Quantcast
Channel: ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 1937

Οι Ι. Κανόνες ως δημιούργημα του δ΄ αιώνος

$
0
0


Β.  Οι  Ι. Κανόνες ως δημιούργημα του δ΄ αιώνος!

Το δεύτερο σημείο της συλλογιστικής του καθηγητού αφορά στο χρόνο συντάξεως των Ιερών Κανόνων που απαγορεύουν τη συμπροσευχή με αιρετικούς και κατ’ επέκταση και στην εφαρμογή τους. Κατά τον καθηγητή για να κατανοηθεί σωστά η αληθής έννοια του Κανόνος πρέπει να γίνει «συνεπής αναφορά του πνεύματος αυτού εις τα συγκεκριμένα εκκλησιαστικά προβλήματα της συγκεκριμένης εποχής» και ειδικότερα «εις τας επικινδύνους δια την ενότητα της Εκκλησίας καταστάσεις του Δ΄ αιώνος» (Φειδάς, σ. 15). Μάλιστα αναφερόμενος στους ΜΕ΄ Αποστολικό  και τους Στ΄, Θ΄, ΛΑ΄, ΛΒ΄, ΛΓ΄ της εν Λαοδικεία Συνόδου (δ΄αι.) σημειώνει ότι «η Εκκλησία εσχετικοποίησε πάντοτε τα όρια της κανονικής ακριβείας των ανωτέρω κανόνων εις την εκκλησιαστικήν πράξιν και δεν ανενέωσε το κύρος αυτών δια τινός μεταγενεστέρου κανόνος» (Φειδάς, σ. 20), υπονοώντας ότι η απαγόρευση αυτή δεν έχει εφαρμογή πλέον, αφού εξέλειπαν οι επικίνδυνες καταστάσεις για την ενότητα της Εκκλησίας που υπήρξαν τον δ΄ αι. όταν συνετάγησαν οι σχετικοί κανόνες.


Ο καθηγητής αναλύει δια μακρών την εκκλησιαστική κατάσταση του δ΄ αι. και σε αυτή αποκλειστικά αποδίδει την αυστηρότητα με την οποία οι Αποστολικοί και λοιποί Κανόνες αντιμετωπίζουν την εν τη λατρεία επικοινωνία Ορθοδόξων και αιρετικών (Φειδάς, σ. 15-16, 26-27, 30-31). Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ασφαλώς όχι, διότι δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η αυστηρή απαγόρευση επικοινωνίας με αιρετικούς ανάγεται στα πρώτα αποστολικά χρόνια. Οι αναφορές στα κείμενα της Κ.Δ. είναι σαφείς και πιο απόλυτες από ότι των Ι. Κανόνων (Τίτ. 3, 10, 2 Ιω. 10-11, Ματθ. 7, 15.  Πράξ. 20, 29.  Β΄ Κορ. 11, 13.  2 Πέτρ. 2, 1.  1 Ιωάν. 4,1.  2 Ιω. 7). Το ίδιο και στους Αποστολικούς Πατέρες και στη συνέχεια με όλους τους Πατέρες. Ποια όμως η διαφορά με τον  δ΄ αι;  Οι Κανόνες ορισμένων από τις Τοπικές Συνόδους και τα κείμενα Πατέρων του δ΄ αι. με την επικύρωση από τις Οικουμενικές Συνόδους απέκτησαν αυξημένο κύρος και κυρίως εντάχθηκαν πλέον στο Κανονικό Δίκαιό της Εκκλησίας μας, γεγονός που δε συνέβη με παλαιότερες Συνόδους (εκτός της εν Καρχηδόνι του 252 μΧ) η άλλους παλαιότερους Πατέρες (εκτός Αγ. Διονυσίου και Αγ. Γρηγορίου). Έτσι, τα παλαιότερα κείμενα, επειδή δεν έχουν ενταχθεί στο κανονικό δίκαιο δεν είναι αντικείμενο μελέτης του . αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και ότι το πρώτον εμφανίζεται μόλις τον δ΄ αι. η Εκκλησία να λέει όχι στην επικοινωνία με τους αιρετικούς!  Συνεπώς, από τα πρώτα χρόνια και όχι από τον δ΄ αι. η Εκκλησία θέτει τις αυστηρές απαγορεύσεις για τους αιρετικούς και αμέσως μόλις αρχίζει να διαμορφώνεται το κανονικό της δίκαιο τις εντάσσει σε αυτό και αποκτούν έτσι και κανονικό - οικουμενικό κύρος.

Αλλά και στους μετέπειτα αιώνες, όταν εξέλειπαν «αι επικίνδυναι δια την ενότητα της Εκκλησίας καταστάσεις του Δ΄ αιώνος» (Φειδάς, σ. 15) η Εκκλησία όχι μόνο δεν κατήργησε τους Ι. Κανόνες αυτούς ως περιττούς πλέον, αλλά τους διατήρησε και τους προσέδωσε και οικουμενικό κύρος. Τι άλλο σημαίνει η επικύρωσή τους χωρίς καμία τροποποίηση από τρεις Οικουμενικές Συνόδους; Οι Κανόνες που απαγορεύουν τη συμπροσευχή με αιρετικούς, έχουν επικυρωθεί αυτούσιοι χωρίς καμία τροποποίηση, από τον Α΄ Κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου (εκτός των Αποστολικών), τον Β΄ της Στ΄ Οικουμενικής, τον Α΄ της Ζ΄ Οικουμενικής καθώς και από την μακραίωνη εκκλησιαστική παράδοση μέχρι σήμερα.  Είναι απορίας άξιο πως και αυτό το σημείο διέλαθε (;) της προσοχής του καθηγητού και όχι μόνο δεν μνημονεύει πουθενά την επικύρωση των Κανόνων αυτών από τις τρεις Οικουμενικές Συνόδους, αλλά και ισχυρίζεται ότι η Εκκλησία «δεν ανενέωσε το κύρος αυτών δια τινός μεταγενεστέρου κανόνος» (Φειδάς, σ. 20)!

Η Εκκλησία στα πλαίσια της ποιμαντικής της μέριμνας και ευθύνης ασφαλώς έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της κατ’ οικονομίας αντιμετωπίσεως ορισμένων περιπτώσεων[12]. Μελετώντας τα σχετικά κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας και των εγκρίτων κανονολόγων εύκολα διαβλέπουμε ότι είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να εφαρμόσουν πολλαπλώς την οικονομία όταν κάποιος αιρετικός αρνηθεί την πλάνη και θελήσει να επιστρέψει στην Εκκλησία, ενώ αντίθετα είναι εξαιρετικά φειδωλοί, έως και εντελώς αρνητικοί, στη χρήση της οικονομίας για τη συμπροσευχή με αιρετικούς. Μάλιστα είναι πολύ πιο αυστηροί και κατηγορηματικοί στην απαγόρευση της μεταβάσεως των Ορθοδόξων σε Ναό αιρετικών για συμπροσευχή μαζί τους, ενώ ορισμένοι είναι κάπως ανεκτικοί και κατ’ οικονομία δέχονται τους αιρετικούς να παρίστανται στην Ορθόδοξη λατρεία, όταν έρχονται με σεβασμό και διάθεση να τη γνωρίσουν. Πάντως, ποτέ και σε καμία περίπτωση δεν είναι αποδεκτή η ενεργής συμμετοχή των αιρετικών – και μάλιστα των ηγετών – στη λατρευτική πράξη. Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι οι τυχόν εξαιρέσεις στη ζωή της Εκκλησίας δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για την αμνήστευση σημερινών πρακτικών που δεν έχουν καμία σχέση με την διαχρονική εκκλησιαστική συμπεριφορά και πρακτική.

Ο κ. Φειδάς αφιερώνει μεγάλο τμήμα της μελέτης του (σ. 21-26) σε «ι. κανόνες της εν Καρθαγένη Συνόδου (419) περί του διαλόγου μετά των Δονατιστών, οι οποίοι εκφράζουν και το διαχρονικό πνεύμα της ορθοδόξου κανονικής παραδόσεως δια πάντα θεολογικόν διάλογον μετά των ετεροδόξων» (Φειδάς, σ. 22).  Και όμως .  η προσεκτική μελέτη των Κανόνων αυτών δεν οδηγεί σε δικαίωση των απόψεων του καθηγητού!  Αντιθέτως μάλλον! Και εξηγούμε:

Το άρθρο του καθηγητού Φειδά αφορά στο «ζήτημα της συμπροσευχής μετά των ετεροδόξων κατά τους Ιερούς Κανόνες». Το ευρύτερο θέμα των θεολογικών διαλόγων και των διαχριστιανικών σχέσεων, όσο και αν σχετίζεται με το θέμα της συμπροσευχής απαιτεί ίδια μελέτη. Δεν είναι δυνατόν να εξετάζεται παρενθετικά και από σπόντα!

Στο άρθρο αναφέρονται πέντε Κανόνες της εν Καρθαγένη Συνόδου (από τους συνολικά 18 που αφορούν τους Δονατιστές). Πραγματικά η Εκκλησία πονά και ενδιαφέρεται πάρα πολύ για την μετάνοια και προτάσσει την εκκλησιαστική οικονομία για την επιστροφή τους - ποιος αμφιβάλλει γι’ αυτό, η ποιος διαφωνεί; Στους Κανόνες αυτούς περιγράφεται δια πολλών η διαδικασία που οφείλουν να ακολουθήσουν οι ορθόδοξοι ποιμένες στο διάλογο μαζί τους. Το κρίσιμο όμως εν προκειμένω είναι ότι πουθενά στους Κανόνες δεν υπονοείται ούτε στο ελάχιστο κοινή λατρευτική σύναξη, κοινή προσευχή η άλλη κοινή θρησκευτική τελετή με τους εν διαλόγω ευρισκομένους, ούτε ασφαλώς προτρέπονται εις Ορθόδοξοι ποιμένες και πιστοί σε σύνταξη «διομολογιακής προσευχής», η εις «συμμετοχήν εις κοινήν προσευχήν υπέρ της ενότητος η εις λατρευτικάς εκδηλώσεις των διεξαγουσών επίσημον θεολογικόν διάλογον Εκκλησιών δια την υποστήριξιν η και δια την ενίσχυσιν των προοπτικών αυτού» (Φειδάς, σ. 27).

Συνεπώς,  ακολουθώντας τον κ. Φειδά που συσχετίζει τους ανωτέρω Ι. Κανόνες με το  θέμα της συμπροσευχής, αν δεχθούμε ότι «ι. κανόνες της εν Καρθαγένη Συνόδου (419) περί του διαλόγου μετά των Δονατιστών, … εκφράζουν και το διαχρονικό πνεύμα της ορθοδόξου κανονικής παραδόσεως δια πάντα θεολογικόν διάλογον μετά των ετεροδόξων» (Φειδάς, σ. 22) διερωτώμαι από που συνάγεται ότι οι Ιεροί Κανόνες «όχι μόνο ανέχονται, αλλά και ενθαρύνουν την κοινήν προσευχήν προς ενίσχυσιν της εκπεφρασμένης διαθέσεως εποικοδομητικού θεολογικού διαλόγου δια την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος» (Φειδάς, σ. 28), η πόθεν συνάγεται ότι «εν τη διαχρονική εκκλησιαστική πράξει … πάσα πρωτοβουλία  διαλόγου προς αποκατάστασιν της ενότητος της Εκκλησίας, … εμπεριείχε πάντοτε ως αυτονόητον την κοινή προσευχήν των εκπροσώπων των διαλεγομένων Εκκλησιών»;

Ερωτάται ο πλέον αρμόδιος περί την εκκλησιαστική ιστορία κ. Φειδάς: Οι διάλογοι που έχει διεξάγει η Εκκλησία στη δισχιλιετή ζωή της είναι πάμπολλοι – άλλοι είχαν αίσια έκβαση και άλλοι απέτυχαν . υπάρχει ιστορικό προηγούμενο το οποίο να δικαιολογεί τα όσα γίνονται σήμερα στην οικουμενική κίνηση αναφορικά με τις συμπροσευχές; π.χ. εβδομάδα προσευχής για την ενότητα των Εκκλησιών; πότε άλλοτε Ορθόδοξοι και αιρετικοί συνεργάστηκαν για τη σύνταξη «διομολογιακής προσευχής», όπως έγινε στο ΠΣΕ; πότε άλλοτε μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία ο ηγέτης της αιρέσεως λαμβάνει ενεργό μέρος στην επισημότερη, ας μου επιτραπεί, Ορθόδοξη Θ. Λειτουργία και θυμιάται ως χοροστατών κανονικός Επίσκοπος, εκφωνεί την Κυριακή προσευχή εξ ονόματος του Ορθοδόξου πληρώματος, δέχεται και ανταποδίδει το λειτουργικό ασπασμό, πράξεις που μόνο σε συλλειτουργούντες αρχιερείς και ιερείς επιτρέπονται; και στο τέλος από το επίσημο βήμα του Πατριαρχικού Ναού διακηρύττει και το παπικό πρωτείο; Πότε υμνήθηκε σε επίσημη ακολουθία εν Ι. Ναώ ο ηγέτης της αιρέσεως η και του σχίσματος ως κανονικός Επίσκοπος και μάλιστα «σεπτός Ποιμένας και Πρόεδρος» και η αίρεση η το σχίσμα στο οποίο προΐσταται  ως «Εκκλησία η σεπτή»[13];  Υπάρχει τέτοιο προηγούμενο;  Δεν αποτελεί πρόκληση;

Σε τελική ανάλυση, αφού «εν τη διαχρονική εκκλησιαστική πράξει … πάσα πρωτοβουλία διαλόγου προς αποκατάστασιν της ενότητος της Εκκλησίας, … εμπεριείχε πάντοτε ως αυτονόητον την κοινή προσευχήν των εκπροσώπων των διαλεγομένων Εκκλησιών» γιατί στη μελέτη του ο κ. Φειδάς δεν μας παρουσιάζει από ένα-δύο ιστορικά πειστήρια του ισχυρισμού του από κάθε εποχή της εκκλησιαστικής μας ιστορίας;  Θα ήταν σημαντικό να μας αναφέρει περιστατικά από την «κοινή προσευχή των εκπροσώπων των διαλεγομένων Εκκλησιών» στα πλαίσια των διαλόγων για την εκκλησιαστική ενότητα στην εποχή των γνωστικών (β΄ και γ΄ αι.), των αρειανικών ερίδων (δ΄ αι.), των χριστολογικών αιρέσεων (ε΄, στ΄, ζ΄ αι.), της εικονομαχίας, των ενωτικών προσπαθειών με τη Δύση (ια–ιε αι.), των διαλόγων με του Προτεστάντες (ιστ΄, ιζ΄ αι.); Παρακαλείται ιδιαιτέρως ο κ. Φειδάς να μας γνωρίσει αν διασώζονται στην υμνογραφία μας παρόμοιοι ύμνοι με τους προαναφερθέντες!  Μήπως τελικά η απουσία παρομοίων με τα σημερινά περιστατικών στην ιστορία της Εκκλησίας επιβεβαιώνει το ανακριβές του ισχυρισμού του καθηγητού;  Παράλληλα, δεν πρέπει να μας εμβάλλει σε σκέψη για το που και πως πορευόμαστε!




Viewing all articles
Browse latest Browse all 1937

Trending Articles