιτείες του προς τον Θεό θαυματουργούν, όπως εξάλλου αναφέρουν και αρχαία τροπάρια προς τιμή του: «..Ορθοδόξων βασιλέων πατήρ, ου και η λάρναξ ιάσεις βρύει...»(= εσύ που είσαι πατέρας, απαρχή των ορθοδόξων βασιλέων, του οποίου και η λάρνακα [ο τάφος] πηγάζει θεραπείες) (Δοξαστικό αποστίχων Εσπερινού). και αλλού: «Ο τάφος ένθα κείται το ιερόν, Κωνσταντίνε, και τίμιον σώμα σου, μαρμαρυγάς θείας και ακτίνας φωτολαμπείς, τοις προσιούσι πάντοτε βλύζει ιαμάτων παντοδαπών...» (= Ο τάφος, όπου βρίσκεται το ιερό και τίμιο σώμα σου, ω Κωνσταντίνε, πάντοτε αναβλύζει σ' αυτούς που προσέρχονται [σ' αυτό, για να το προσκυνήσουν] θείες ελλάμψεις και φωτοειδείς ακτίνες κάθε είδους θεραπείας) (τροπάριο θ' ωδής Κανόνος του Όρθρου). Και έμπρακτη έκφραση της εξέχουσας θέσης του στη συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτελούν οι πολυάριθμοι ναοί και οι εικόνες, που έγιναν από τη βυζαντινή εποχή και γίνονται μέχρι σήμερα προς τιμή του ιδίου και της Αγίας μητέρας του Ελένης!

Των Μεγάλων τούτων Θεοστέπτων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης ας επικαλούμαστε κι εμείς οι χριστιανοί των εσχάτων αυτών χρόνων τις πρεσβείες και ικεσίες προς τον μεγαλοδύναμο Θεό, να ειρηνεύσει τον κόσμο, να εξαλείψει τα σκάνδαλα και τις αιρέσεις, να φέρει την ομόνοια και αγάπη, να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και να μας αξιώσει μαζί τους της αιωνίου βασιλείας των ουρανών με τη Χάρη του Τριαδικού Θεού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν!

* Πηγές για τον παρόντα Βίο είχαμε τα σχετικά κλασσικά έργα του πατέρα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας, και μάλιστα το, «Εις τον Βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως», καθώς και άλλων μεταγενεστέρων Ιστορικών (όπως των Σωκράτους Κωνσταντινουπόλεως και Σαλαμινίου Σωζομενού), που βασικά ακολουθούν τον Ευσέβιο, σε συνδυασμό με νεώτερη υπεύθυνη βιβλιογραφία.

«ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ» ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ ΚΥΠΡΟΣ

impantokratoros.gr


O M. Κωνσταντίνος (μέσα από μια Ομιλία του) και η Aγία Ελένη

$
0
0

 James W. Lillie
Σε κάποιο απροσδιόριστο χρόνο και χώρο στην Ανατολή, ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α απηύθυνε το Λόγο του περί ‘Τῶν ἁγίων συλλόγῳ’ είτε στα Ελληνικά είτε στα Λατινικά ‘Oratio ad sanctorum coetum’. Πρόκειται για μιά εκτεταμένη ομιλία όχι και τόσο ενδιαφέρουσα. Ωστόσο επειδη την έκανε ο ίδιος ο αυτοκράτορας, ήταν επόμενο κάποιος από πολιτικής απόψεως, και εφόσον καθόταν στις πρώτες σειρές, να προσποιηθεί ότι την έβρισκε ενδιαφέρουσα ή τουλάχιστον να προσπαθήσει ότι μένει ξύπνιος.
Στο ΧΧ (από τα ΧΧVI) κεφάλαια, ο αυτοκράτορας αναφέρεται στον Τέταρτο Διάλογο του Βιργίλου και εξηγεί την παρομοίωση που δίνει ο ποιητής εκεί, εξομοιώνοντας την Τροία με τον κόσμο και τον Αχιλλέα με τον Χριστό, που πολεμά ενάντια στο κακό. (Ο Δίδυμος ο Αλεξανδρεύς προχώρησε ακόμα περισσότερο και όχι μόνο εξίσωσε τον Αχιλλέα με τον Χριστό αλλά και τον Έκτορα με τον διάβολο). Θα έλεγα ότι αυτή δεν είναι μιά παρομοίωση με την οποία νιώθουμε σήμερα άνετα. Ο Αχιλλέας του Ομήρου παρουσιάζεται ώς ευερέθιστος και εγωκεντρικός ή τουλάχιστον κάποιος που είχε αναπτύξει μιά υπερβολική αίσθηση της προσωπικής του τιμής. Ο Χριστός δίδαξε τη μη βία και ήταν αρκετά ταπεινός ώστε να πεθάνει πάνω στο Σταυρό για μας, όπως σωστά αναφέρει ο Κωνσταντίνος στην πρώτη κιόλας πρόταση της ομιλίας του.

Εκτός από αυτήν την ομιλία υπάρχει και ακόμα μιά καλά γνωστή σύνδεση του Αχιλλέα με τον Χριστό- κατ’ ακρίβειαν του Διονύσου, του Αχιλλέα, του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Χριστού. Πρόκειται για μιά καλλιτεχνική σύνθεση του πρώτου λουτρού ενός θεού ή ήρωα, που πέρασε στην Χριστιανική κουλτούρα ως η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού.

Τι μπορεί κανείς να σκεφτεί για όλ’ αυτά; Πιστεύω ότι κάποιος δεν μπορεί να πιστέψει το πολυχρησιμοποιημένο επιχείρημα ότι ο Χριστιανισμός είναι μόνο μια συνέχεια των ειδωλολατρικών πεποιθήσεων και των εικόνων απλώς σε άλλη μορφή. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, ο Κωνσταντίνος ήταν ενας Χριστιανός εκ πεποιθήσεως, ίσως και πολύ νωρίτερα απ’ ότι ήταν ασφαλές γι’ αυτόν να δημοσιοποιήσει την πίστη του. Εξάλλου έζησε στην αυλή του Διοκλητιανού για λίγο, ίσως κάτω από ένα είδος ομηρίας που θα διασφάλιζε την αφοσίωση του πατέρα του σ’ αυτόν.

Μια πιο πιθανή εξήγηση είναι ίσως το γεγονός ότι η αφήγηση του Ευαγγελίου είναι τόσο εντυπωσιακά παράξενη που όλοι κατά καιρούς αγωνίστηκαν να την καταστήσουν με κάποιο τρόπο πιο προσιτή. Επομένως, ναι μεν η απεικόνιση της Θεοτόκου καθήμενης σε θρόνο έχει φανερές ομοιότητες με τη θεά Ρώμη, που μπορεί και να σημαίνει ότι έχει βασιστεί σε τέτοιες απεικονίσεις, αλλά αυτό απέχει πολύ από τον τρόπο που παρουσιάζεται η Θεοτόκος στα Ευαγγέλια. Επομένως φαίνεται αυτή η περίπτωση να είναι περισσότερο θέμα εκπολιτισμού του Χριστιανικού μηνύματος ώστε να γίνει πιο κατανοητό εκτός των συνόρων των Αγίων Τόπων του πρώτου αιώνος.

Ο Κωνσταντίνος απευθυνόταν στον ταραχώδη κόσμο των τελευταίων χρόνων της Αρχαιότητας και το κεντρικό μήνυμα της ομιλίας του ήταν η υπεροχή του μονοθεϊσμού έναντι του ειδωλολατρικού πολυθεϊσμού. Ωστόσο ήταν και αυτός μέρος αυτού του κόσμου. Είχε μαθητεύσει στα Λατινικά και τα Ελληνικά και όπως πολλοί από τους συγχρόνους του, είχε μιά κοσμοπολίτικη άποψη για τον τότε κόσμο. Είναι πιθανόν να πίστευε ότι με το να δημοσιοποιήσει κάποιες από τις γνώσεις του θα έδινε μια θεμελιώδη ώθηση στην αγόρευσή του.

Όταν κάποιος εντρυφήσει στη ζωή του Κωνσταντίνου, βρίσκει πάντοτε αναφορά στη μητέρα του, την Αγία Ελένη από τη Βιθυνία, που ήταν κατώτερης τάξης. Ο άγιος Αμβρόσιος αναφέρεται σ΄αυτήν ως ‘βοηθό σε κάποιο πανδοχείο’. Και αυτή είναι η πραγματικότητα. Ωστόσο αν αναλογιστούμε τις ιδιαίτερες συνθήκες γύρω από τη ζωή της, τότε είναι ξεκάθαρο ότι η Ελένη ήταν μια αξιόλογη γυναίκα. Προκάλεσε και διατήρησε την προσοχή ενός νεαρού Ιλλυριού στρατιωτικού, του Κωνστάντιου του Χλωρού, ο οποίος ήταν φανερά και ικανός και φιλόδοξος ( αφού έγινε και συμβασιλέας), στο σημείο να την παντρευτεί και να μείνει μαζί της μέχρι που ζήτησε διαζύγιο είκοσι χρόνια αργότερα για πολιτικούς λόγους.

Υπάρχει και η άποψη ότι ο Κωνστάντιος και η Ελένη δεν ήταν σύζυγοι νομικά, αλλά δεδομένης της αποδοχής που είχε ο Κωνσταντίνος ως νόμιμος διάδοχός του, και η άνοδος της Ελένης στο αξίωμα της Αυγούστας, αυτή η εκδοχή δεν φαίνεται να ευσταθεί. Όταν συναντήθηκαν, ο Κωνστάντιος είχε εκστρατεύσει στην Μικρά Ασία και είχε αρχίσει να αποκτά φήμη. Θα μπορούσε να διάλεγε την καλύτερη νύφη από τις πιό αριστοκρατικές οικογένειες. Τέτοιος γάμος θα του προσέφερε πλούτη και επιρροή που θα προωθούσε την καριέρα του. Ωστόσο η Ελένη, η φτωχή θυγατέρα ενός πανδοχέα, είχε κάτι που έκανε τον Κωνστάντιο (ο οποίος θα έπρεπε να ήταν καλός γνώστης χαρακτήρων δεδομένης της θέσης και των φιλοδοξιών του) να την παντρευτεί και να την κρατήσει μαζί του ακόμα και στις εκστρατείες του. Τι ήταν αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ, αλλά οι συνθήκες του γάμου μ’ ένα μελλοντικό αυτοκράτορα είναι αρκετές για να αποδείξουν ότι πρέπει να ήταν από μόνη της πολύ εντυπωσιακή.

Μετάφραση: Φιλοθέη (pemptousia.gr)

Περί των κεκοιμημένων

$
0
0

       Δεν νοιώθουμε ότι υπάρχει άλλη ζωή, αιώνια, γιατί ζούμε στη φυλακή, στο σκοτάδι των παθών μας.Όταν (και εάν) με τον αγώνα μας κατά των παθών και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος οδηγηθούμε στην απάθεια, βγαίνουμε από τη φυλακή αυτή και ζούμε στο Φως του Χριστού. Τότε μ' αυτό το φως κατανοούμε την αιώνια ζωή και θαυμάζουμε!

Για να καταλάβουμε κάπως, πρακτικά, τα ανωτέρω, μπορούμε να σκεφθούμε ότι όλοι μας στον ύπνο είδαμε και ζήσαμε ευχάριστες ή και δυσάρεστες περιπέτειες, Το σώμα μας σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι στο κρεβάτι ακίνητο, κοιμώμενο (σαν νεκρό), τα αυτιά μας όμως και τα μάτια μας ακούνε και βλέπουν. Δηλ. σε κάθε τέτοιο γεγονός ο άνθρωπος έχει μία ζωή ανεξάρτητη από το σώμα του, χωρίς το σώμα του!

Το ίδιο, κατά κάποιο τρόπο, συμβαίνει και μετά το θάνατο. Θα βλέπουμε με άλλα μάτια και θ' ακούμε με άλλα αυτιά. Το σώμα μας θα κείται στον τάφο και εμείς θα ζούμε χωρίς το σώμα μας. Θα ζούμε με την ψυχή μας που είναι αθάνατη!

Δεν μπορεί λοιπόν κανείς σώφρων άνθρωπος να ζει, χωρίς να σκέπτεται την αιώνια ζωή και επομένως χωρίς να τον απασχολεί ο θάνατος (σ' αντίθετη περίπτωση η ζωή του ανθρώπου γίνεται αβίωτη - με το άγχος του θανάτου), «καθ' όσον απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Έβρ. θ', 27). Το ότι θα πεθάνουμε κανείς δεν αμφιβάλλει, (ασχέτως εάν δεν θέλουμε να το σκεπτόμαστε), το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ακολουθεί κρίση.

     Θα δώσουμε λόγο στο Θεό για τις πράξεις μας. Και όταν κανείς πρόκειται να λογοδοτήσει, προετοιμάζεται ...

  «Ο πραγματικά συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος είναι εκείνος που αντιλήφθηκε καλά ότι υπάρχει τέρμα της παρούσης ζωής και σπεύδει να θέση και αυτός τέρμα στα σφάλματα και ελαττώματά του» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).

  Η Εκκλησία προσεύχεται υπέρ των ζώντων αλλά προσεύχεται και «υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων» και εκφράζει με αυτό τον τρόπο την πλήρη αγάπης κοινωνία των ζώντων προς τους κεκοιμημένους. Και δέχεται ότι «μεγίστη ωφέλεια έχουν οι Ψυχές υπέρ των οποίων γίνεται η δέηση στις Θείες Λειτουργίες» (Αγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων). «Ακόμη και αυτοί που λόγω της άτακτης ζωής τους είναι
για κλάματα, δέχονται και αυτοί κάποια μικρή βοήθεια, η οποία όμως είναι αρκετή για να τους αναπαύει την ώρα που προσφέρεται» (Ι. Χρυσόστομος). Πίστη της Εκκλησίας είναι ότι «όντως ωφελούν οι προσευχές και οι ελεημοσύνες, τόσο εκείνους που τα προσφέρουν, όσο και εκείνους για τους οποίους προσφέρονται» (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός). Χαρακτηριστικό είναι ότιο Ιερός Χρυσόστομοςομιλεί όχι περί απαλλαγής των κεκοιμημένων από την κόλαση, αλλά για τέτοια δυνατότητα «εάν θέλομεν κούφην ( κενή) γενέσθαι την κόλασιν».

   Και ενώ αυτή είναι η θέση και η πίστη της Εκκλησίας, στη συνέχεια θα αναφερθούν και άλλες περιπτώσεις , οι οποίες είναι σπάνιες, αλλά δυνατές. Στην άλλη ζωή δεν υπάρχει μετάνοια, αλλά ο πανάγαθος Θεός επεμβαίνει όπως αυτός κρίνει, δεχόμενος τις προσευχές των δικαίων, αλλά και τις συγκινητικές πολλές φορές ελεημοσύνες τους.

   Οι Άγιοι Πατέρες μας τονίζουν ότι η κατάσταση της τελευταίας στιγμής του κάθε ανθρώπου, («ο υπομείνας εις τέλος ούτως σωθήσεται» Ματ. ι', 22) και οι πράξεις του ζυγίζονται σε μια «ζυγαριά». Και εάν η ζυγαριά κλίνει προς τα δεξιάς είναι φανερό ότι την Ψυχή αυτή θα την πάρουν οι δεξιοί Άγγελοι (Κρίση του Θεού δίκαιη). Εάν η ζυγαριά ισορροπεί, τότε νικά η φιλανθρωπία του Θεού (Κρίση φιλάνθρωπη). Αλλά και αν η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τα αριστερά, τότε το λίγο έλλειμμα το συμπληρώνει η ευσπλαχνία του Θεού (Υπεράγαθη κρίση). Υπάρχει όμως και η τέταρτη κρίση όταν οι πονηρές πράξεις είναι βαρύτερες. Τότε αλίμονο, αδελφοί μου! Όμως και εδώ η κρίση του Θεού είναι δίκαιη, αφού αποδίδει με δικαιοσύνη όσα ανήκουν στον καθένα ...

  Τον κάθε άνθρωπο που φρόντισε ν' αυξήσει τα τάλαντά του ζώντας μυστηριακή ζωή (Εξομολόγηση, Θ. Κοινωνία, κλπ, αλλά δεν πρόλαβε να φθάσει εκεί που ήθελε ή εκεί που έπρεπε και τον πρόλαβε ο θάνατος, αυτόν δεν πρόκειται να τον λησμονήσει ο δίκαιος Κριτής. «Στην περίπτωση αυτή θα παρακινήσει μετά το θάνατό του τους δικούς του φίλους και συγγενείς και θα συγκινήσει τις Ψυχές τους, για να τον βοηθήσουν. Αυτοί θα τρέξουν να καλύψουν το μικρό κενό εκείνου που πέθανε. Αντιθέτως για εκείνον που έζησε μέσα στην αμαρτία ... με κανένα ενδιαφέρον για την Ψυχή του, με φρόνημα καθαρά κοσμικό και σαρκικό, σ' αυτόν κανείς δεν θα δώσει χέρι βοηθείας ... ούτε οι φίλοι ούτε οι συγγενείς ούτε κανένας»1.

13. Βλέπε Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Περί των εν πίστει κεκοιημένων» Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη» 1995 ,σελ. 22.

  Επειδή ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και η τελική κρίση (της Δευτέρας Παρουσίας) ακόμη δεν έγινε, για τις περιπτώσεις που η ζυγαριά κλίνει λίγο προς τα αριστερά, για τις περιπτώσεις που ο άνθρωπος δεν πρόλαβε να φθάσει όπου έπρεπε, αλλά και για όλες τις άλλες περιπτώσεις των κεκοιμημένων μας, (μόνο ο Θεός γνωρίζει πού κατατάσσεται ο κάθε άνθρωπος. Ποιος γνωρίζει τί συνέβη στο εσωτερικό της Ψυχής του κατά τις τελευταίες στιγμές της ζωής του θετικά ή και αρνητικά. Γι' αυτό στην άλλη ζωή αναμένονται και εκπλήξεις!) υποβάλλουμε αίτηση χάριτος στο Δίκαιο και Φιλάνθρωπο Κριτή, (με τους τρόπους που μας υποδεικνύει η Εκκλησία Του), να τάξει τους κεκοιμημένους μας «εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναφύξεως, ένθα απέδρα (δεν υπάρχει) οδύνη, λύπη και στεναγμός... » (Ευχή Τρισάγιου).

 Με την ενέργεια αυτή παριστάνουμε εμείς το Συνήγορο υπερασπίσεως, διότι οι κεκοιμημένοι άνθρωποί μας δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους, (στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια). Από εμάς τους ζώντες περιμένουν οποιαδήποτε βοήθεια και σε μας στηρίζονται. Εάν ο «δικηγόρος» είναι καλός και έχει παρρησία στον Θεό, (εάν δηλ. οι προσευχές μας ακούονται λόγω της ευάρεστης στον Θεό ζωής μας), ο «κατηγορούμενος» βοηθιέται και αναπαύεται περισσότερο, ενώ, εάν είναι δίκαιος, απολαμβάνει μεγαλύτερη πνευματική δόξα.

 Τους κεκοιμημένους μας τους θυμόμαστε και τους βοηθούμε με προσευχές και ελεημοσύνες. «Ακούστηκε η προσευχή σου και ο Θεός θυμήθηκε τις ελεημοσύνες σου και γι' αυτό πραγματοποιεί τους πόθους σου» (Πρ. ι', 31)14. 2

2.Ο Γέροντας Ζαχαρίας προσευχόταν για τους γονείς του μετά το θάνατό τους και ιδιαίτερα για τον πατέρα του, επειδή ήταν μέθυσος και έβριζε. Όταν έγινε Στάρετς, μία ημέρα μιλούσε με ένα δαίμονα και τον ερώτησε: Έχετε πολλούς χριστιανούς στην κόλαση;

- Βέβαια, απάντησε ο δαίμονας και ο πατέρας σου ήταν εκεί, αλλά τον έβγαλες εσύ με τις ελεημοσύνες που έδωσες για την ψυχή του και με τις προσευχές σου.

- Και η μητέρα μου;

- Η μητέρα σου δεν ήταν εκεί ... δεν είδαμε πού πέρασε, ενώ ψάξαμε πάρα πολύ. («Ο Στάρετς Ζαχαρίας» Έκδοση Ι. Μετοχίου Ορμύλιας Χαλκιδικής 2002 σελ. 34).


α. Προσευχές

Με τις ακόλουθες πέντε ενέργειες θυμόμαστε και βοηθούμε τους κεκοιμημένους μας:

    (1) Με την καθημερινή μας προσευχή πρωί και βράδυ, όπως κάνουμε και για τους ζώντες: «Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσον τον δούλον σου (τάδε), το οποίο επαναλαμβάνουμε, όσες φορές θέλουμε. «Και ο Θεός θα εκτελέσει το θέλημα εκείνων, οι οποίοι Τον φοβούνται και θ' ακούσει τη δέησή τους και θα τους σώσει» (Ψαλ. ρμδ, 19). Ιδιαίτερα δηλ. ακούονται οι προσευχές, όταν βγαίνουν από χείλη καθαρά και όταν η ζωή μας είναι σύμφωνη με το Θείο θέλημα.

Σ' αυτές τις περιπτώσεις ο Θεός για το χατίρι του ενός σώζει και τον άλλο ή και τούς άλλους.

Στο βίο της αγίας Θέκλας αναφέρεται το έξης χαρακτηριστικό γεγονός: Μία χήρα γυναίκα είχε μία θυγατέρα, τη Φαλκονίλα, ειδωλολάτρισσα, που πέθανε και κολάστηκε! Η νεκρή Φαλκονίλα παρουσιάζεται στον ύπνο της μητέρας της
και της λέει: «Μήτερ μου, αγάπα αυτή την ξένη Θέκλα και έχε την άντ' εμού θυγατέρα σου, διότι είναι δούλη του Θεού και δύναται να κάνει δέηση και να με βάλει ο Κύριος στον τόπο των Δικαίων». Πράγματι. Με τις προσευχές της Αγίας Θέκλας η Φαλκονίλα από την κόλαση πήγε στον Παράδεισο!! (Μ. Συναξαριστής, Σεπτέμβριος, σ. 508).

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ διηγείται:«Εκοιμήθησαν δύο μοναχές που είχαν χρηματίσει και Ηγουμένες. Ο Κύριος μου αποκάλυψε ότι οι Ψυχές τους περνώντας μέσα από τα εναέρια τελώνια δυσκολεύτηκαν. Τρία ημερονύκτια προσευχόμουν ο ταπεινός και ικέτευα την Παναγία για τη σωτηρία τους. Η αγαθότης του Κυρίου δι' ευχών της Υπεραγίας Θεοτόκου, τελικά τις ελέησε. Πέρασαν τα εναέρια τελώνια και έλαβαν την άφεση των αμαρτιών» (Άρχ. Τιμοθέου, Όσιος Σεραφείμ, σελ. 232). Σκέψου! Ενώ ο Θεός μπορούσε μόνος Του να τις σώσει, το απεκάλυψε στον Όσιο, για να ακουστούν οι ανθρώπινες προσευχές επί τρία ημερονύκτια! Φαντάσου πόσο πρέπει εμείς να προσευχόμαστε και πόσο καθαρή ζωή να έχουμε για ν' ακούγονται οι προσευχές μας!

(2) Με το πρόσφορο που στον Εσπερινό του Σαββάτουπροσφέρουμε στον Ιερό Ναό, για να μνημονεύσει ο Λειτουργός την επόμενη το πρωί στην Αγία Προσκομιδή τα ονόματα των κεκοιμημένων μας. Και είναι μεγάλη η βοήθεια αυτή, όπως φαίνεται καθαρά στο ζωντανό - σύγχρονο παράδειγμα που ακολουθεί.

Ο Αντισυνταγματάρχης Α.Γ. το έτος 1984 άρχισε να θρησκεύει σωστότερα και όταν έμαθε τα ανωτέρω, άρχισε να προσφέρει κάθε Σάββατο ένα πρόσφορο για την ψυχή του κεκοιμημένου πατέρα του. Μετά από λίγο καιρό παρουσιάστηκε ο πατέρας του στον ύπνο της μητέρας του και της είπε : «Πολύ μ' ευχαριστεί ο Α. μ' αυτό που μου στέλνει». Όταν αυτά τα ανακοίνωσε τηλεφωνικά στο γιο της, ο Α. δεν έδωσε σημασία στα λόγια της, διότι δεν είχε σχετικές εμπειρίες. Όταν όμως μετά από ένα διάστημα για δεύτερη φορά επαναλήφθηκε η εμφάνιση του πατέρα στον ύπνο της μητέρας του, μετά το δεύτερο τηλεφώνημα της μητέρας, ερώτησε τον Πνευματικό του, για να του εξηγήσει αυτός το φαινόμενο. Και ο Γέροντας απάντησε: «Το πρόσφορο, παιδί μου, που φέρνεις στο Ναό, μεταφέρεται πνευματικά στον ουρανό, όταν εγώ μνημονεύω το όνομά του στην Ιερά Πρόθεση και αυτό ευχαριστεί και αναπαύει τον πατέρα σου »

(3)Με τα κόλλυβα στα Τρισάγια τα οποία μπορούμε τακτικά να τελούμε στον Ι. Ναό της ενορίας μας πρωί ή απόγευμα ή στα Μνημόσυνα το Σάββατο πρωί, όποτε θέλουμε. Η βοήθεια και σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι μεγάλη, όπως φαίνεται από τη διήγηση του Παπαδημήτρη Γκαγκαστάθη στο ομώνυμο βιβλίο, σελ. 81: «Το 1946 με ειδοποίησαν ότι σε μία χαράδρα κοντά στο χωριό Λιόπρασο, υπάρχουν τα οστά τεσσάρων ανθρώπων που δολοφονήθηκαν το 1944 από κομμουνιστές αντάρτες, Αποφάσισα να τα μεταφέρω μαζί με χωριανούς στο οστεοφυλάκιο του Ναού. Μόλις φθάσαμε, ακούσαμε γογγυσμούς και φωνές, όπως προφανώς ακούγονταν την ώρα που τους βασάνιζαν και ξεψυχούσαν. Η παρέα μου άρχισε να φοβάται. Τους καθησύχασα και τους απέδειξα πόσο ζωντανή είναι η θρησκεία μας. Μόλις άρχισα το Τρισάγιο, σταμάτησαν οι φωνές. Περίμεναν ν' ακούσουν τις σχετικές συγχωρητικές ευχές!!! Τα τρισάγια και τα μνημόσυνα είναι σωστά και άγια. Είναι δε ανάγκη να γίνονται. Ήταν σοφοί και άγιοι οι. Πατέρες της Εκκλησίας που τα καθιέρωσαν».

Είναι αυτονόητο ότι η Εκκλησία τελεί μνημόσυνα μόνο υπέρ των κεκοιμημένων εν πίστει, δηλ. υπέρ των ανθρώπων που έχουν κοινωνία προς αυτήν. Επομένως δεν τελεί μνημόσυνα σε μη ορθοδόξους χριστιανούς, σε αιρετούς , σε αφορισμένους και σε αυτόχειρες.

Τέλος μνημόσυνα δεν τελούνται στις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι την Κυριακή του Θωμά.

(4) Με τέλεση ιδιαίτερου Σαρανταλείτουργουαμέσως μετά το θάνατο τους ή με την πρώτη ευκαιρία. Δηλ. τελούμε σαράντα Θειες Λειτουργίες, κατά τις οποίες μνημονεύεται καθημερινά το όνομα του κεκοιμημένου μας. .

Τα Σαρανταλείτουργα καθιερώθηκαν στην αρχή μόνο για τους κεκοιμημένους. Αργότερα στα ονόματα των τεθνεώτων πρόσθεσαν και τα ονόματα ζώντων, διότι η Θεία λειτουργία τελείται και για την επίγεια και για την ουράνια Εκκλησία. Είναι μεγάλη βοήθεια για την ανάπαυση της Ψυχής του κοιμηθέντος ανθρώπου μας, αλλά και για την προσωρινή κρίση του, από τον Θεό που γίνεται την τεσσαρακοστή ημέρα από του θανάτου του, η μνημόνευση των ονομάτων σε 40 συνεχείς Θ. Λειτουργίες. (Σαρανταλείτουργο έγινε και για την Ψυχή του γνωστού μεγάλου Γέροντα π. Παϊσίου!)

(5) Με τέλεση ιδιαίτερης Θείας Λειτουργίας κατά την οποία, προετοιμαζόμενοι αναλόγως, κοινωνούμε όλοι και οι ζώντες και (με μυστικό - πνευματικό τρόπο που ο Χριστός γνωρίζει), οι κεκοιμημένοι μας. Είναι η πιο ευπρόσδεχτη θυσία και προσφορά στον Θεό. Γι' αυτό τα τριήμερα, τα εννιάμερα, τα τεσσαρακονθήμερα, τα τρίμηνα, τα εξάμηνα και τα ετήσια μνημόσυνα είναι προτιμότερο να γίνονται με Θεία Λειτουργία.
β. Ελεημοσύνες

'Ελεημοσύνη είναι η βοήθεια που προσφέρουμε στους πτωχούς σε χρήμα ή σε είδος. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή η Εκκλησία του Χριστού δια των Άγιων Πατέρων, καθόρισε ο κάθε Χριστιανός να δίδει κατ' ελάχιστον το ένα δέκατο (τη λεγόμενη «δεκάτη») από τα έσοδά του (μισθό, ενοίκια κ.λπ.) στον Θεό, δηλ. πτωχές οικογένειες, Ιδρύματα, Φιλανθρωπικούς συλλόγους, Οικοτροφεία, εξωτερικές 'Ιεραποστολές, στο παγκάρι του Ναού, σε πρόσωπα εμπιστοσύνης που αυτά μπορούν να τα διαθέσουν κ.λπ.

Για την άξία και ωφέλεια της ελεημοσύνηςσε ζώντες και κεκοιμημένους μιλούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Χρυσόστομος γράφει: «Ας προσφέρουμε γι' αυτούς που έφυγαν ελεημοσύνες και προσφορές διότι πραγματικά αυτές τούς εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση, κέρδος και ωφέλεια. Γιατί αυτά ούτε νομοθετήθηκαν ούτε παραδόθηκαν στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς Μαθητές Του έτσι άσκοπα και τυχαία».3 Και άλλού: «Εάν δεν πρόλαβες να ρυθμίσεις όλα τα ζητήματα της Ψυχής σου όσο ζούσες, τότε φρόντισε, έστω και στα τελευταία σου, να αφήσεις εντολή στους δικούς σου να σου στείλουν όλα τα δικά σου μαζί σου, για να σε βοηθήσουν. Εννοώ βεβαίως τις ελεημοσύνες και τις προσφορές. 'Έτσι θα μαλακώσεις τον Λυτρωτή απέναντί σου, αφού με αυτά ευχαριστιέται και τα δέχεται».

«Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήσει μαζί με τα παιδιά σου και ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μην παραλείπεις τους πτωχούς».

15. Το κείμενο αυτό και τα λοιπά τέσσερα που ακολουθούν ευρίσκονται στο μνημoνευθέν έργο του Αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού.


Και ο Άγιος Γρήγορος ο Διάλογος τονίζει:«Δεν πρέπει να περάσει από το μυαλό κανενός ότι αυτά που προσφέρονται με πίστη στον Θεό δεν φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή, τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται. Παράδειγμα: εκείνος που θα αλείψει κάποιον άρρωστο με μύρο ή αγιασμένο λάδι πρώτα δέχεται ο ίδιος τη χρίση (στα χέρια του) και στη συνέχεια χρίει τον άρρωστο. Έτσι αυτός που τρέχει για τη σωτηρία του πλησίον, πρώτα ωφελεί τον εαυτό του και μετά τον πλησίον. Ο Θεός δεν είναι άδικος, για να ξεχνάει το έργο που γίνεται».

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης γράφει: «Το ‘το καθένας θα θερίσει ό,τι έσπειρε΄’ και τα άλλα παρόμοια, λέχθηκαν οπωσδήποτε για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου και για την κρίση που θα κάνει τότε ... 'Έτσι προτού φθάσει εκείνη η
ώρα, ας βοηθήσουμε ο ένας; τον άλλον και ας προσφέρουμε στον Θεό τη φιλαδελφία μας. Γιατί δέχεται ευχαρίστως όσα προσφέρουμε για όσους δεν πρόλαβαν, δηλ. για όσους έφυγαν απροετοίμαστοι, και τα λογαριάζει σαν να ήταν έργα και προσφορές που έγιναν απ’ αυτούς».

Η δύναμη της προσευχής, της νηστείας και ιδιαιτέρως της ελεημοσύνης φαίνεται καθαρά στο θαυμαστό και διδακτικό δράμα που ακολουθεί:

Μία μητέρα υπερβολικά όμορφη έμεινε πολύ νέα χήρα με ένα παιδί μικρό. Για να ζήσουν προτίμησε την εύκολη ζωή, την άσωτη, από την οποία απέκτησε πλούτη πολλά. Όταν ο γιος της μπήκε στην εφηβεία, πέθανε και αυτή, με αποτέλεσμα να μείνει όλη η περιουσία στα χέρια του. Όταν ο νέος κατάλαβε τη ματαιότητα αυτής της ζωής και το ανώφελον του πλούτου, εφόσον ο άνθρωπος τίποτε δεν παίρνει μαζί του σαν πεθάνει, μοίρασε όλα τα χρήματα στις εκκλησίες και τα κτήματα στους πτωχούς για την ψυχή των γονέων του και ιδιαίτερα της μητέρας και πήγε στην έρημο να προσευχηθεί μαζί με τους Μοναχούς για τη σωτηρία τους. Παράλληλα του γεννήθηκε η απορία: Δέχτηκε άραγε ο Θεός τις ελεημοσύνες μου και θ' ακούσει τις προσευχές μου; Και ρωτούσε για να πληροφορηθεί.

Στα Ιεροσόλυμα που πήγε, για να λύσει την απορία του, ο Πατριάρχης τον έστειλε στους Μοναχούς της έρημου της Θηβαϊδας και αυτοί, με τη σειρά τους, στη βαθιά έρημο, διότι, όπως του είπαν: «αυτό που θέλεις να μάθεις δεν είναι μικρό και ανάμεσά μας δεν θα βρεις κανένα που να μπορεί να σου δώσει θετικές πληροφορίες».

Μετά από πορεία τριάντα ήμερων βρέθηκε μπροστά σε μια σπηλιά από την οποία βγήκε ένας ασπρομάλλης Γέροντας, μία μορφή εξαϋλωμένη. Αφού εξήγησε το πρόβλημα και ερώτημά του, ο Γέροντας, μετά την ανάπαυση που έδωσε στην ψυχή και στο σώμα του νέου, με πολλή ταπείνωση του είπε:

- Αδελφέ αυτό που ζητείς από μένα, είναι πολύ μεγάλο. Υπερβαίνει κατά πολύ την ανθρώπινη δύναμη. Είναι έργο καθαρά του Θεού. Αλλά ας παρακαλέσουμε μαζί τον Θεό, αφού έκανες τον κόπο και ήλθες μέχρις εδώ, να μας φανερώσει την αλήθεια και να λύσει τις απορίες που έχεις.

Βγήκε έξω από τη σπηλιά, έκανε ένα κύκλο πάνω στη γη με το γεροντικό μπαστούνι του και του είπε να μείνει μέσα στον κύκλο αυτό όρθιος, επί επτά ήμερες και νύκτες, χωρίς να φάει ή να πιει τίποτε, αλλά παρακαλώντας τον Θεό με θερμή προσευχή και δάκρυα. Το ίδιο θα έκανε και ο ίδιος μέσα στη σπηλιά, για να κάνει ο Πανοικτίρμων Θεός το έλεός Του και να τούς φανερώσει, εάν είναι θέλημά Του, αυτό που ζητά να μάθει ο νέος.

Την έβδομη νύχτα ο νέος ήρθε σε έκσταση και είδε το ακόλουθο όραμα: Δίπλα του στα αριστερά είδε μία πολύ μεγάλη λίμνη η οποία ήταν γεμάτη ακαθαρσίες, βορβός και λάσπη και έβγαζε ανυπόφορη βρώμα και δυσωδία. Μέσα στη λάσπη αυτή διέκρινε ανθρώπινα κεφάλια που ανέβαιναν στην επιφάνεια και κατέβαιναν, ακριβώς όπως το νερό βράζει και κοχλάζει. Κάποια στιγμή παρατηρώντας βλέπει να ανεβαίνει και η μητέρα του, η οποία τον ανεγνώρισε και άρχισε να φωνάζει απελπισμένα:

- Παιδί μου, βοήθησέ με και σώσε με! Και όπως τα έλεγε αυτά, ο βρασμός την κατέβασε πάλι στο βυθό. Σε λίγο ο βρασμός την ξανανέβασε και τότε φώναξε πάλι:

- Παιδάκι μου, αγαπητό, βοήθησε με! Δεν πρόλαβε να πει τίποτε άλλο και ο βρασμός την κατάπιε. Όταν για τρίτη φορά ξαναήλθε στην επιφάνεια μέχρι το στήθος με θρήνους και αναστεναγμούς φώναξε:

- Σπλαχνίσου με, παιδάκι μου και μη μ' αφήνεις σ' αυτή τη βρωμιά, σε τέτοιο πόνο και φρικτό μαρτύριο της κολάσεως.

Τότε, ο νέος από τον πολύ πόνο και αγάπη για τη μητέρα του, άπλωσε το χέρι του, χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο μήπως και αυτός παρασυρθεί, την άρπαξε από τα μαλλιά και την ώρα που βυθιζόταν με πολύ κόπο την έβγαλε έξω από τη βρωμερή λίμνη. Εκείνη τη στιγμή στα δεξιά του, βλέπει μία χρυσή κολυμβήθρα, όπου την έπλυνε και την τοποθέτησε ανάμεσα σε λαμπροφορεμένους νέους που ήσαν δίπλα από την κολυμβήθρα, ενώ η μητέρα του με δάκρυα ευγνωμοσύνης υμνολογούσε τον Κύριο και Θεό και Σωτήρα μας Χριστό και ευχαριστούσε το γιο της που με το έλεος και την πολλή ευσπλαχνία του Θεού την έβγαλε από τη βρωμερή εκείνη κόλαση.

Το πρωί, όταν ξημέρωσε η ευλογημένη εκείνη ήμερα, ο άγιος Ερημίτης άκουσε το δράμα που του διηγήθηκε ο νέος, τον βεβαίωσε ότι και εκείνος είδε ακριβώς τα ίδια και με δάκρυα στα μάτια δόξαζαν και υμνολογούσαν τον Δεσπότη Χριστό που δείχνει στους δούλοι»; Του την ευσπλαχνία Του και λυτρώνει με τέτοιους τρόπους από τον Άδη Ψυχές, που γι' αυτές έχυσε το Πανάγιο Αίμα Του πάνω στο Σταυρό!

Μνημόσυνα τριήμερα, εννιάμερα, σαραντάμερα

α. Τα τριήμερα μνημόσυνα που κάνουμε μετά το θάνατο του ανθρώπου μας, τελούνται κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδος και δια τον τριημέρως εγερθέντα Χριστό, τον Οποίο παρακαλούμε να αναπαύσει τον κοιμηθέντα μετά των δικαίων.

β. Τα εννιάμερα τελούνται επειδή στις εννέα ήμερες αρχίζει να διαλύεται ο κοιμηθείς «εις τα εξ ών συνετέθη» και παρακαλούμε τον Θεό να τον συγκαταριθμήσει με τα εννέα άϋλα τάγματα των Αγγέλων.

γ. Τα σαραντάμερα ή τεσσαρακονθήμερα τελούνται επειδή την τεσσαρακοστή ήμερα λαμβάνεται η απόφαση για τον κοιμηθέντα και απέρχεται όπου κρίνει ο φιλάνθρωπος Θεός (εκ δεξιών ή εξ αριστερών), ανάλογα με τη ζωή και τα έργα του και παραμένει εκεί μέχρι την ήμερα της τελικής κρίσεως. Με αυτά παρακαλούμε τον Θεό να καθαρίσει την ψυχή του ανθρώπου, να την κρίνει επιεικώς και να την τάξει μετά των δικαίων.

Προσφορές - Κόλλυβα

Άλλο δώρο πάμε στο φίλο ή συγγενή μας και άλλο πολύ μεγαλύτερο - στον 'Υπουργό ή Στρατηγό. Οι προσφορές μας λοιπόν προς τον Θεό πρέπει να είναι ανάλογες προς τη μεγαλοπρέπεια του Θεού. Επίσης πρέπει η διάθεση και τα αισθήματά μας να κατέχουν στην ψυχή μας τη θέση και προτεραιότητα που αρμόζει στον Θεό.

Ο γεωργός Κάιν πρόσφερε στον Θεό θυσία από τα προϊόντα του μόχθου του. Αλλά η θυσία του ήταν πρόχειρη, τυπική και όχι αντάξια του Θεού. Αυτό που έκανε δεν κατείχε στην ψυχή του την πρώτη θέση. Φαίνεται ότι θεωρούσε τον εαυτόν του δωρητή στον Θεό! Γι' αυτό η θυσία του δεν έγινε αποδεκτή από τον Θεό και δεν εισακούστηκαν οι προσευχές του.

Ο βοσκός Άβελ πρόσφερε ταπεινά, με πίστη, όπως αναφέρει ο Απ. Παύλος (Έβρ. ια, 4), ό,τι ωραιότερο, ό,τι πολυτιμότερο, ό,τι εκλεκτότερο είχε στο ποίμνιό του, τα άριστα των αρίστων! Και φαίνεται ότι τον εαυτό του δεν τον θεωρούσε δωρητή, αλλά τον Θεό θεωρούσε δωρητή και ευεργέτη του! Γι' αυτό εισακούστηκε η προσευχή του και ευαρέστησε στον Θεό.

Επειδή ο Κάιν έχει και σήμερα μιμητές, γι' αυτό ας φροντίζουμε όλοι μας ν' αποφεύγουμε το παράδειγμά του και να μιμούμεθα τη θυσία - προσφορά του Άβελ, είτε κάνουμε κόλλυβα, είτε πρόσφορα, είτε όποιες άλλες προσφορές ... Ιδιαίτερα ας προσέχουμε τα κόλλυβα που κάνουμε προς τιμή του εορταζόμενου Αγίου, ή προς τον Θεό για τις Ψυχές των κεκοιμημένων μας (τρισάγια ή μνημόσυνα) να γίνονται με ανάλογη διάθεση και κατάλληλα υλικά, το καλύτερο σιτάρι και τους καλύτερους και ακριβότερους ξηρούς καρπούς. Μερικές γυναίκες παρασκευάζουν κόλλυβα με τόσο πλούσια υλικά, με τέτοια επιμέλεια (και συχνότητα), ώστε προτιμάς να φας αυτά τα κόλλυβα, παρά παντεσπάνι ή πάστα!

Οδυνηρός θάνατος

Τις δοκιμασίες ασθενειών ή διωγμών πρέπει να τις δεχόμαστε, όπως δεχόμαστε και την ταλαιπωρία των εγχειρήσεων με τις οποίες εξασφαλίζουμε τη σωματική μας υγειά, ενώ στις δοκιμασίες την πνευματική.

Όλοι μας γνωρίζουμε πολλές περιπτώσεις Όχι μόνο ενάρετων, αλλά και άγιων ανθρώπων, οι οποίοι, πριν πεθάνουν, υπέφεραν και κυριολεκτικά βασανίστηκαν από επώδυνες δοκιμασίες. Σχεδόν όλοι οι Άγιοι Απόστολοι και Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, αλλά και πρόσφατα, οι σύγχρονοι μεγάλοι Γέροντες π. Επιφάνιος, π. Πορφύριος, π. Ιάκωβος, π. Παϊσιος, υπέφεραν ποικίλες δοκιμασίες κατά το θέλημα του Θεού.

Αυτές οι περιπτώσεις μας διδάσκουν ότι: α. Δεν πρέπει να παραπονούμαστε η να προβληματιζόμαστε, όταν εμείς οι ίδιοι ή δικοί μας άνθρωποι που πιστεύουν και ζουν κατά Θεόν δοκιμάζονται και υποφέρουν ποικιλοτρόπως πριν πεθάνουν.

β. Όταν οι δίκαιοι και ενάρετοι άνθρωποι υποφέρουν πριν από το θάνατό τους, αυτό συμβαίνει, «για να καθαριστούν και από τα ελάχιστα ίχνη των παθών τους και για να πάρουν μεγαλύτερο στεφάνι στον ουρανό. Εξ άλλου, αφού στον Υιό Του τον αγαπητό επέτρεψε να υποφέρει και να πεθάνει επάνω στο Σταυρό, τί να πούμε για τους ανθρώπους, οι οποίοι, όσο άγιοι και αν είναι, έχουν ρύπους και κηλίδες από αμαρτίες;» (Γέρ. Επιφάνιος. Υποθήκες Ζωής σ. 139).

γ.Όλες οι δοκιμασίες αποδεικνύονται (και σ' αυτή τη ζωή) ή θ' αποδειχθούν (στην αιώνια ζωή), ευεργεσίες του Θεού για μας.

Επομένως ο οδυνηρός θάνατος ενός Χριστιανού δεν είναι κάτι κακό, το οποίο πρέπει να παρεξηγούμε ή να φοβόμαστε. Παρακαλούμε τον Θεό να μας δίνει υπομονή, για να σηκώνουμε το σταυρό μας αγόγγυστα, χωρίς να απογοητευόμαστε. Υποφέρουμε λίγους μήνες ή λίγα χρόνια, αλλά στην ουράνια Βασιλεία Του ο Θεός μας ετοιμάζει αιώνια αγαθά και βραβεία. Άλλωστε οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες που αντιμετωπίζουμε είναι στα ανθρώπινα μέτρα μας. «Και ο Θεός που κρατάει τις υποσχέσεις Του, δε θα επιτρέψει σε κανένα πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας αλλά όταν έρθει ο πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε» (Α Κορ. ι' , 13) .

Κακό είναι να πεθάνει κανείς (είτε με δοκιμασίες είτε χωρίς δοκιμασίες) «εν αμαρτίαις», δηλ. αμετανόητος, χωρίς να έχει εξομολογηθεί και χωρίς να έχει κοινωνήσει.

Άδικος θάνατος δικαίων

Άδικος θάνατος είναι π.χ. του Άβελ. Ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του όχι διότι τον ζημίωσε ή τον έβλαψε , αλλά, επειδή ο Άβελ τίμησε με θυσία τον Θεό όπως έπρεπε, και έγινε δεκτή η προσευχή του. Οργίστηκε ο Κάιν, μίσησε τον αδελφό του και τελικά τον σκότωσε.

Ο Θεός δεν εμπόδισε να γίνει ο πρώτος αυτός φόνος στη γη, επειδή ακριβώς αγαπούσε τον Άβελ και όχι επειδή τον μισούσε. Λέγει σχετικά ο Άγιος Χρυσόστομος ότι ο Θεός θέλησε «από της αδικωτάτης αυτής σφαγής» να του κάνει λαμπρότερο το στεφάνι στην αιώνια ζωή.

Επομένως Ισχύουν και για τον άδικο θάνατο των δικαίων, όσα αναφέραμε και για τον οδυνηρό θάνατο και δεν πρέπει να έχουμε λογισμούς γιατί αδικοπεθαίνουν ορισμένοι δίκαιοι.

Αιφνίδιος θάνατος

Η Εκκλησία, παρ' ότι γνωρίζει ότι ο Θεός «παίρνει» τον άνθρωπο στην καλύτερή του ώρα, απεύχεται τον αιφνίδιο θάνατο και δέεται «υπέρ του διαφυλαχθήναι ημάς από λοιμού, λιμού, σεισμού ... και αιφνιδίου θανάτου». Δηλ. εύχεται να μας φυλάξει ο Θεός από αιφνίδιο θάνατο, επειδή συνήθως είμαστε απροετοίμαστοι γι' αυτόν.

Ο Γέροντας Πορφύριος με αφορμή ένα τέτοιο αιφνίδιο θάνατο ενός άγιου ανθρώπου είχε πει : Για τρεις λόγους ο Θεός μπορεί να επιτρέψει ένα αιφνίδιο θάνατο (καρδιακή προσβολή, τροχαίο ατύχημα κ.λπ.):

α. Όταν ο άνθρωπος είναι άγιος,δηλ. ζει μία υψηλή πνευματική ζωή και θέλει ο Θεός, για λόγους που ο ίδιος γνωρίζει, να τον πάρει κοντά Του, ώστε να συνεχίσει να ζει αίωνίω τη μακαρία αυτή ζωή, (περίπτωση σπάνια).

β. Όταν ο άνθρωποι; έχει μερικά καλά, αλλά ο Θεός βλέπει ότι πρόκειται να περιπέσει σε βαριά αμαρτία, εξαιτίας της οποίας θα χάσει τον Παράδεισο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις επιτρέπει, δηλ. δεν εμποδίζει τον αιφνίδιο θάνατο, όποτε και αυτός ο άνθρωπος για τα λίγα καλά του (και φυσικά με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες των δικών του, όπως σημειώσαμε παραπάνω), αποφεύγει την κόλαση και «εξασφαλίζει» τον Παράδεισο, (πολύ συνηθισμένη περίπτωση).

γ. Όταν ο άνθρωπος είναι αμετανόητοςκαι δεν ενδιαφέρεται για την ψυχή του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις υφίσταται αιφνίδιο θάνατο σαν συνέπεια των πράξεών του και ο Θεός δεν τον εμποδίζει, γνωρίζοντας την αμετανοησία του. (Είναι η τρίτη περίπτωση, χωρίς να μπορούμε εμείς να προσδιορίσουμε ποιος υπάγεται σ' αυτήν. Διότι δεν γνωρίζουμε τί συμβαίνει στις ψυχές των ανθρώπων τις τελευταίες ώρες ή και τα τελευταία λεπτά της ώρας, πριν παραδώσουν την ψυχή τους).

ΠΗΓΗ


Αγία Λυδία: Η πρώτη Ευρωπαία Χριστιανή των Φιλίππων

$
0
0

Δίπλα στον ποταμό Ζυγάκτη στην Καβάλα, η πρώτη χριστιανή της Ευρώπης, η Λυδία, έλαβε το βάπτισμα από τον Απόστολο Παύλο.

Η πρώτη Ευρωπαία Χριστιανή των Φιλίππων


Η Εκκλησία μας τιμά την Λυδία ως Αγία και Ισαπόστολο και εορτάζει την μνήμη της κάθε χρόνο στις 20 Μαϊου.


Ο συνοδοιπόρος του Παύλου και οικείος των Φιλιππησίων Ευαγγελιστής Λουκάς καταγράφει στο βιβλίο των πράξεων των Αποστόλων για την πρώτη επίσκεψή τους στους Φιλίππους και το βάπτισμα της πορφυροπώλιδος Λυδίας: 




"Όταν είδε το όραμα, εζητήσαμεν αμέσως να φέρωμεν εις αυτούς το χαρμόσυνον άγγελμα. Αφού λοιπόν ξεκινήσαμε από την Τρωάδα, επλεύσαμεν κατ'ευθείαν εις την Σαμοθράκην, την δε επομένην εις την Νεάπολιν (την σημερινή Καβάλα) και από εκεί εις τους Φιλίππους, η οποία είναι η πρώτη πόλις της περιοχής εκείνης της Μακεδονίας, μια αποικία Ρωμαϊκή, και εμείναμεν εις την πόλιν σε μέρος κοντά εις τον ποταμόν, όπου ενομίζαμεν ότι υπήρχε τόπος προσευχής και εκαθίσαμε και εμιλούσαμε στις γυναίκες που είχαν μαζευθεί εκεί.

Κάποια γυναίκα, από την πόλιν των Θυατείρων, ονομαζόμενη Λυδία, η οποία επωλούσε πορφύραν, γυναίκα θεοσεβής, άκουε και ο Κύριος της άνοιξε την καρδιά, δια να προσέχει εις όσα έλεγε ο Παύλος.

«Διαβᾶς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ημίν»


Όταν εβαπτίστηκε αυτή και οι οικιακοί της μας είπε, "Εάν με εκρίνατε ότι είμαι πιστή εις τον Κύριον, ελάτε να μείνετε εις το σπίτι μου, και μας επίεζε..." (Πραξ. 16,10-15).
Στην όχθη του ποταμού Ζυγάκτη, έξω από τα τείχη των Φιλίππων, η θεοσεβής Λυδία μαζί με άλλες γυναίκες ακούει προσεκτικά την χριστοκεντρική διδασκαλία του Παύλου και με ανοικτή τη φωτισμένη καρδιά της αποδέχεται τη σωτήρια διδασκαλία.
Αμέσως κατεβαίνει στα τρεχούμενα νερά του νέου Ιορδάνη και βαπτίζεται μαζί με όλα τα μέλη της οικογενείας της. 

Πανηγυρικά και έμπρακτα ομολογεί την πίστη της στο Χριστό και η ομολογία επιβραβεύεται με την αποστολική πράξη της βαπτίσεως και της επιθέσεως των χειρών επάνω στους βαπτισθέντες για να μεταδοθούν οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος και να ξεκινήσει η εφαρμογή στο βίο τους, όλων εκείνων που είναι αληθινά, σεμνά, δίκαια, αγνά, αγαπητά και επιδίωξη οποιασδήποτε αρετής και οποιουδήποτε επαίνου (Φιλ. 4,8).

Η μετάβαση όλων στο σπίτι της Λυδίας επισφράγισε το πασχάλιο μυστήριο του Χριστού, την ολοκλήρωση της πνευματικής ευωχίας της ευλογημένης εκείνης μέρας, κατά την οποία στο σώμα της Εκκλησίας εντάχθηκε με το βάπτισμα η πρώτη Ευρωπαία Χριστιανή των Φιλίππων.

Μνήμη της Β' Αγίας Οικουμενικής Συνόδου (22 Μαΐου)

$
0
0
Μνήμη της Β' Αγίας Οικουμενικής Συνόδου

Ημερομηνία εορτής: 22/05/2013 

Εορτάζει στις 22 Μαΐου εκάστου έτους.

Tολμά το θείον Πνεύμα μη Θεόν λέγειν,
Tο παμπόνηρον πνεύμα Mακεδονίου.

Βιογραφία

Μετά την Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας ανεφάνησαν στην Εκκλησία και νέοι αιρετικοί, όπως οι Πνευματομάχοι ή Μακεδονιανοί, υπό τον αιρεσιάρχη Μακεδόνιο Κωνσταντινουπόλεως, οι Ημιαρειανοί, ο Απολινάριος Λαοδικείας, ο Σαβέλλιος Πτολεμαΐδος, ο Μάρκελλος Αγκύρας, ο Φωτεινός Σιρμίου, ο Ευνόμιος Κυζίκου με το διδάσκαλό του Αέτιο, ο Ευδόξιος Κωνσταντινουπόλεως, ο Παύλος Σαμοσατεύς και άλλοι που προσείλκυαν πολλούς οπαδούς.

Το χριστολογικό ζήτημα τέθηκε εξ αιτίας της αιρέσεως του Απολιναρίου Λαοδικείας. Ο Απολινάριος (390 μ.Χ.), όπως και η λεγόμενη Αλεξανδρινή Σχολή, τόνιζε πρωτίστως την ενότητα στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, συχνά εις βάρος της πληρότητας του ανθρώπινου στοιχείου. Δίδασκε ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού, ο οποίος είναι τέλειος Θεός και κατά την Ενανθρώπιση έλαβε μόνο σάρκα («Θεός σαρκοφόρος»), δηλαδή ανθρώπινο σώμα και άλογη ψυχή, όχι όμως και ανθρώπινο νου, γιατί αυτό θα σήμαινε την τελειότητα (ακεραιότητα) της ανθρώπινης φύσεως. 

Ο Απολινάριος θεωρούσε πως ο Χριστός για την σωτηρία του ανθρώπου είναι ανάγκη να είναι τέλειος Θεός. Για να είναι λοιπόν δυνατή η πλήρης ένωση στον Ένα Χριστό, δίδασκε ότι ο Λόγος του Θεού δεν έλαβε κατά την Ενανθρώπιση τέλεια ανθρώπινη φύση, αλλά μόνο το ανθρώπινο σώμα εμψυχωμένο με ζωική (άλογη) ψυχή και όχι ανθρώπινο νου. Προτιμούσε να χρησιμοποιεί τον όρο «σαρξ», όχι όμως με την βιβλική του σημασία. Επέμενε στη στενή ένωση Θεού και ανθρώπου στον Χριστό, αλλά η ανθρώπινη φύση Του δεν ήταν πλήρης. Την ένωση Λόγου και σαρκός σε μία φύση την χαρακτήριζε «ένωσιν ουσιώδη», «ένωσιν σύνθετον» και «ένωσιν φυσικήν». Η «κολοβωμένη» ανθρώπινη φύση μετά την ένωση πρέπει να θεωρηθεί ότι απορροφήθηκε και χάθηκε μέσα πιο κόλπους του Λόγου, έτσι ώστε ο Χριστός να μην είναι τέλειος άνθρωπος, αλλά μόνο τέλειος Θεός..

Οι Πνευματομάχοι ή Μακεδονιανοί αρνούνταν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, θεωρώντας αυτό «κτίσμα και όχι Θεό, ούτε ομοούσιο με τον Πατέρα και τον Υιό». 

Κατά τον Μέγα Βασίλειοοι Πνευματομάχοι θεωρούνταν όχι μόνο ότι θεομαχούσαν κατά του Θεού και του Υιού και ότι χριστομαχούσαν, αλλά και ότι πνευματομαχούσαν..

Στη διδασκαλία του Απολιναρίου και του Μακεδονίουαντέδρασαν από πολύ νωρίς οι Πατέρες της Εκκλησίας και τον καταδίκασαν πολλές φορές. Η οριστική όμως καταδίκη της αιρετικής τους κακοδοξίας έγινε από τη Β' Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 381 μ.Χ..

Η Β' Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε από τον Μάιο μέχρι το τέλος του Ιουλίου του 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, προς επίλυση θεολογικών και διοικητικών προβλημάτων. Οι εκατόν πενήντα θεοφόροι Πατέρες, που συμμετείχαν σε αυτήν, προέρχονταν από περιοχές, οι οποίες πολιτικά υπάγονταν στη δικαιοδοσία του αυτοκράτορα που τους συγκάλεσε. Επρόκειτο δηλαδή περί Μεγάλης Συνόδου των Επισκόπων του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, η δε αναγνώρισή της ως της Β' Οικουμενικής έγινε από την Δ+ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ., η οποία και αποδέχθηκε το Σύμβολον αυτής ως ισοδύναμο και ισόκυρο με αυτό της Νικαίας.

Η Β' Οικουμενική Σύνοδος απέκτησε μεγάλη σημασία για τον Χριστιανισμό προ πάντων διότι συμπλήρωσε το ιερό Σύμβολον της Πίστεως, αφού δογμάτισε ιδίως την Πνευματολογία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ως και άλλα άρθρα της πίστεως, και έτσι αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μέγα σταθμό ιδίως στο δογματικό καθορισμό της αρχαίας Εκκλησίας. Η σπουδαιότητα της παρούσης Συνόδου και του Συμβόλου αυτής έγκειται κυρίως στην ολοκλήρωση του Τριαδικού δόγματος, διά της θεσπίσεως της Θεότητος και της «ἐκ τοῦ Πατρὸς» εκπορεύσεως του Πνεύματος, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι παραθεωρείται η σημασία της διδασκαλίας αυτής περί Εκκλησίας, βαπτίσματος, αναστάσεως νεκρών και ζωής αιωνίου.

Αυτή κατά πρώτο και κύριο λόγο διετύπωσε πλατύτερα, πληρέστερα και ακριβέστερα το ιερό Σύμβολον της Νικαίας Κωνσταντινουπόλεως, το «Πιστεύω», επειδή τα μεν επτά πρώτα άρθρα συντάχθηκαν υπό της Α' Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ., εναντίον της μεγάλης αιρέσεως του Αρειανισμού, που συντάραξε επί μακρόν την Εκκλησία, και η οποία αίρεση αρνιόταν τη Θεότητα του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τα δε πέντε τελευταία από τη Β' Οικουμενική Σύνοδο, εναντίον της Πνευματομαχίας που αρνιόταν τη Θεότητα του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος και των άλλων ως άνω αιρέσεων. το ιερόν Σύμβολον της Πίστεως, το «Πιστεύω», απαγγέλεται και καθομολογείται από όλους τους Χριστιανούς ως ομολογία πίστεως, ως βαπτιστήριο και ως λειτουργικό κείμενο στη θεία λατρεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία αναγνωρίζει και τιμά αυτό ως έργο των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων.

Εκείνο το οποίο υπογραμμίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης στη Σύνοδο είναι ότι ο Ίδιος ο Κύριος επισυνάπτει το Πνεύμα με τον Πατέρα και τον Υιό, δεδομένου ότι έχει όλα τα χαρακτηριστικά της θείας φύσεως και είναι ζωοποιόν, άγιον, αΐδιον, σοφόν, ευθές, ηγεμονικόν. Αυτή η κοινότητα των Ονομάτων αποδεικνύει ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει στην ενέργεια μεταξύ Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος. Η ταυτότητα δε της ενέργειας αποδεικνύει το ηνωμένον της φύσεως. Ουδείς επομένως πρέπει να αρνηθεί την μία Θεότητα των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Γι' αυτό ο ιερός Πατέρας αναγράφει ότι «μία ἐστὶν ἡ ζωὴ ἡμῶν ἡ διὰ τῆς εἰς τὴν Ἁγίαν Τριάδα πίστεως παραγινομένη, ἐκ μὲν τοῦ θεοῦ τῶν ὅλων πηγάζουσα, διὰ δὲ τοῦ Υἱοῦ προϊοῦσα, ἐν δὲ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι τελειουμένη». Στην ερώτηση των Πνευματομάχων πως είναι δυνατόν το Πνεύμα να είναι ισότιμο προς τον Πατέρα και τον Υιό, εφ' όσον ο Πατέρας μεν είναι Δημιουργός, δι' Υιού δε τα πάντα εδημιουργήθησαν, απαντά ότι πάντα εκτίσθησαν εν Αγίω Πνεύματι και εξαίρει το συναΐδιον και αχώριστον των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος και υπογραμμίζει ότι εκτός της κατά τάξιν και υπόστασιν διαφοράς «ἐν οὐδενὶ τὸ παρηλλαγμένον καταλαμβάνομεν».

Στο Τυπικό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκηςη μνήμη της Συνόδου ετελείτο μαζί με την μνήμη της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου την πρώτη Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (τιμάται 14 Σεπτεμβρίου). Ως εισηγητής της διπλής αυτής εορτής και 
ποιητής της Ακολουθίας θεωρείται ο Συμεών Θεσσαλονίκης.


Κανόνες B' Οικουμενικής Συνόδου

Κανόνες τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει – Νέᾳ Ῥώμῃ Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Β´ Συνόδου. Συνεκλήθη ὑπὸ τοῦ Αὐτοκράτορος τῶν Ῥωμαίων Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου ἐν Κωνσταντινουπόλει – Νέᾳ Ῥώμῃ (381 μ.Χ.)

Κανὼν Α´
Ὥρισαν οἱ ἐν Κωνσταντινούπολει συνελθόντες ἅγιοι Πατέρες, μὴ ἀθετεῖσθαι τὴν πίστιν τῶν Πατέρων τῶν τριακοσίων δέκα ὀκτώ, τῶν ἐν Νικαίᾳ τῆς Βιθυνίας συνελθόντων· ἀλλὰ μένειν ἐκείνην κυρίαν, καὶ ἀναθεματισθῆναι πᾶσαν αἵρεσιν· καὶ εἰδικῶς τὴν τῶν Εὐνομιανῶν, εἴτ᾿ οὖν Εὐδοξιανῶν, καὶ τὴν τῶν Ἡμιαρείων, εἴτ᾿ οὖν Πνευματομάχων, καὶ τὴν τῶν Σαβελλιανῶν, καὶ τὴν τῶν Μαρκελλιανῶν, καὶ τὴν τῶν Φωτεινιανῶν, καὶ τὴν τῶν Ἀπολλιναριστῶν.

Κανὼν B´
Τοὺς ὑπὲρ διοίκησιν ἐπισκόπους ταῖς ὑπερορίοις ἐκκλησίαις μὴ ἐπιέναι, μηδὲ συγχέειν τὰς ἐκκλησίας· ἀλλὰ κατὰ τοὺς κανόνας, τὸν μὲν Ἀλεξανδρείας ἐπίσκοπον, τὰ ἐν Αἰγύπτῳ μόνον οἰκονομεῖν· τοὺς δὲ τῆς Ἀνατολῆς ἐπισκόπους, τὴν Ἀνατολὴν μόνην διοικεῖν· φυλαττομένων τῶν ἐν τοῖς κανόσι τοῖς κατὰ Νίκαιαν πρεσβείων τῇ Ἀντιοχέων ἐκκλησίᾳ· καὶ τοὺς τῆς Ἀσιανῆς διοικήσεως ἐπισκόπους, τὰ κατὰ τὴν Ἀσιανὴν μόνον διοικεῖν· καὶ τοὺς τῆς Ποντικῆς, τὰ τῆς Ποντικῆς μόνον· καὶ τοὺς τῆς Θρᾴκης τὰ τῆς Θρᾳκικῆς μόνον οἰκονομεῖν. Ἀκλήτους δὲ ἐπισκόπους ὑπὲρ διοίκησιν μὴ ἐπιβαίνειν ἐπὶ χειροτονίᾳ, ἤ τισιν ἄλλαις οἰκονομίαις ἐκκλησιαστικαῖς. Φυλαττομένου δὲ τοῦ προγεγραμμένου περὶ τῶν διοικήσεων κανόνος, εὔδηλον ὡς τὰ καθ᾿ ἑκάστην ἐπαρχίαν ἡ τῆς ἐπαρχίας σύνοδος διοικήσει, κατὰ τὰ ἐν Νικαίᾳ ὡρισμένα. Τὰς δὲ ἐν τοῖς βαρβαρικοῖς ἔθνεσι τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίας, οἰκονομεῖσθαι χρὴ κατὰ τὴν κρατήσασαν συνήθειαν τῶν Πατέρων.

Κανὼν Γ´

Τὸν μέν τοι Κωνσταντινουπόλεως ἐπίσκοπον ἔχειν τὰ πρεσβεῖα τῆς τιμῆς μετὰ τὸν τῆς Ῥώμης ἐπίσκοπον, διὰ τὸ εἶναι αὐτὴν νέαν Ῥώμην.

Κανὼν Δ´
Περὶ Μαξίμου τοῦ Κυνικοῦ, καὶ τῆς κατ᾿ αὐτὸν ἀταξίας τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει γενομένης· ὥστε μήτε Μάξιμον ἐπίσκοπον ἢ γενέσθαι, ἢ εἶναι, μήτε τοὺς παρ᾿ αὐτοῦ χειροτονηθέντας, ἐν οἱῳδήποτε βαθμῷ κλήρου· πάντων καὶ τῶν περὶ αὐτὸν, καὶ τῶν παρ᾿ αὐτοῦ γενομένων ἀκυρωθέντων.

Κανὼν Ε´
Περὶ τοῦ τόμου τῶν δυτικῶν, καὶ τοὺς ἐν Ἀντιοχείᾳ ἀπεδεξάμεθα, τοὺς μίαν ὁμολογοῦντας Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος Θεότητα.

Κανὼν ΣΤ´
Ἐπειδὴ πολλοὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν εὐταξίαν συγχεῖν καὶ ἀνατρέπειν βουλόμενοι, φιλέχθρως καὶ συκοφαντικῶς αἰτίας τινὰς κατὰ τῶν οἰκονομούντων τὰς ἐκκλησίας ὀρθοδόξων ἐπισκόπων συμπλάσσουσιν, οὐδὲν ἕτερον, ἢ χραίνειν τὰς τῶν ἱερέων ὑπολήψεις, καὶ ταραχὰς τῶν εἰρηνευόντων λαῶν κατασκευάζειν ἐπιχειροῦντες· τούτου ἕνεκεν ἤρεσε τῇ ἁγίᾳ συνόδῳ τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει συνδραμόντων ἐπισκόπων, μὴ ἀνεξετάστως προσίεσθαι τοὺς κατηγόρους, μηδὲ πᾶσιν ἐπιτρέπειν τὰς κατηγορίας ποιεῖσθαι κατὰ τῶν οἰκονομούντων τὰς ἐκκλησίας, μηδὲ μὴν πάντας ἀποκλείειν. Ἀλλ᾿ εἰ μέν τις οἰκείαν τινὰ μέμψιν, τουτέστιν ἰδιωτικήν, ἐπαγάγοι τῷ ἐπισκόπῳ ὡς πλεονεκτηθείς, ἢ ἄλλο τι παρὰ τὸ δίκαιον παρ᾿ αὐτοῦ πεπονθώς, ἐπὶ τῶν τοιούτων κατηγοριῶν μὴ ἐξετάζεσθαι, μήτε πρόσωπον τοῦ κατηγόρου, μήτε τὴν θρησκείαν. Χρὴ γὰρ παντὶ τρόπῳ, τό τε συνειδὸς τοῦ ἐπισκόπου ἐλεύθερον εἶναι, καὶ τὸν ἀδικεῖσθαι λέγοντα, οἵας ἂν ᾖ θρησκείας, τῶν δικαίων τυγχάνειν. Εἰ δὲ ἐκκλησιαστικὸν εἴη τὸ ἐπιφερόμενον ἔγκλημα τῷ ἐπισκόπῳ, τότε δοκιμάζεσθαι χρὴ τῶν κατηγορούντων τὰ πρόσωπα· ἵνα, πρῶτον μὲν αἱρετικοῖς μὴ ἐξῇ κατηγορίας κατὰ τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων ὑπὲρ ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ποιεῖσθαι. Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾿ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δέ, καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις. Ἔπειτα δέ, καὶ εἴ τινες τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας ἐπὶ αἰτίαις τισὶ προκατεγνωσμένοι εἶεν καὶ ἀποβεβλημένοι, ἢ ἀκοινώνητοι, εἴτε ἀπὸ κλήρου, εἴτε ἀπὸ λαϊκοῦ τάγματος, μηδὲ τούτοις ἐξεῖναι κατηγορεῖν ἐπισκόπου, πρὶν ἂν τὸ οἰκεῖον ἔγκλημα πρότερον ἀποδύσωνται. Ὁμοίως δὲ καὶ τοὺς ὑπὸ κατηγορίαν προλαβοῦσαν ὄντας, μὴ πρότερον εἶναι δεκτοὺς εἰς ἐπισκόπου κατηγορίαν, ἢ ἑτέρων κληρικῶν, πρὶν ἂν ἀθώους ἑαυτοὺς τῶν ἐπαχθέντων αὐτοῖς ἀποδείξωσιν ἐγκλημάτων. Εἰ μέντοι τινὲς μήτε αἱρετικοί, μήτε ἀκοινώνητοι εἶεν, μήτε κατεγνωσμένοι, ἢ προκατηγορημένοι ἐπί τισι πλημμελήμασι, λέγοιεν δὲ ἔχειν τινὰ ἐκκλησιαστικὴν κατὰ τοῦ ἐπισκόπου κατηγορίαν, τούτους κελεύει ἡ ἁγία σύνοδος, πρῶτον μὲν ἐπὶ τῶν τῆς ἐπαρχίας πάντων ἐπισκόπων ἐνίστασθαι τὰς κατηγορίας, καὶ ἐπ᾿ αὐτῶν ἐλέγχειν τὰ ἐγκλήματα τοῦ ἐν αἰτίαις τισὶν ἐπισκόπου· εἰ δὲ συμβαίη ἀδυνατῆσαι τοὺς ἐπαρχιώτας πρὸς διόρθωσιν τῶν ἐπιφερομένων ἐγκλημάτων τῷ ἐπισκόπῳ, τότε αὐτοὺς προσιέναι μείζονι συνόδῳ, τῶν τῆς διοικήσεως ἐκείνης ἐπισκόπων ὑπὲρ τῆς αἰτίας ταύτης συγκαλουμένων· καὶ μὴ πρότερον ἐνίστασθαι τὴν κατηγορίαν, πρὶν ἢ ἐγγράφως αὐτοὺς τὸν ἴσον αὐτοῖς ἐπιτιμήσασθαι κίνδυνον, εἴπερ ἐν τῇ τῶν πραγμάτων ἐξετάσει συκοφαντοῦντες τὸν κατηγορούμενον ἐπίσκοπον ἐλεγχθεῖεν. Εἰ δέ τις καταφρονήσας τῶν κατὰ τὰ προδηλωθέντα δεδογμένων, τολμήσειεν ἢ βασιλικὰς ἐνοχλεῖν ἀκοάς, ἢ κοσμικῶν ἀρχόντων δικαστήρια, ἢ οἰκουμενικὴν σύνοδον ταράσσειν, πάντας ἀτιμάσας τοὺς τῆς διοικήσεως ἐπισκόπους, τὸν τοιοῦτον τὸ παράπαν εἰς κατηγορίαν μὴ εἶναι δεκτόν, ὡς καθυβρίσαντα τοὺς κανόνας, καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν λυμηνάμενον εὐταξίαν.

Κανὼν Ζ´
Τοὺς προστιθεμένους τῇ ὀρθοδοξίᾳ, καὶ τῇ μερίδι τῶν σῳζομένων, ἀπὸ αἱρετικῶν, δεχόμεθα κατὰ τὴν ὑποτεταγμένην ἀκολουθίαν, καὶ συνήθειαν. Ἀρειανοὺς μὲν, καὶ Μακεδονιανούς, καὶ Σαββατιανούς, καὶ Ναυατιανούς, τοὺς λέγοντας ἑαυτοὺς Καθαροὺς καὶ Ἀριστερούς, καὶ τοὺς Τεσσαρεσκαιδεκατίτας, εἴτουν Τετραδίτας, καὶ Ἀπολλιναριστάς, δεχόμεθα διδόντας λιβέλλους, καὶ ἀναθεματίζοντας πᾶσαν αἵρεσιν, μὴ φρονοῦσαν, ὡς φρονεῖ ἡ ἁγία τοῦ Θεοῦ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία, καὶ σφραγιζομένους, ἤτοι χριομένους, πρῶτον τῷ ἁγίῳ μύρῳ τό τε μέτωπον, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τὰς ῥίνας, καὶ τὸ στόμα, καὶ τὰ ὦτα· καὶ σφραγίζοντες αὐτούς, λέγομεν· Σφραγὶς δωρεὰς Πνεύματος ἁγίου. Εὐνομιανοὺς μέντοι τοὺς εἰς μίαν κατάδυσιν βαπτιζομένους, καὶ Μοντανιστάς, τοὺς ἐνταῦθα λεγομένους Φρύγας, καὶ Σαβελλιανούς, τοὺς υἱοπατορίαν διδάσκοντας, καὶ ἕτερά τινα καὶ χαλεπὰ ποιοῦντας, καὶ τὰς ἄλλας πάσας αἱρέσεις· (ἐπειδὴ πολλοί εἰσιν ἐνταῦθα, μάλιστα οἱ ἀπὸ τῶν Γαλατῶν χώρας ὁρμώμενοι), πάντας τοὺς ὑπ᾿ αὐτῶν θέλοντας προστίθεσθαι τῇ ὀρθοδοξίᾳ, ὡς Ἕλληνας δεχόμεθα· καὶ τὴν πρώτην ἡμέραν ποιοῦμεν αὐτοὺς Χριστιανούς, τὴν δὲ δευτέραν κατηχουμένους· εἶτα τῇ τρίτῃ ἐξορκίζομεν αὐτούς, μετὰ τοῦ ἐμφυσᾷν τρίτον εἰς τὸ πρόσωπον, καὶ εἰς τὰ ὦτα, καὶ οὕτω κατηχοῦμεν αὐτούς, καὶ ποιοῦμεν χρονίζειν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ ἀκροᾶσθαι τῶν γραφῶν, καὶ τότε αὐτοὺς βαπτίζομεν.

Κανὼν Η´
Ἀριστ. Οἱ καταδύσει μιᾷ βαπτιζόμενοι Εὐνομιανοί, Σαβελλιανοί, καὶ Φρύγες, ὡς Ἕλληνες δεχέσθωσαν. Οὗτοι καὶ βαπτίζονται, καὶ χρίονται, ὅτι ὡς Ἕλληνες παραδέχονται· καὶ καιρὸν ἱκανὸν πρὸ τοῦ βαπτίσματος κατηχοῦνται, καὶ τῶν θείων γραφῶν ἀκροῶνται.



ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

$
0
0

Tα πιο πολλά μοναστήρια της Κρήτης διαδραμάτισαν σπουδαίο ιστορικό ρόλο στη διάρκεια των μεγάλων αγώνων των Κρητικών για ελευθερία. Σε πολλά από αυτά θα βρείτε εκκλησίες με υπέροχες τοιχογραφίες, που εκφράζουν την εξέλιξη και τις τάσεις της αναγεννησιακής Σχολής της Κρητικής Ζωγραφικής. Στις μεγάλες ιστορικές δοκιμασίες του, ο κρητικός λαός δε διέθετε στρατιωτικά φρούρια και εγκαταστάσεις για να αντιμετώπισει τους εχθρούς του. Γι’ αυτό χρησιμοποίησε τα σπήλαια, τα ψηλά δυσπρόσιτα βουνά και τα φαράγγια του νησιού. Πέρα όμως από αυτά, είχε σαν υποκατάστατό τους τα μοναστήρια, που από κέντρα πνευματικών αγώνων τα μετέτρεψε σε φρούρια άμυνας και πολεμικών επιχειρήσεων.

ΜΟΝΗ ΤΟΠΛΟΥ
Η ονομασία Τοπλού αντικατέστησε κατά τον 17ο αιώνα την επίσημη ονομασία του μοναστηριού που ήταν Παναγία η Ακρωτηριανή όπως αναφέρεται στα επίσημα έγγραφα και σε σφραγίδα του 15ου ή 16ου αιώνα.



Για πρώτη φορά σαν Τοπλού Μοναστήρι αναφέρεται σε Τουρκικό έγγραφο του 1673. Οι περισσότεροι μελετητές της ιστορίας της Μονής δέχονται ότι το όνομα αυτό προήλθε από την Τούρκικη λέξη Τόπ=κανόνι επειδή από την εποχή των Ενετώνείχε μικρό κανόνι για να προφυλάσσεται από τις επιδρομές των πειρατών και να ειδοποιεί συγχρόνως τα γύρω χωριά για τον κίνδυνο που διατρέχει.


ΜΟΝΗ ΠΡΕΒΕΛΗΣ
Η Ιερά Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Πρέβελη βρίσκεται στα νότια του Ν. Ρεθύμνης, και υπάγεται στην Επισκοπή Λάμπης και Σφακίων της οποίας αποτελεί το ιερώτερο τμήμα


Περιλαμβάνει δύο ξεχωριστά μοναστήρια που βρίσκονται σε απόσταση 1.7km μεταξύ τους, την Κάτω Μονή του Προδρόμου και την Πίσω Μονή του Θεολόγου.


ΜΟΝΗ ΑΡΚΑΔΙΟΥ
Ιερά Μονή Αρκαδίου είναι μια ιστορική Μονή στην Κρήτη. Σύμφωνα με την παράδοση θεμελιώθηκε από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο και ανοικοδομήθηκε περί τον 5ο αιώνα, από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Αρκάδιο, του οποίου το όνομα φέρει προς τιμή του. Άλλοι αναφέρουν ότι ιδρύθηκε από κάποιον μοναχό Αρκάδιο και γι΄αυτό ονομάστηκε μονή Αρκαδίου


Στον ίδιο χώρο, εκτός της Μονής Αρκαδίου, περί τα 80 μ. ΒΔ της Μονής, στο χείλος του φαραγγιού, βρίσκεται οκταγωνικό κτίριο όπου φυλάσσονται τα οστά των υπερασπιστών της κατά το έτος 1866, το Ηρώο που δεσπόζει από μακριά. Στη θέση αυτή παλαιότερα ήταν ο ανεμόμυλος της Μονής.


ΜΟΝΗ ΚΑΨΑ
Η Μονή Καψά βρίσκεται ανατολικά από το Μακρύγιαλο, στο δρόμο προς Γούδουρα. Το πλήρες όνομα του μοναστηριού είναι Μονή Αγίου Ιωάννη Καψά και είναι μετόχι της Μονής Τοπλού κοντά στο Βάι και τη Σητεία.

Το μοναστήρι μοιάζει σκαλισμένο πάνω στο λόφο δίπλα στο φαράγγι Περβολάκια, ατενίζοντας το Λιβυκό Πέλαγος και το Κουφονήσι απέναντι.


Η Μονή Καψά ιδρύθηκε το 15ο αιώνα σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές μπορεί να ιδρύθηκε πολύ νωρίτερα, το 14ο ή ακόμα και τον 13ο αιώνα.

Το 1471 Τούρκοι έκαναν επιδρομή από τη θάλασσα και κατάστρεψαν μεγάλο μέρος του μοναστηριού. Η περιοχή πέρασε από τα χέρια διάφορων ιδιοκτητών και έμεινε γνωστή με το όνομα ενός από αυτούς, που ονομάζονταν Καψάς.


ΜΟΝΗ ΓΟΥΒΕΡΝΕΤΟΥ
Η Μονή Γουβερνέτου είναι ένα από τα πιο παλιά μοναστήρια που βρίσκονται στην Κρήτη, αφού χτίστηκε το 1537.

Η Μονή Γουβερνέτου, ή Κυρία των Αγγέλων όπως επίσης ονομάζεται, βρίσκεται στη χερσόνησο Ακρωτήρι, περίπου 4χλμ από την Μονή Αγίας Τριάδας ή 19 χιλιόμετρα βόρεια από τα Χανιά.


Η Μονή Γουβερνέτου μοιάζει σαν κάστρο, με πύργους που χρησίμευαν για την προστασία από επιδρομείς. Ειδικά η εξωτερική όψη του μοναστηριού φανερώνει τις έντονες ενετικές επιδράσεις: μοιάζει με ενετικό φρούριο και έχει διαστάσεις 40 μ x 50 μ με 50 κελιά σε 2 ορόφους, πύργους στις τέσσερεις γωνίες του και ειδικές θυρίδες – πολεμίστρες.


ΜΟΝΗ ΧΡΥΣΟΣΚΑΛΙΤΙΣΣΑΣ
Το Μοναστήρι της Χρυσοσκαλίτισσας βρίσκεται σε απόσταση 72 χιλιομέτρων από τα Χανιά προς το Ν.Δ. άκρο της Κρήτης. Είναι χτισμένο πάνω σε ένα βράχο και ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Κισσάμου &Σελίνου. Η εκκλησία της μονής είναι αφιερωμένη στην Παναγία και στην Αγία Τριάδα και γιορτάζει τον Δεκαπενταύγουστο.


Χτίστηκε επί Ενετοκρατίας στη θέση της μονής του Αγίου Νικολάου , πάνω σε βράχια με θέα το Λυβικό πέλαγος. Κατά την παράδοση, το όνομά του το πήρε από ένα χρυσό σκαλοπάτι, το τελευταίο από τα ενενήντα οχτώ που είχε όταν χτίστηκε.


ΜΟΝΗ ΚΟΥΔΟΥΜΑ
Ο Κουδουμάς, ή πιο σωστά η Μονή Κουδουμά, βρίσκεται στη νότια Κρήτη, στα νότια παράλια του Νομού Ηρακλείου. Από το Ηράκλειο απέχει 2-2,5 ώρες, μια διαδρομή 80 περίπου χιλιομέτρων, όπου τα τελευταία 24 χιλιόμετρα είναι βατός χωματόδρομος που ξεκινά από το χωριό Στέρνες, ανηφορίζει στο Ορος Κόφινας και στη συνέχεια κατηφορίζει στη Μονή Κουδουμά, από τα 800 – 900 μέτρα στο επίπεδο της θάλασσας.


Η Μονή Κουδουμά είναι αφιερωμένη στην Παναγία και γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, οπότε πλήθος κόσμου κατεβαίνει στο μοναστήρι από την προηγούμενη μέρα και διανυκτερεύει στους ξενώνες και στην παραλία.

Μια άλλη μεγάλη γιορτή στην Μονή Κουδουμά είναι στις 10 Ιουλίου οπότε τιμούνται οι Αγιοι Ευμένιος και Παρθένιος, οι μοναχοί που έκτισαν το μοναστήρι το 19ο αιώνα.


ΜΟΝΗ ΣΑΒΒΑΘΙΑΝΩΝ
Η μονή Σαββατιανών ή Σαββαθιανών βρίσκεται σε μια πανέμορφη κατάφυτη και καλά κρυμμένη περιοχή κοντά στη Ρογδιά Ηρακλείου, σε υψόμετρο 440m και σε απόσταση 20km δυτικά της πόλης. Η πρόσβαση γίνεται μέσω της Ροδιάς. Είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα μοναστήρια που λειτούργησαν στην περιοχή κατά την Ενετοκρατία, το οποίο δέχτηκε την ανελέητη σκληρότητα των Τούρκων.


Η μονή είναι κτισμένη σε μια φυσικά οχυρή θέση, πιθανόν για την προστασία των μοναχών από τις ληστρικές επιδρομές των πειρατών πριν την Ενετοκρατία. Κατά την Ενετοκρατία φαίνεται ότι ήταν η ισχυρότερη μονή της περιοχής, ακόμη κι από την Μονή της Αγίας Πελαγίας που βρισκόταν στη βόρεια μεριά της παραλίας της Αγίας Πελαγίας, η οποία μάλιστα έγινε μετόχι των Σαββατιανών.


ΜΟΝΗ ΕΠΑΝΩΣΗΦΗ
Η ιερά μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη είναι ένα από τα ιστορικότερα μοναστήρια της Κρήτης. Βρίσκεται σε μία τοποθεσία κοντά στο χωριό Μεταξοχώρι της Επαρχίας Μονοφατσίου. Είναι Ανδρική μονή και απαριθμεί 37 Μοναχούς. Η μονή κτίστηκε στο τέλος της Ενετοκρατίας κι αμέσως απέκτησε μεγάλη φήμη. Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες, η μονή ιδρύθηκε από έναν μοναχό της Μονής Απεζανών που κάποτε ξεκίνησε για την Μονή Αγκαράθου


Κατά την πορεία του, διανυκτέρευσε στην Εκκλησία του Άη Γιώργη που βρισκόταν στα κτήματα της οικογένειας Λαγγουβάρδου. Κατόπιν παρέμβασης του Αγίου, ο μοναχός έπεισε τον φεουδάρχη Λαγγουβάρδο να κτίσει τη μονή εδώ. Η ονομασία Επανωσήφης δόθηκε από ίδιο τον Λαγγουβάρδο, ο οποίος είχε δύο βοσκούς με το ίδιο όνομα, Σήφης. Για να τους ξεχωρίζει έδωσε τα ονόματα Επάνω-Σήφης και Κάτω-Σήφης. Έτσι επικράτησε η προσωνυμία, Άγιος Γεώργιος του Επανωσήφη, καθώς εδώ υπήρχε το μιτάτο του Άνω Σήφη.


ΜΟΝΗ ΑΓΚΑΡΑΘΟΥ
Μονή Αγκαράθου βρίσκεται 23km ανατολικά του Ηρακλείου και είναι κτισμένη με φρουριακή αρχιτεκτονική σε μια κατάφυτη θέση σε υψόμετρο 538m κοντά στην Επισκοπή Πεδιάδος. Το μοναστήρι, ειδικά κατά την Ενετοκρατία, ήταν από τα πλουσιότερα στην Κρήτη με αποτέλεσμα να αποκτήσει ως μετόχια πολλές μικρές και μεγάλες μονές. Ακόμη θεωρείται πρώτη στη ιεραρχία των μοναστηριών του νησιού.


Το όνομα της οφείλεται στο φυτό αγκαραθιά (Phlomis fruticosa), κάτω από το οποίο λέγεται ότι βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας, στο σημείο όπου κτίστηκε αργότερα η Εκκλησία. Μπροστά στο ιερό του ναού υπάρχει σήμερα μια ροδιά κάτω από την οποία οι μοναχοί κρατούν αναμμένο στον κορμό της ένα καντήλι. Η ροδιά λέγεται ότι είναι η αρχική αγκαραθιά την οποία μπόλιασαν οι μοναχοί της εποχής, με αποτέλεσμα να μετατραπεί θαυματουργώς σε δένδρο.


ΜΟΝΗ ΤΖΑΓΚΑΡΟΛΩΝ
Η Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος των Τζαγκαρόλων βρίσκεται στο ακρωτήριο Μελέχα στα Χανιά. Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά μοναστήρια της Κρήτης και χρονολογείται στα τέλη της Βενετοκρατίας. Η παράδοση λέει ότι η μονή ιδρύθηκε από τους αδελφούς Ιερεμία και Λαυρέντιο Τζαγκαρόλους, πράγμα που επιβεβαιώνουν και αρχειακά έγγραφα του μοναστηριού. 


Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 οι μοναχοί εγκαταλείπουν το μοναστήρι αλλά δεν προλαβαίνουν να πάρουν ή να κρύψουν πολύτιμα κειμήλια και έγγραφα, τα οποία είτε καίγονται είτε αρπάζονται από τους κατακτητές. Μετά το τέλος της επανάστασης το μοναστήρι ανοικοδομείται και παίρνει τη σημερινή του μορφή. 


ΜΟΝΗ ΒΡΟΝΤΗΣΙΟΥ
Η Μονή Βροντησίου βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Ζαρός και Βορίζια της επαρχίας Καινουρίου και τιμάται στη μνήμη του Αγίου Αντωνίου. Η εποχή της ίδρυσής της δεν έχει εξακριβωθεί. Σύμφωνα με την παράδοση που μεταφέρει ο Στ. Σπανάκης ήταν μετόχι της Μονής Βαρσαμονέρου, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση. Η ονομασία της μονής ενδεχομένως σχετίζεται με τον ιδρυτή της, αφού σε έγγραφο του 1323 αναφέρονται 4 ιερείς στο Χάνδακα με το όνομα Βροντίσης. 

Έγγραφες μαρτυρίες για τη μονή υπάρχουν από το 1400, ενώ από το 1500 φαίνεται ότι γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση, μετά την παρακμή της Μονής Βαρσαμονέρου. Κατά τον τελευταίο αιώνα της Ενετοκρατίας εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα μοναχισμού της Κρήτης, όπου άνθισαν τα γράμματα και οι τέχνες, ιδιαίτερα η ζωγραφική.


volida-volida.blogspot.com

Ο Νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ (23/5/1996)

$
0
0
Ο Νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ (23/5/1996)

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου

ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ: Ο Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 στο χωριό Κουρίλοβο του Παντόλσκ κοντά στη Μόσχα. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ Βασίλιεβνα. Το 1989 η γιαγιά του πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και στη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο Ευγένιος δεν έβγαλε ποτέ από πάνω του. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελούσαν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε και συνέχισε να τον φορά. Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994, εργάστηκε ως επιπλοποιός.



ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ: Στις 25/6/1995 παρουσιάστηκε στο Στρατό και στις 13/1/1996, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ιγκουερίνας. Ένα μήνα μετά, στις 13/2/1996, αιχμαλωτίστηκε. Η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από έναν δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει σχετική οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από το δρόμο περνούσαν συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα (3.00) εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο.

Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν δέκα πάνοπλοι Τσετσένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Στις 4π.μ. όταν ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι πρόκειται για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην πόλη Χαγκάλα της Τσετσενίας, για να βρει το παιδί της. Εκεί ήρθε σε επαφή με αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθειγια την τύχη του Ευγένιου. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000 (!). Όταν κατάλαβαν ότι δεν θα κέρδιζαν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού ψάχνοντάς τον, διέσχισε χωριά, ναρκοθετημένους δρόμους, μέτωπα συγκρούσεων, και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».

ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ – ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν, ώστε να καταφέρουν, ει δυνατόν, να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του και να γίνει μουσουλμάνος και δήμιος άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει, έστω, το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν. Αργότερα, οι ίδιοι κάποιοι πολέμαρχοι των ισλαμιστών ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε». Στις 23 Μαΐου του 1996, την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν και τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του.

Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.

ΤΟ ΑΓΙΟ ΛΕΙΨΑΝΟ: Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Οι Τσετσένοι ζήτησαν 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια. Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε, για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κ.ά. Στις 20/11/1996 μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Σε λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του. Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:

ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ: Ένα κορίτσι Ορθόδοξου ορφανοτροφείου διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι λέγεται Ευγένιος και την οδήγησε από το χέρι στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν τέτοιο μανδύα». Πολλοί έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα να βοηθάει αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες. Σε νοσοκομείο τραυματιών πολέμου, νοσηλευόμενοι πιστοποιούν ότι ένας άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα αναγνωρίζοντας αυτόν που τους βοήθησε. Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και πολλοί φυλακισμένοι. Βοηθάει τους ψυχικά συντετριμμένους λόγω της φυλακίσεως τους. Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα.


ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΙΩΝ: Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο συγκεκριμένος αρχηγός των Τσετσένων και η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από ομοφύλους του σε εμφύλιες αντιπαραθέσεις.


Μεγαλυνάριο:“Τον ανδρείον μάρτυρα του Χριστού και βασανισθέντα υπό νέων ισλαμιστών, Άγιον στρατιώτην Ευγένιον τον Ρώσσον στερρώς αγωνισθέντα ύμνοις τιμήσωμεν.”

http://aktines.blogspot.gr/

Δημητριάδος Ιγνάτιος: «Ο ρατσισμός η μεγαλύτερη κατάντια για τους Ορθοδόξους και τους Έλληνες» (VIDEO-ΦΩΤΟ)

$
0
0
Δημητριάδος Ιγνάτιος: «Ο ρατσισμός η μεγαλύτερη κατάντια για τους Ορθοδόξους και τους Έλληνες» (VIDEO-ΦΩΤΟ) Από την Ι.Μητρόπολη Δημητριάδος

Με την δέουσα λαμπρότητα και ιεροπρέπεια εορτάστηκε η μνήμη των Αγίων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης στην Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος, με επίκεντρο του εορτασμού τον ομώνυμο περικαλλή Ιερό Ναό της παραλίας του Βόλου.

Την παραμονή τελέστηκε ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου, τον οποίο πλαισίωσε πλειάδα Κληρικών της πόλης και πλήθος ευλαβών προσκυνητών, ενώ παρέστησαν ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Κώστας Αγοραστός, ο Δήμαρχος Βόλου κ. Πάνος Σκοτινιώτης, οι Βουλευτές Μαγνησίας κ. Ζέτα Μακρή και Μαρίνα Χρυσοβελώνη, εκπρόσωποι των Στρατιωτικών Αρχών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στο τέλος του Εσπερινού πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος των Αγίων στην παραλία της πόλης, με κατεύθυνση το μνημείο των Ηρώων. Εκεί τελέστηκε η Αρτοκλασία και αμέσως μετά ο κ. Ιγνάτιος εκφώνησε επίκαιρο πανηγυρικό λόγο.

Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος συνέδεσε την μνήμη του Αγίου Κωνσταντίνου με την επέτειο των 1700 ετών από την έκδοση του διατάγματος των Μεδιολάνων, σημειώνοντας ότι με την απόφαση εκείνη «ο Μέγας Κωνσταντίνος δημιούργησε τις προϋποθέσεις οι άνθρωποι να θρησκεύουν ελεύθερα, να μπορούν να λατρεύουν το Θεό χωρίς φόβο, να μπορούν να αναζητούν και να βρίσκουν τον αληθινό Θεό. Και ήταν αυτό το τόσο σημαντικό και κοσμοϊστορικό κείμενο, που έδωσε τη δυνατότητα στην πίστη του Χριστού, στη Χριστιανική πίστη και Εκκλησία να αναπτυχθεί, πλέον, ελεύθερα».

Στη συνέχεια ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στην επικαιρότητα του Διατάγματος των Μεδιολάνων στην εποχή μας, καθώς, όπως είπε «το θέμα της ανεξιθρησκίας, 1700 χρόνια μετά, είναι και πάλι επίκαιρο, γιατί δυστυχώς, δεν κατόρθωσε η ανθρωπότητα να διασφαλίσει την ελευθερία της θρησκείας και της πίστεως σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Και ακόμη περισσότερο, εδώ στη δική μας γειτονιά, ως μη όφειλε, ιδιαίτερα τούτον τον καιρό, αναπτύσσονται δυνάμεις και δημιουργούνται εξελίξεις που έχουν ως αποτέλεσμα τον απηνή διωγμό ιδιαίτερα των Χριστιανών..... Ήδη υπάρχουν θύματα και Μάρτυρες της πίστεως του Χριστού και όπως γνωρίζετε, έχουν απαχθεί δύο Επίσκοποι, ο ένας εξ' αυτών της δικής μας Ορθοδόξου Εκκλησίας και εδώ και περίπου τριάντα ημέρες έχουν χαθεί τα ίχνη τους και κανείς δεν ξέρει αν ζουν ή αν έχουν χάσει τη ζωή τους. Φαινόμενα που δεν ξέρω πόσο μπορούν να ταυτιστούν με τον 21ο αι. της τεχνολογίας, της επικοινωνίας, της επιστήμης. Να όμως, που και πάλι η θρησκεία, δυστυχώς, στα χέρια κάποιων γίνεται όργανο πολιτικής και βεβαίως η φανατική πλευρά της θρησκείας είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο σε αυτόν τον κόσμο. Και τα φαινόμενα ακριβώς του φονταμενταλισμού έχουν αναδειχθεί μέσα στο χώρο των θρησκειών, ως μη όφειλε, για να εξυπηρετήσουν, τίς οίδε, συμφέροντα και συγκυρίες...».

Ο κ. Ιγνάτιος τόνισε και πάλι την ανάγκη σεβασμού του ανθρωπίνου προσώπου, στοιχείο που διαπνέει το πνεύμα και τον λόγο του Ευαγγελίου και επεσήμανε: «ο κάθε άλλος άνθρωπος είναι μια ζωντανή εικόνα του Θεού, απ' όπου κι αν προέρχεται, σε ό,τι κι αν πιστεύει, όποιος κι αν είναι και δεν αρμόζει στους Ορθοδόξους και μάλιστα στους Έλληνες να ξεχωρίζουν ανθρώπους, να υποτιμούν ανθρώπους, να προπηλακίζουν ανθρώπους, γιατί δεν είναι του δικού μας χρώματος, της δικής μας φυλής, της δικής μας πίστεως. Δεν υπάρχει χειρότερη κατάντια για τους Ορθοδόξους και μάλιστα τους Έλληνες απ' αυτή. Έχουμε καταγράψει μια οικουμενική ιστορία σε αυτό τον κόσμο και όλοι στρέφονται προς εμάς για τον αρχαίο μας πολιτισμό, για την ορθόδοξη πίστη μας, για τους Μάρτυρες και τους Αγίους μας. Πώς είναι δυνατόν να ανεχθούμε τέτοια φαινόμενα; Καταλαβαίνω την κρίση, ξέρω πολύ καλά τα προβλήματα, ζω ανάμεσά σας. Αυτό, όμως, δεν δικαιολογεί επ' ουδενί, να ενδώσουμε και να υποχωρήσουμε στο κήρυγμα της αγάπης, στο κήρυγμα του σεβασμού του άλλου και της διαφορετικότητας. Τότε θα έχουμε προδώσει τον Χριστό και το Ευαγγέλιο Του. Όσο θα παραμένω Επίσκοπος του Χριστού σε αυτό τον τόπο, μαζί με τους ιερείς μου και θέλω να πιστεύω και με όλους σας, θα υπερασπίζουμε τον κάθε άνθρωπο ως ζωντανή εικόνα του Θεού και θα τον διακονούμε, χωρίς κανένα να ξεχωρίζουμε. Αυτή είναι η πίστη μας, αυτή είναι η παράδοσή μας, αυτή είναι η ζωή μας. Και αυτό θα πρέπει όλοι να το κατανοήσουν ...».

Ανήμερα της εορτής τελέστηκε πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, συνιερουργούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Βελεστίνου κ. Δαμασκηνού και Δημητριάδος κ. Ιγνατίου. Τον Θείο Λόγο κήρυξε ο Σεβ. κ. Δαμασκηνός.
amen.gr

Ακούστε το κήρυγμα του Σεβ. Μητροπολίτη Δημητριάδος κ.Ιγνατίου και παρακολουθήστε σχετικές φωτογραφίες από τον Πανηγυρικό Εσπερινό και τη λιτανεία που πραγματοποιήθηκε στην παραλία του Βόλου, επί τη μνήμη των Αγίων ενδόξων μεγάλων, θεοστέπτων και Ισαποστόλων Βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης, τη Δευτέρα 20 Απριλίου 2013.


Θεολογία καὶ αφαίρεση στὴν ποίηση

$
0
0

Ἡ Ποίηση εἶναι μία ἀπὸ τὶς συγκεκριμένες περιοχὲς τῆς Τέχνης, τῆς δημιουργικῆς ἱκανότητος ποὺ ἔχει τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα στὸν χῶρο τοῦ Ὡραίου. Ὡστόσο ὁ ὅρος, στὴν τρέχουσα γλώσσα, χρησιμοποιεῖται συχνὰ γιὰ νὰ δηλώση ὅλη αὐτὴ τὴν ἱκανότητα καὶ ἀπόδοση, ἀκόμη καὶ ὅταν πρόκειται γιὰ ἄλλους χώρους ὅπου τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα δημιουργεῖ τὸ Ὡραῖο. Ἔτσι λέμε: αὐτὸ τὸ ἀρχιτεκτόνημα ἤ αὐτὴ ἡ ἱστορία ἤ αὐτὸ τὸ σκάφος εἶναι ποίημα.

Ὁ ὅρος Ποίηση ἔχει τὴν ἴδια προέλευση μὲ τὴ λέξη ποὺ ἡ Ἁγία Γραφὴ παίρνει γιὰ νὰ χαρακτηρίση τὴ θεία δημιουργία. Ὁ Θεὸς «ἐποίησε τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Γέν. α' 1).Ὁ Θεὸς εἶπε: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον» (Γέν. α' 26). «Αὐτοῦ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ » (Ἐφεσ. β' 10 ), βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν. Μὲ τὴν ταυτότητα τῶν ὅρων, συμφωνεῖ καὶ μία βαθειὰ πραγματικότης, ὡς πρὸς τὰ ὑποκείμενα τῆς ποιητικῆς ἐνέργειας. Ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι ποιητὴς ἑνὸς κόσμου « καλοῦ λίαν» (Γέν. α' 31), ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος - ποιητὴς εἶναι δημιουργὸς ἑνὸς κόσμου, ἀπὸ φθόγγους, αἰσθήματα καὶ νοήματα, «καλοῦ λίαν», ἑνὸς κόσμου ὑψηλῆς ὡραιότητος. Ἡ ποιητικὴ λειτουργία ἔχει μέσα της τὴ φλόγα τοῦ θεϊκοῦ στοιχείου. Καὶ ὅπως ὁ Θεὸς ἔχτισε τὸν κόσμο ὄχι σὰν μονὰς ἁπλῶς, ἀλλὰ καὶ σὰν κοινωνία προσώπων (Ἁγία Τριὰς), ἔτσι καὶ ἡ ἀνθρώπινη Ποίηση εἶναι δημιούργημα βαθειὰ προσωπικό, ἀλλὰ καὶ κοινωνικό. Ὁ ποιητὴς δὲν μονολογεῖ. Κάνει διάλογο μὲ τὸν ἑαυτό του, μὲ τὸν ἐσωτερικό του ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἐπίσης καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.


Κάθε ὀμορφιά, στὴ χτίση, εἶναι μιὰ ἀνακοίνωση γιὰ διαλεχτὲς ψυχές, κατὰ τὸ τοῦ Παύλου: «Τὰ ἀόρατα αὐτοῦ ( τοῦ Θεοῦ ) ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται» (Ρωμ. α' 20. Πρβλ. καὶ τὸ ψαλμικό: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα», ιη' 1). Ἔτσι καὶ στὴν ἀνθρώπινη Ποίηση.

Καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις, ἡ ἀνακοίνωση αὐτὴ εἶναι διττοῦ προορισμοῦ: ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, προσφορὰ αὐτοῦ ποὺ ὑπάρχει στὴν χτίση, αὐτοῦ ποὺ αἰσθάνθηκε ὁ ποιητής∙ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος πάτημα γιὰ τὴν ψυχή, ποὺ δέχεται τὴν ἀνακοίνωση, ὥστε νὰ αἰσθανθῆ καὶ νὰ βιώση κάτι δικό της, προσωπικὰ δικό της, μπροστὰ στὴν προσφορὰ ἐκείνη. Καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ δικαίωση - αἰσθητική, ἠθική, θρησκευτική - τῆς Ποιήσεως ποὺ ἔχει ἀφαίρεση. Ὅσο πιὸ ἐλλειπτικὴ καὶ πιὸ ἀφηρημένη εἶναι ἡ Ποίηση, τόσο καὶ πιὸ ἀνακοινώσιμη.


Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χριστό, τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, κανένας ἄνθρωπος δὲν ἔχει νὰ μεταδώση στὸν πλησίον του μιὰν ἀλήθεια καὶ μιὰν αἴσθηση πραγματικὰ δική του (Ματθ. κγ' 8,10 ). Ὁ καθένας εἶναι αὐτουργὸς τοῦ ἐσωτερικοῦ του πλούτου, πλούτου πνευματικῶν γνώσεων καὶ αἰσθητικῶν ἀξιῶν. Ἂν ὁ ἴδιος δὲν ἔχει αὐτὴ τὴ γονιμοποιὸ ἱκανότητα, ἡ ὀμορφιὰ καὶ ἡ ἀλήθεια, μὲ ὅση δύναμη καὶ ἂν μιλήσουν γύρω του, δὲν βρίσκουν ἠχὼ μέσα του. Ἡ Ποίηση, λοιπόν, ὅπως καὶ ἡ θεία Ἀποκάλυψη, στηρίζεται κυρίως στὴν ἀφαίρεση, στὴν ἐλλειπτικότητα, γιὰ νὰ δώση στὸν κάθε δέχτη της τὴν εὐκαιρία καὶ τὴ λαβὴ νὰ φωτισθῆ καὶ νὰ κατανυγῆ, νὰ δημιουργήση μέσα του.


Γιὰ τὸν ποιητή, πλάσμα πάντα ἄπλερο καὶ σκιασμένο ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες τῆς ὕλης, ἡ ἐπίτευξη τῆς τελειότητος στὴ μορφὴ εἶναι ἕνας ἀγών, ἕνα ἀέναο ἄγχος. Γράφοντας τὴν Ποίηση ποὺ κλείνει μέσα του, σκοντάφτει στὴ σκληρότητα τοῦ λόγου, στὴν ἀκαμψία τῆς ὕλης. Ἡ τελειότης, ἡ ἀναμφισβήτητα πνευματικὴ ἀπόδοσή του εἶναι πολλὲς φορὲς ἄπιαστη. Ἡ ἀφαίρεση, ποὺ τὰ ἐγγυᾶται αὐτά, δὲν εἶναι πάντα τοῦ χεριοῦ του καὶ οὔτε μπορεῖ νὰ ταυτισθῆ μὲ τὴν ἰδανικὴ σιωπή. Ἔτσι παραμένει μέσα στὸν ἄνθρωπο, τὸν ποιητὴ ἤ τὸν ἀναγνώστη του, — χωρὶς νὰ ἔχη γίνει στίχος — τὸ ὡραιότερο, τὸ ἀναντίρρητα τέλειο.


Τὰ ἄφθαστα ποιητικὰ ἔργα εἶναι ἐκεῖνα ποὺ εἴτε τὰ ὁραματίσθηκαν οἱ μεγάλοι δημιουργοὶ χωρὶς νὰ κατορθώσουν νὰ τὰ πραγματοποιήσουν, εἴτε τὰ ἔνοιωσαν οἱ « παθητικὲς » μεγαλοφυΐες, καθὼς χαίρονταν τὰ ἀτελῆ πραγματοποιημένα ἔργα (*). Αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ δημιουργία, ποὺ δὲν ὑπάρχει στὶς σελίδες τῆς Γραμματολογίας, εἶναι μία θεανδρική πραγματικότης ἀκατάγραφη καὶ ἀνιστόρητη, ἡ ἀληθινὴ δόξα τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος.


Γιὰ τὸν ποιητῆ τῆς αὔριον, ἡ λειτουργία του πιθανότατα νὰ ἔχη μιὰ διαφορὰ θέσης σὲ σχέση μὲ τὸν ποιητὴ τῆς χθές. Ἡ ἀνθρωπότης σήμερα βγαίνει ἀπὸ τὴν παιδικότητα, ὅπου ὁ μύθος, τὸ σύμβολο καὶ ἡ ὀνειρικὴ αἴσθηση ὄχι μονάχα στὴ μεταφυσικὴ βίωση, ἀλλὰ καὶ στὴν ἑρμηνεία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ἔχουν τὴ σφραγίδα τους στὴν Τέχνη καὶ στὸν Στοχασμό. Ὁ ποιητὴς ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα μπορεῖ νὰ στέκεται ἔξω ἀπὸ τὸν μύθο, τὸ σύμβολο καὶ τὴν ὀνειρικὴ αἴσθηση, χρησιμοποιώντας τα σὰν μέσα καὶ ὄχι σὰν ὑλικό τῆς ἴδιας του τῆς ζωῆς.


Ἡ ἀφαίρεση ὅμως, ἀκόμα καὶ σὲ ἕνα κόσμο τόσο ὀρθολογιστικό, ὅπως θὰ εἶναι ὁ αὐριανός, ἤ μᾶλλον πιὸ πολὺ σ' αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν κόσμο, πρέπει νὰ εἶναι κάτι τὸ ἀπαραίτητο, στὴ μορφὴ καὶ στὴν οὐσία τῆς Ποιήσεως. Γιατί ἡ ἀφαίρεση εἶναι στοιχεῖο sine qua nom τοῦ μυστικοῦ βάθους καὶ τῆς σκοπιμότητος, ὅπως εἴπαμε παρὰ πάνω, μεταδοτικῆς μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀφορμῆς καὶ τῆς λαβῆς καὶ ὄχι κυριολεκτικὰ μεταδοτικῆς. Τὸ μυστικὸ βάθος εἶναι μία αἰώνια ἀπαίτηση τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος, μία ἀνάγκη ὀντολογική. Ὁ ὀρθολογισμός, ὄχι ὁ ἀφελὴς καὶ τόσο περιοριστικὸς στὰ ἀναγωγικά του σχήματα, ποὺ γνωρίστηκε ἀπὸ τὴ Διαφώτιση, τὴν Ἐμπειριοκρατία καὶ τὸν Ὑλισμό, ἀλλὰ ὁ ὀρθολογισμὸς τῆς ὡριμότητος ποὺ ἀρχίζει τώρα νὰ δίνη τοὺς πρώτους της καρπούς, ἀνοίγει ἀκριβῶς πρὸς τὴ μεταφυσικὴ πραγματικότητα τοὺς ὁρίζοντές του καὶ δίνει στὴν Ποίηση ἕνα πνεῦμα λυτρωμένο ἀπὸ τὸ ὄνειρο, μία ἐνατένιση ἔξωθεν.


Αὐτὴ ἡ καινούργια θέση τοῦ ποιητικοῦ ὑποκειμένου θὰ πρέπει νὰ μεταβάλη τὴ μορφή, ἀλλὰ χωρὶς ἄλλο, δὲν θὰ θίξη τὴν οὐσία. Θὰ τὴ διασώση καὶ θὰ τὴν προβάλη ἀπὸ καινούργιους ἐκφραστικοὺς δρόμους, ἴσως πολὺ διαφορετικούς, ἀλλὰ πάντα προικισμένους μὲ τὴν ἀφαίρεση. Ἡ ἀφαίρεση εἶναι συνυφασμένη μὲ τὸ γνήσιο μυστικὸ βάθος καὶ μὲ τὴν ὡριμότητα τῆς διάνοιας. Τὸ βάθος ἐκεῖνο, ὅπως ὑπῆρξε, πρέπει καὶ τώρα νὰ ὑπάρχη. Ἀλλὰ τὸ καινούργιο, ἡ ὡριμότης τῆς διάνοιας, θὰ ἐξωβελίση τὴν ἀφαίρεση; Ὄχι, θὰ πρέπει νὰ τὴν κάνη πιὸ ἀπαραίτητη.


(*) Ἡ φιλαυτία εἶναι τάχα πάντα ἱκανὴ νὰ δώση στὸν δημιουργὸ τὴν ποιότητα φιλαρέσκειας ποὺ τοῦ ἀξίζει; Ὑποπτεύεται κανεὶς ὅτι αὐτὸ δὲν συμβαίνει πάντα. Ὑπάρχουν δημιουργοί, ἀνώτεροι ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους ποὺ οἱ ἴδιοι καμαρώνουν στὸ ἔργο τους. Κι αὐτὴ ἡ ἀξία τους εἶναι ἐξ ἀντικειμένου πραγματική, γιατί ἕνα ἔργο τέχνης ὑπάρχει ὡς πρὸς τὸ μέτρο, ποὺ καρποφορεῖ αἰσθητικὰ στοὺς ἄλλους


Θεολογία καὶ Ἀφαίρεση στὴν Ποίηση

Μουστάκης Βασίλης

Χριστιανικὸ Συμπόσιο Γ, ἐκδόσεις Ἑστία


Μελαγχολία, θλίψη, άγχος

$
0
0
του Γέροντος Πορφυρίου

Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νιώθουμε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για την σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι’ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο κι αμαρτωλό. Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπούν όλοι στην Εκκλησία. Αυτό έχει αξία. Και μ’ αυτή την επιθυμία πρέπει να φύγει κανείς απ’ τον κόσμο, για να πάει στο μοναστήρι η στην έρημο.


Μέσα στην Εκκλησία, που έχει τα μυστήρια που σώζουν, δεν υπάρχει απελπισία. Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου φόβο.

Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ’ τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Λουκ. 17,21). Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ’ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένο μές στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ’ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.


Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για την διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνομε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «τις λοιδορίες δεν τις ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε» (Α΄ Πετρ. 2,23).


Να προσέχουμε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία.


Για πολλούς, όμως, η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μια αγωνία κι ένα άγχος. Γι’ αυτό πολλούς απ’ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Και πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν την ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστεια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό κακού πνεύματος (δηλ. δαιμονικής ενέργειας). Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είμαι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι», και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο μέσον δαιμόνιο.


Στην πραγματικότητα, η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νού του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.


Στις αιρέσεις πάνε όλοι οι μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων.


Πολλές φορές ούτε ο κόπος, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν τη χάρη. Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φύγεις απ’ τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη.


Όταν δεν ζείς με τον Χριστό, ζείς μές στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια. δεν ζείς σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δύο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζείς σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ’ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στην λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.


Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό.. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν’ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σε απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μία ηδονή ακόρεστος, που δεν την βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.


Όταν αγαπάς τον Χριστό, παρόλες τις αδυναμίες και τη συναίσθηση που έχεις γι’ αυτές έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες τον θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού.

Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου…» (Ιω. 15,14). Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε; Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του· όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου. Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ’ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ’ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.

Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί, όπου υπάρχει «ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων», διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί ομιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: «Έχε μνήμη θανάτου πάντοτε». Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσομε βαθιά, δημιουργούν τον φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος προσπαθώντας ν’ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευθεί η ψυχή του απ’ το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.


Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο η να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπεί στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.


Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του.


Κανείς να μη σάς βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σάς έχω πεί για τ’ αηδονάκι; Μές στο δάσος κελαϊδάει. Στη σιγή. Να πεί πως κάποιος τ’ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Πόσο ωραίο κελάηδημα στην ερημιά! Έχετε δεί πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα». Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στεναγμοίς αλαλήτοις».


Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό.


Η θεία χάρις μας διδάσκει το δικό μας χρέος. Για να την προσελκύσουμε, θέλει αγάπη, λαχτάρα. Η χάρις του Θεού θέλει θείο έρωτα. Η αγάπη αρκεί, για να μας φέρει σε κατάλληλη «φόρμα» για προσευχή. Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»


Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το Άγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή, δεν τολμάει να πλησιάσει.


Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.


Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.


Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.


Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία· αλλά δεν είναι υγιές.


Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.


Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.


Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ…». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς η όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ…» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.


Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.


Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σάς σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον. Έρχεται από δώ το κακό; Δοθείτε μά τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σάς προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πως να σάς ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ’ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Που να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!


Σάς πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σάς απαλλάξει ο Ίδιος.


Να μη διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για τη διόρθωσή σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μία μικρή πείρα σ’ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.


Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα (δηλ. ο διάβολος) και σάς βουτάει και σάς καθηλώνει και σάς βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε από αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.». Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, τον θυμό, την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε η και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος. κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή, για να νικήσεις το πάθος και θα δείς τότε πως θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα.


Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη.


Αυτό είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς. αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει, τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο, δηλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.


Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σάς πονάει το στήθος.


Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.


Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σάς καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.


Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δεί την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σάς παίρνει είδηση και σάς πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σάς αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.


Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του. Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβάνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.


Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο είναι επίσης και η ταπεινολογία. Το λένε αίσθημα κατωτερότητος. Η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων…». Φοβάται ο ταπεινός μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα, η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τέλεια εμπιστοσύνη στον Θεό. Η εξάρτηση από Εκείνον.


Ο κενόδοξος την ψυχή του την αποξενώνει απ’ την αιώνια ζωή. Τελικά ο εγωισμός είναι σκέτη κουταμάρα! Η κενοδοξία μας κάνει κούφιους. Όταν κάνομε κάτι για να επιδειχθούμε, καταντούμε άδειοι ψυχικά. Ό,τι κάνομε, να το κάνομε για να ευχαριστήσομε τον Θεό· ανιδιοτελώς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς υπηρηφάνεια, χωρίς εγωισμό, χωρίς, χωρίς…


Δεν πρέπει η ψυχή μας ν’ αντιστέκεται και να λέει, «γιατί το έκανε αυτό ο Θεός, γιατί το άλλο αλλιώς, δεν μπορούσε να το κάνει διαφορετικά;». Όλ’ αυτά δείχνουν μία εσωτερική μικροψυχία και αντίδραση. Δείχνουν την μεγάλα ιδέα που έχομε για τον εαυτό μας, την υπερηφάνειά μας και τον μεγάλο εγωισμό μας. Αυτά τα «γιατί» πολύ βασανίζουν τον άνθρωπο, δημιουργούν αυτό που λέει ο κόσμος «κόμπλεξ». παραδείγματος χάριν, «γιατί να είμαι πολύ ψηλός» η – το αντίθετο – «πολύ κοντός;». Αυτό δεν φεύγει από μέσα. Και προσεύχεται κανείς και αγρυπνεί, αλλά γίνεται το αντίθετο. Και υποφέρει και αγανακτεί χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ με τον Χριστό, με την χάρη φεύγουν όλα. Υπάρχει αυτό το «κάτι» στο βάθος, δηλαδή το «γιατί», αλλ’ η χάρις του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο κι ενώ η ρίζα είναι το κόμπλεξ, εκεί πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά με ωραία τριαντάφυλλα κι όσο ποτίζεται με την πίστη, με την αγάπη, με την υπομονή, με την ταπείνωση, τόσο παύει να έχει δύναμη το κακό και παύει να υπάρχει· δηλαδή δεν εξαφανίζεται, αλλά μαραίνεται. Όσο δεν ποτίζεται η τριανταφυλλιά, τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται και αμέσως ξεπετάγεται αγκάθι.


Εκπειράζουμε τον Θεό, όταν ζητούμε κάτι από Εκείνον, αλλά η ζωή μας είναι μακράν του Θεού. Τον εκπειράζομε, όταν ζητούμε κάτι, αλλά η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Του-πράγματα, δηλαδή, ενάντια στον Θεό. άγχος, αγωνία, απ’ το ένα μέρος, κι απ’ το άλλο παρακαλούμε.


Μπορεί να σου πεί ο πνευματικός: «Πως θα ήθελα να ήμασταν σε ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου από την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου· όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν την ζωή σου».


Πολλές φορές έχω μεταχειρισθεί αυτή τη γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ’ αυτό. Την ώρα που λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει από όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές· διότι, την ώρα που τα λες ο εξομολόγος εύχεται θερμά για την απαλλαγή σου.


Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσαμε συγγνώμη; Τελείωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση. Κι εγώ σκέπτομαι ότι αμαρτάνω. Δεν βαδίζω καλά. Ό,τι όμως με στενοχωρεί, το κάνω προσευχή, δεν το κλείνω μέσα μου, πάω στο πνευματικό, το εξομολογούμαι, τελείωσε! Να μη γυρίζομε πίσω και να λέμε τι δεν κάναμε. Σημασία έχει τι θα κάνομε τώρα, απ’ αυτή τη στιγμή και έπειτα.


Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία.

Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος. Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.

Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ’ αυτά βγάζουν τον άνθρωπο απ’ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα. Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνει πολύ καλό. Σ’ εκείνο, όμως, που δίδω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.


Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή η άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να εκλύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία.


Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλομε και χωρίς να το καταλαβαίνομε, κάνομε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, για παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη, μπορεί κάποτε να βλάψει. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.


Βίος και Λόγοι, έκδ. Ιεράς Μονή Χρυσοπηγής Χανίων.
2003
Γέρων Πορφύριος

-------------------------------


Άγχος και εργασία (π.Παΐσιος)


Γέροντα, πολλοί, όταν επιστρέφουν σπίτι από την δουλειά, είναι εκνευρισμένοι.

Εγώ συνιστώ στους άνδρες , μετά την δουλειά τους, αν βρίσκουν καμμιά εκκλησία ανοιχτή , να μπαίνουν να ανάβουν ένα κερί, να μένουν μέσα δέκα-δεκαπέντε λεπτά ή να κάθωνται σε κάποιο πάρκο να διαβάζουν ένα κομματάκι από το Ευαγγέλιο, για να γαληνεύουν λίγο, και ύστερα να πηγαίνουν στα σπίτια τους ήρεμοι και χαμογελαστοί, και όχι να πηγαίνουν εκνευρισμένοι και να στήνουν τον καυγά. Να μη μεταφέρουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην δουλειά τους μέσα στο σπίτι. Να τα αφήνουν έξω από την πόρτα.

Γέροντα, μερικοί όμως είναι και κάπως δικαιολογημένοι, γιατί η ευθύνη που έχουν στην δουλειά τους γεμίζει άγχος.

Τους γεμίζει άγχος, γιατί δεν βάζουν και τον Θεό στις υποθέσεις τους. Ο τεμπέλης που λέει «ε , έχει ο Θεός… », είναι καλύτερος από αυτούς. Εγώ προτιμώ να είναι κανείς υπάλληλος, να κάνη σωστά και με φιλότιμο την δουλειά του, αλλά να απλοποιή την ζωή του, να περιορίζεται στα απαραίτητα και να έχη ήσυχο το κεφάλι του , παρά να είναι εργοστασιάρχης και να είναι συνέχεια «αχ και βαχ», γιατί συνήθως είναι χρεωμένος. Μπαίνει και η υπερηφάνεια, «θα πάρω τόσο δάνειο, να παρουσιάσω κι αυτό και το άλλο, για να τακτοποιηθώ καλύτερα…», και μετά πέφτει έξω, χρεοκοπεί, οπότε μετά πλειστηριασμός κ.λ.π.Ύστερα πολλοί στην εργασία τους δεν δουλεύουν το μυαλό τους , κουράζονται άσκοπα, και δουλειά δεν βγάζουν. Δεν μπορούν μετά να ανταποκριθούν και τους πιάνει άγχος.

Κάποιος λ.χ. θέλει να μάθη μια τέχνη και, επειδή δεν προσέχει, χρόνια πάει-έρχεται, χωρίς να κάνει προκοπή, γιατί δεν δουλεύη το μυαλό του.Πρέπει να δη τι του χρειάζεται στην δουλειά του και να το προσθέση. Να, όταν δούλευα στον κόσμο σαν μαραγκός, είδα πώς για τα έπιπλα που έκανα μου χρειαζόταν και ένας τόρνος. Τι; να πήγαινα σε άλλον να μου το φτιάξη; Πήρα έναν τόρνο και έμαθα να τον δουλεύω. 

Στην συνέχεια είδα ότι χρειαζόταν να φτιάξω κυκλικές σκάλες. Κάθησα, θυμήθηκα και την γεωμετρία και την αριθμητική και έμαθα να τις φτιάχνω. Αν δεν δουλεύης το μυαλό, θα παιδεύεσαι. Θέλω δηλαδή να τονίσω πως πρέπει κανείς να δουλεύη το μυαλό του , γιατί επάνω στην δουλειά παρουσιάζονται ένα σωρό περιπτώσεις. Έτσι θα γίνη κανείς καλός τεχνίτης και από εκεί και πέρα θα ξέρη τι να κάνη και θα προχωράη. όλη η βάση εκεί είναι. Το μυαλό να γεννάη σε όλα. Αλλιώς ο άνθρωπος μένει υπανάπτυκτος και χάνει τον χρόνο του.

--------------------------


Από το βιβλίο «Οικογενειακή ζωή»


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Δ`.


Το «Πάτερ ἡμῶν» - Η Κυριακή Προσευχή με σύντομη ερμηνεία

$
0
0
Το «Πάτερ ἡμῶν»
Η Κυριακή Προσευχή με σύντομη ερμηνεία

Η Κυριακή προσευχή, είναι μία από τιs ομορφότερες προσευχές που δόθηκαν στην ανθρωπότητα.Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά, διδάχθηκε από τον Κύριο Ιησού Χριστόστους μαθητές του, όταν του ζήτησαν να τους υποδείξει με ποιο τρόπο θα έπρεπε να προσεύχονται.

«οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς»
Σεις λοιπόν έτσι να προσεύχεσθε·

Ματθ. 6,9 Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς· ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου·

Πατερ ημών, που είσαι πανταχού παρών, αλλά εξαιρετικά στους ουρανούς κάνεις αισθητήν την παρουσίαν σου, ας αναγνωρισθή η αγιότης σου και ας δοξασθή και ας λατρευθή άξίως το όνομά σου απ' όλα τα λογικά όντα του ουρανού και της γης.


Ματθ. 6,10 ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·

Ματθ. 6,10 Ας έλθη η βασιλεία σου εις τας καρδίας όλων των ανθρώπων, ώστε όλοι να υποτάσσωνται με προθυμίαν και με αφοσίωσιν εις σε. Δώσε να εκτελήται το θέλημά σου και εις την γην από τους ανθρώπους, με όσην προθυμίαν και ακρίβειαν εκτελείται τούτο στον ουρανόν από τους αγγέλους και αγίους.

Ματθ. 6,11 τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον·

Ματθ. 6,11 Δώσε μας σήμερα τον άρτον τον καθημερινόν και απαραίτητον δια την συντήρησίν μας.

Ματθ. 6,12 καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν·

Ματθ. 6,12 Και συγχώρησε τα βαρύτατα χρέη μας, δηλαδή τας αναριθμήτους αμαρτίας μας, όπως και ημείς συγχωρούμεν εκείνους, οι οποίοι είναι οφειλέται απέναντί μας εξ αιτίας των αδικημάτων που μας έκαμαν.

Ματθ. 6,13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

Ματθ. 6,13 Και μη επιτρέψεις να περιπέσωμεν εις πειρασμόν, αλλά γλύτωσέ μας από τον πονηρόν. Ζητούμεν δε αυτά από Σε, διότι ιδική σου είναι η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα στους ατελείωτους αιώνας. Αμήν.

«Πάτερ»Ο Θεός, ο Θεός μας, ο οποίος ευδόκησες από το μηδέν να μας δημιουργήσεις και να μας προικίσεις με τα χαρίσματα της νόησης και της ελευθερίας, Εσύ, ο οποίος μας προόρισες να γίνουμε παιδιά σου και κληρονόμοι των επουράνιων αγαθών, Εσύ, Θεέ πανοικτίρμονα, ο οποίος δεν μας αποστράφηκες μετά την αμαρτίας μας, αλλά και πάλι μας αγάπησες και από αγάπη έστειλες στον κόσμο ως θυσία και ιλασμό για τις αμαρτίες μας τον μονογενή σου Υιό, τον Ιησού Χριστό, διά του οποίου λαμβάνουμε τη χάρη του Παναγίου σου Πνεύματος και αναγεννιόμαστε και διά του οποίου αποκτήσαμε εκ νέου το χάρισμα της υιοθεσίας και σε ονομάζουμε Πατέρα μας και σε επικαλούμαστε·

«Ἡμῶν»Ο Θεός, ο Θεός μας, Εσύ, ο οποίος υιοθετώντας τους ανθρώπους διά του Ιησού Χριστού καθιστάς αυτούς και αδελφούς μεταξύ τους, Εσύ, ο οποίος θέλεις όλοι να προσευχόμαστε ως αδελφοί στο όνομα του Χριστού, ο ένας για τον άλλο, και να ζητούμε και για τους άλλους ό,τι ζητούμε και για τον εαυτό μας, Εσύ, Επουράνιε Πατέρα, ο οποίος θέλεις όλοι ως αδελφοί να δείχνουμε ο ένας προς τον άλλο κυρίως με τα έργα εγκάρδια και αγία αγάπη·

«Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»Ο Θεός, ο Θεός μας, Εσύ, ο οποίος ως άπειρο Πνεύμα είσαι μεν πανταχού παρών και δεν υπάρχει κτίση αφανής απέναντί σου, φανερώνεις όμως όλη τη δόξα και το μεγαλείο σου στους ουρανούς, όπου λατρεύεσαι χωρίς παύση από τους αγίους αγγέλους και τα πνεύματα των δικαίων, ευδόκησε, Εσύ Πατέρας μας Επουράνιε, να εισακούσεις την προσευχή μας.

«Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου»Ευχόμαστε και παρακαλούμε να γίνει το άγιο όνομά σου γνωστό και λατρευτό μεταξύ όλων των ανθρώπων. Ευχόμαστε όλοι οι άνθρωποι να γνωρίσουν, ότι Εσύ είσαι ο αληθινός Τριαδικός Θεός, ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, και παρακαλούμε να ευδοκήσεις ώστε όλοι να λατρεύσουν με τα έργα και τους λόγους τους το άγιο και υπερύμνητο Όνομά σου και να δοξάζεσαι έτσι Εσύ, ο αληθινός και αιώνιος Τριαδικός Θεός.

«Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου»Ευχόμαστε και παρακαλούμε να έλθει πάνω στη γη η πνευματική Σου βασιλεία, για να βασιλεύσεις Εσύ, Επουράνιε Πατέρα, στις καρδιές των ανθρώπων. Ευχόμαστε όλοι οι άνθρωποι να πιστεύσουν στον μονογενή σου Υιό που έγινε άνθρωπος, τον Ιησού Χριστό, για να αναγνωρίσουν αυτόν ως αιώνιο πνευματικό Άρχοντα και Βασιλιά, να πειθαρχήσουν εξ ολοκλήρου στο άγιο Ευαγγέλιό σου. Ευχόμαστε να εκλείψει γρήγορα από τη γη κάθε ανομία και αμαρτία και έτσι να βασιλεύσει και να επικρατήσει μεταξύ όλων των ανθρώπων η αλήθεια, η δικαιοσύνη και η αγάπη, που φανερώθηκε στον κόσμο δια του Ιησού Χριστού, του Υιού σου.

«Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς»Ευχόμαστε και παρακαλούμε να ευδοκήσεις να εκτελείται και πάνω στη γη το άγιο θέλημά σου από τους ανθρώπους, όπως αυτό εκτελείται και από τα ουράνια πνεύματα [τους αγγέλους]. Ευχόμαστε και παρακαλούμε, ουράνιε Πατέρα, πάντοτε όλες τις μέρες της επίγειας ζωής μας να υποτασσόμαστε στο πανάγιο θέλημά σου. Ας γίνεται πάντοτε ό,τι θέλεις Εσύ και ποτέ ό,τι θέλουμε εμείς. Επιθυμούμε να ταυτιστεί το θέλημά μας και όλων των ανθρώπων με το δικό σου θέλημα, ώστε και εμείς πάντοτε να θέλουμε, να ενεργούμε και να κάνουμε το δικό σου θέλημα.

«Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον»Και τώρα, επειδή από σένα εξαρτώνται τα μέσα για τη συντήρηση και πρόοδο της σωματικής και της πνευματικής ζωής μας, καταφεύγουμε σε σένα, Πατέρα μας Επουράνιε, και σε παρακαλούμε να ευδοκήσεις πάντοτε να μας χορηγείς τον άρτο μας, τον αναγκαίο για τη συντήρηση της σωματικής ζωής μας. Δώσε, Κύριε, να έχουμε πάντοτε σταθερή πίστη στην πανάγαθη Πρόνοιά σου και να θυμόμαστε διαρκώς, ότι όπως οι γονείς ποτέ δεν παραβλέπουν τις ανάγκες των παιδιών τους, έτσι και ασύγκριτα περισσότερα και Εσύ, ο αληθινός και πανάγαθος Πατέρας, δεν παραβλέπεις τις ανάγκες μας, των παιδιών σου. Δώσε, Κύριε, να μένουμε ευχαριστημένοι με ό,τι η ευλογία σου μας παρέχει και φύλαττέ μας, ώστε ποτέ να μη γίνουμε δούλοι της κοιλιάς και του λάρυγγά μας.


Σε παρακαλούμε ακόμη, να ευδοκήσεις να μας χορηγείς και τον πνευματικό άρτο, με τον οποίο τρέφεται και προάγεται η ψυχική και πνευματική μας ζωή, να μας χορηγείς τον άρτο της ζωής, Επουράνιε Πατέρα, που κατέβηκε από τον ουρανό, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, και να μας αξιώνεις κάθε φορά να μετέχουμε στο πανάγιο Σώμα του και στο τίμιο Αίμα του ακατακρίτως. Γνωρίζουμε, Κύριε, ότι χωρίς τη μετάληψη του άρτου αυτού κινδυνεύουμε να πεθάνουμε πνευματικά και να νεκρωθούμε. Γι΄ αυτό εκτενώς παρακαλούμε να μας φωτίζεις και να μας ενισχύεις ώστε να διατηρούμε την καθαρότητα του σώματος και της ψυχής μας και έτσι, όποτε κοινωνούμε, να κοινωνούμε εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.

«Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»Σε παρακαλούμε να συγχωρήσεις με το άπειρο έλεός σου το αμέτρητο πλήθος των αμαρτιών μας, οι οποίες μας βαρύνουν και μας καθιστούν χρεώστες απέναντί σου. Ομολογούμε ακόμα και εμείς ότι συγχωρούμε από την καρδιά μας όλους όσους μας έφταιξαν με οποιοδήποτε τρόπο, αφού γνωρίζουμε, ότι διαφορετικά, εάν δεν συγχωρήσουμε, δεν θα συγχωρεθούμε. Δίνε μας λοιπόν κάθε φορά, Πατέρα Ουράνιε, ευσπλαχνική καρδιά, συμπαθή, επιεική, αμνησίκακη, για να δίνουμε πρόθυμα την συγγνώμη σε όλους τους αδελφούς μας, όσοι συνέβη να μας βλάψουν ή να μας αδικήσουν.

«Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ»Σε παρακαλούμε ακόμη να μας προστατεύεις και να μας διαφυλάττεις από κάθε περίσταση της αμαρτίας. Μην επιτρέψεις ποτέ, Κύριε, να πέσουμε σε πειρασμό, διότι είμαστε ασθενείς και αδύνατοι. Εάν όμως για λόγους, που μόνο η πανσοφία σου γνωρίζει, επιτρέψεις να μας συμβούν πειρασμοί και δοκιμασίες, δίνει μας τότε, σε παρακαλούμε, και την ανάλογη δύναμη για να μην νικιόμαστε και γινόμαστε ένοχοι απέναντι στη δικαιοσύνη σου. Λύτρωνέ μας επίσης πάντοτε, Επουράνιε Πατέρα, και από τους πειρασμούς και τις επιβουλές του ανθρωποκτόνου πονηρού και μην αφήσεις να πέσουμε ποτέ στα χέρια και την εξουσία του. Δίνει μας κάθε φορά φρόνηση για να διακρίνουμε τις μεθοδείες του και ενίσχυε τη θέλησή μας για να αντιστεκόμαστε και να τον αποκρούουμε και να είμαστε έτσι υποταγμένοι μέχρι θανάτου στο πανάγιο θέλημά σου.

«Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.»Ζητούμε όλα αυτά από σένα, Πατέρα μας Επουράνιε, διότι αναγνωρίζουμε και ομολογούμε, ότι Εσύ είσαι ο πανίσχυρος Βασιλιάς του σύμπαντος και σε Σένα είναι δίκαιο και πρέπον να υποτασσόμαστε και να πειθαρχούμε όλοι οι άνθρωποι.
Εσύ είσαι ο απόλυτος άρχοντας και ο παντοδύναμος Κύριος, ο οποίος εξουσιάζεις και διευθύνσεις όλα και όλους και στη θέληση του οποίου κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί.

Εσύ είσαι αληθινά και σίγουρα, Εσύ είσαι εκείνος, ο οποίος έχει από πάντα τη δόξα και στον οποίο αρμόζει κάθε έπαινος και ύμνος· και σε σένα αξίζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, το Ενιαίο και Τριαδικό Φως της τρισηλίου Θεότητος, τώρα και πάντοτε και στους απέραντους αιώνες των αιώνων. 
Αμήν.

http://vassileia.blogspot.gr




Viewing all 1937 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>